Πολυτελείς ιπποσκευές, έπιπλα κάθε είδους (καρέκλες, τραπέζια, υποπόδια) ακόμη και μικρά κιβώτια διακοσμούσαν με ελεφαντόδοντο οι κάτοικοι της Θήβας κατά την Μυκηναϊκή εποχή, μία απόδειξη του πλούτου της πόλης αλλά και των στενών σχέσεων που είχε με τις μακρινές χώρες των Χετταίων, των Ασσυρίων, των Βαβυλωνίων και ...
βέβαια με την Αίγυπτο, από τις οποίες προερχόταν αυτό το πολύτιμο υλικό. Από τον ίδιο τον οικισμό της Καδμείας _όπως λεγόταν η πόλη της Μυκηναϊκής εποχής_ μέσα από την ακρόπολή της προέκυψε από τις ανασκαφές ο κύριος όγκος των ελεφαντουργημάτων που έχουν διασωθεί. Και όπως ανέφερε στην πρόσφατη ανακοίνωσή της στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης η αρχαιολόγος της Θ΄ Εφορείας Αρχαιοτήτων Βοιωτίας κυρία Αθηνά Παπαδάκη «Στη Θήβα υπήρχαν εργαστηριακοί χώροι όπου εκτελούνταν διαφορετικές εργασίες σχετικά με την κατεργασία και την τοποθέτηση του ελεφαντόδοντου ενώ η κομβική χωροθέτησή τους γύρω από σημαντικά ανακτορικά κτίρια είναι ενδεικτική του ελέγχου που ασκούνταν κατά την κατεργασία τους».
Περιζήτητο ήταν το ελεφαντόδοντο για τους πολιτισμούς εκείνης της εποχής λόγω των φυσικών χαρακτηριστικών του, όπως η μεγάλη αντοχή, η ελαστικότητα, η απαλή υφή, το ελκυστικό χρώμα αλλά και η σχετικά εύκολη κατεργασία του. «Η συμβολική αξία του όμως ήταν ακόμη μεγαλύτερη, γιατί η κατοχή ελεφάντινων αντικειμένων προσέδιδε ιδιαίτερο κύρος στον κάτοχο, καθώς ήταν εξωτικό υλικό, σπάνιο και πολύτιμο, ενώ η δυσκολία για την απόκτηση του πολύ μεγάλη», είπε η κυρία Παπαδάκη.
Ως χαυλιόδοντας ελέφαντα και ιπποποτάμου, ακέραιος ή τεμαχισμένος έφθανε το ελεφαντόδοντο στη Θήβα κατά τον 14ο και 13ο π.Χ. αιώνα στο πλαίσιο του διεθνούς δικτύου ανταλλαγών και διπλωματικών σχέσεων που επικρατούσαν στην κοσμοπολίτικη Μεσόγειο το 14ο και 13ο αι. π.Χ.. Αποδέκτης του ήταν πάντα ο άνακτας, που αποφάσιζε για την αξιοποίηση και τη διάθεσή του. Εκείνο εξάλλου που προκύπτει από την μελέτη της κυρίας Παπαδάκη είναι ότι η θηβαϊκή ελεφαντουργία χαρακτηριζόταν για την υψηλή ποιότητα των αντικειμένων που κατασκευάζονταν.
«Η τέχνη της τρισδιάστατης γλυπτικής σε ακέραιο κομμάτι ελεφαντόδοντου αντιπροσωπεύεται στη Θήβα από ένα εντυπωσιακό ζεύγος ολόγλυφων κιονίσκων με παράσταση παπύρων, που φαίνεται ότι αποτελούσε σημαντικό τμήμα πολυτελούς επίπλου _ και όχι απλή διακόσμηση_ ίσως μάλιστα πόδια θρόνου, όπως θεωρούνται συνήθως αυτά τα αντικείμενα, λόγω του ύψους τους», ανέφερε η αρχαιολόγος. Αλλα ευρήματα από ελεφαντόδοντο είναι ανάγλυφα πλακίδια που ήταν τοποθετημένα σε κεντρικές συνθέσεις καθώς και μικρά, απλούστερα εγχάρακτα ενθέματα, τα οποία πλαισίωναν προφανώς κάποια κεντρική διακόσμηση δημιουργώντας γεωμετρικές συνθέσεις.
Η ομοιότητα του ελεφαντόδοντου άλλωστε με το ξύλο και το οστό συντέλεσε στη χρήση του ως πολυτελής εκδοχή ποικίλων αντικειμένων, όπως πυξίδες, χτένες, λαβές για καθρέφτες, λαβές μαχαιριών και εγχειριδίων, σκήπτρων κλπ. «Εξαιρετικής τέχνης έργα ελεφαντουργίας μάλιστα σώζονται στη μινωική Κρήτη καθώς και στα άλλα μεγάλα μυκηναϊκά κέντρα (Μυκήνες, Τίρυνθα, Μιδέα, Πύλο, Αττική) ενώ λεπτομερείς καταγραφές ποικιλμένων ελεφάντινων αντικειμένων αφθονούν στις πινακίδες Γραμμικής Β΄ της Κνωσού και της Πύλου», κατέληξε η κυρία Παπαδάκη.(ΒΗΜΑ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου