ΣΑΒΒΑΤΟ 6-3-2010
Έχοντες, κατέχοντες και… απέχοντες
Τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση μετά από μακρά και επώδυνη κυοφορία είναι πολύ σκληρά και εκ πρώτης όψεως φαίνεται ότι θα πλήξουν περισσότερο τα χαμηλά εισοδήματα παρά τα υψηλότερα. Ο Γιώργος Παπανδρέου το ήξερε και το αναγνωρίζει. Χωρίς περιστροφές και απόπειρες ωραιοποίησης ομολόγησε ότι είναι εκτός της ιδεολογίας του Κινήματος, αλλά πρόσθεσε: «Τι να κάνουμε;».
Σ’ αυτό ακριβώς το ερώτημα βρίσκεται η εξήγηση για την καθυστερημένη απόφαση στην… αναγγελία θυέλλης από τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Αναζήτησε άλλους πιο ήπιους τρόπους, προσπάθησε να καθησυχάσει τις φοβίες των αγορών, διαπραγματεύθηκε με τους εταίρους μας, συζήτησε με τους συνεργάτες του, αλλά μάταια. Γι’ αυτό αποφάσισε να κάνει εκείνο που πιστεύει ότι έπρεπε, για να υπηρετήσει καλύτερα το εθνικό συμφέρον. Και ανέλαβε προσωπικά την .... ευθύνη, γνωρίζοντας εκ των προτέρων τις δυσαρέσκειες και τις λογικές αντιδράσεις.
Η αποφασιστικότητα του Γιώργου Παπανδρέου είναι αξιοπρόσεκτη. Μετά από πεντέμισι χρόνια λούφας και παραλλαγής, η χώρα, σ’ αυτήν τη δύσκολη ώρα, έχει έναν πρωθυπουργό που δεν κρύβεται πίσω από τους υπουργούς του, που δεν αναζητεί δικαιολογίες σε εξωγενείς παράγοντες, που δεν ζεσταίνει την καρέκλα του, αλλά είναι παρών εκεί όπου λαμβάνονται οι αποφάσεις, και δεν μεταθέτει τις ευθύνες της διακυβέρνησης σε άλλους.
Τα μέτρα που αποφάσισε είναι τα σκληρότερα που επιβλήθηκαν στα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Ο πρωθυπουργός είχε να διαλέξει μεταξύ δύο κακών: χρεοκοπία ή ύφεση. Προτίμησε την ύφεση ως το μη χείρον, ελπίζοντας ότι αφού «ματώσουμε» θα ξαναμπούμε στο δρόμο της ανάπτυξης (τον οποίο, για να μην ξεχνιόμαστε, διανύαμε με ιλιγγιώδεις ταχύτητες μέχρι το 2004). Η ελπίδα τώρα είναι ότι θα αποκλιμακωθούν τα επιτόκια δανεισμού (πιθανότατα και χωρίς ευρωπαϊκές εγγυήσεις), ότι, αν εκδηλωθεί νέα κερδοσκοπική επίθεση, θα αντιμετωπιστεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και, το κυριότερο, ότι η χώρα κάνει την αρχή για να ανακτήσει τη χαμένη αξιοπιστία της στο διεθνή χώρο.
Όλα αυτά βέβαια είναι απλώς ελπίδες και πάντως, ακόμη κι αν επαληθευτούν, δεν θα παρηγορήσουν το χαμηλόμισθο και το μικροσυνταξιούχο, που θα δει το πενιχρό του εισόδημα να μειώνεται για μία ακόμη φορά. Η απώλεια του 14ου μισθού, η αύξηση του ΦΠΑ, η περικοπή επιδομάτων, αποδοχών και συντάξεων, η αύξηση στη βενζίνη, στα τσιγάρα και στα ποτά εκτιμάται ότι θα αφαιρέσει από τις τσέπες των κατώτερων και μεσαίων στρωμάτων από 730 έως και 6.300 ευρώ το χρόνο. Οι υπολογισμοί μπορεί να αποδειχθούν κατώτεροι της πραγματικότητας αν φουντώσει ανεξέλεγκτη η αναμενόμενη κερδοσκοπία σε είδη πρώτης ανάγκης. Και φυσικά οι επιπτώσεις της ύφεσης θα φανούν στα λουκέτα που θα βάλουν μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα να αυξηθεί η ανεργία.
Το μόνο που θα ανακούφιζε τον κόσμο που θα πονέσει, είναι η διαπίστωση ότι οι νέες αιματηρότερες θυσίες που υποχρεώνεται να κάνει (εκουσίως ή ακουσίως) δεν θα πάνε πάλι χαμένες. Εκεί θα κριθεί όχι μόνο η αποτελεσματικότητα, αλλά και το δίκαιο ή άδικο των μέτρων.
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι κύριος σκοπός της είναι να αναγκάσει να πληρώσουν οι «έχοντες και κατέχοντες», που έχουν αναδειχθεί σε μονίμως «απέχοντες» από την εκπλήρωση των στοιχειωδών φορολογικών καθηκόντων τους. Το στοίχημα έχει μεγάλο ρίσκο. Για να περιοριστεί σημαντικά η καλπάζουσα φοροδιαφυγή, χρειάζεται να αναδιοργανωθεί ο διαλυμένος κρατικός μηχανισμός, να παταχθεί η εκτεταμένη διαφθορά και να εφαρμοστεί η κυβερνητική πολιτική χωρίς εξαιρέσεις και «διευκολύνσεις». Θα χρειαστεί επίσης ο πολίτης να πάρει πίσω ένα, μικρό έστω, μέρος του εισοδήματος που χάνει, με τη μορφή αναβαθμισμένων υπηρεσιών σε τομείς όπως η υγεία, η παιδεία, οι συγκοινωνίες και η τοπική αυτοδιοίκηση.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει και κάτι ακόμη: Ότι με τη χώρα στο χείλος της χρεοκοπίας, την Ευρώπη αρνητική και τους κερδοσκόπους ακόρεστους, άλλη λύση δεν υπήρχε. Η αμηχανία της αντιπολίτευσης επιβεβαιώνει την κυβερνητική άποψη. Πέρα από τα καθιερωμένα «όχι» που εθιμικά ακούγονται σε παρόμοιες περιπτώσεις, διατυπώθηκαν και διάφορες ανεδαφικές προτάσεις από την πλευρά των αιθεροβαμόνων που ξέρουν ότι δεν… κινδυνεύουν να κληθούν να τις εφαρμόσουν στην πράξη. Η κυρία Παπαρήγα κήρυξε έναν ακόμη «πόλεμο», χωρίς τα συλλαλητήρια «να τραντάξουν την Ελλάδα», κι ο κύριος Τσίπρας καταλόγισε στον πρωθυπουργό διάσταση μεταξύ λόγων και έργων, χωρίς να μας έχει φέρει ακόμη το φτηνό πετρέλαιο του Τσάβες.
Ο κύριος Σαμαράς, αφού απέρριψε όλα τα προφανώς δυσάρεστα μέτρα, τόλμησε να παρουσιάσει 23 προτάσεις του κόμματός του, με τις οποίες θα θεραπευόταν πάσα νόσος και παν έλλειμμα. Αν κατανικήσει κάποιος τον πειρασμό να σχολιάσει την έλλειψη σοβαρότητας που χαρακτηρίζει τα περισσότερα «μέτρα», θα θέσει το απλό ερώτημα: Αφού ο νέος ηγέτης της Ν.Δ. διέθετε τη μαγική συνταγή σωτηρίας της ελληνικής οικονομίας, γιατί την κρατούσε μυστική και δεν την έδινε στον άλλοτε «καταλληλότερο» ώστε να αποφεύγονταν οι ανεπιθύμητες πρόωρες εκλογές; Με κάτι τέτοια η Ν.Δ. μάς θυμίζει τις τεράστιες ευθύνες της και επισύρει τη λαϊκή οργή, που θα εκτονωθεί μόνο με την τιμωρία των ενόχων. Όχι για λόγους ρεβάνς, αλλά για λόγους δικαιοσύνης.
Ας μιλήσουμε με ειλικρίνεια. Τα μέτρα είναι άγρια, δεν ξέρουμε αν θα είναι παροδικά και κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι θα αποδειχθούν αποτελεσματικά. Επιπλέον, μπορεί να μην είναι και επαρκή – με την έννοια ότι πρέπει να συμπληρωθούν με πολιτικές ανάπτυξης που θα μας βγάλουν μια ώρα αρχύτερα από το τούνελ. Τα όποια χειροπιαστά αποτελέσματα μιας συνεχούς και συνεπούς μεταρρυθμιστικής προσπάθειας, που είναι απολύτως απαραίτητο να συνοδεύει τα μέτρα, πρέπει να φανούν πριν να φτάσουν στα χέρια των φορολογουμένων τα επόμενα εκκαθαριστικά της εφορίας. Μόνο τότε η στήριξη προς την κυβέρνηση θα ανανεωθεί και θα πέσουν στο κενό τα ανεύθυνα δημαγωγικά κηρύγματα των επαγγελματιών της «επανάστασης» και των ερασιτεχνών της νεοφιλελεύθερης ουτοπίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου