Τετάρτη 22 Μαΐου 2013

Σήμερα 22 Μαΐου 2013, συμπληρώνονται πενήντα χρόνια από τη δολοφονία του ηγέτη του κινήματος ειρήνης και βουλευτή της αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη - Ένα γαρύφαλλο για τον Λαμπράκη: 50 χρόνια από τη δολοφονία του - Εκδηλώσεις - Αρθρογραφία - Αφιερώματα - βίντεο


Τετάρτη 22 Μαίου 2013
Για να τιμήσουνε τη μνήμη του Γρ. Λαμπράκη, στελέχη του φιλειρηνικού κινήματος και της Δ.Ν.Λαμπράκη μας προσκαλούν στο Α΄ Νεκροταφείο την Τετάρτη ώρα 11 π.μ. να αφήσουμε ένα γαρύφαλλο στον τάφο του πρωτοπόρου αγωνιστή γιατρού, μαραθωνοδρόμου της ειρήνης και.......
αγωνιστή της δημοκρατίας. 
Να επαναδιακηρύξουμε ότι «Ο Λαμπράκης Ζει!»
Να επαναδεσμευτούμε ότι συνεχίζουμε να πορευόμαστε στα βήματά του, τιμώντας τα ιδανικά και τις αξίες για τα οποία θυσιάστηκε.
 
Η πρωτοβουλία ανήκει στον Πανελλήνια Ιατρική Εταιρεία κατά της Πυρηνικής και Βιοχημικής Απειλής και υποστηρίζεται από τους: Τάκη Μπενά, Γραμματέα της Δ.Ν. Λαμπράκη, Νίκο Κιάο, Γραμματέα του Συνδέσμου Νέων «Μπέρτραντ Ράσσελ», Ανδρέα Θεοφίλου, Βασίλη Κωτούλα, Στέφανο Ληναίο, Αριστείδη Μανωλάκο, Μαρία Αρβανίτη-Σωτηροπούλου, Στέλιο Μπαμπά, Γιάννη Γούναρη, Νίκο Μανιό, Γιάννη Μαμουζέλο, Χρήστο Σαββάκη,  Σωτήρη Σιώκο, Γιάννη Στρατή, Πάνο Τριγάζη, Θανάση Τσουκνίδα. (ΠΗΓΗ:http://left.gr)

Εκδήλωση μνήμης και τιμής για τα 50 χρόνια από τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη
 




Στις 22 Μάη του 1963, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, ο Γρηγόρης
Λαμπράκης έπεφτε χτυπημένος από βαλτούς δολοφόνους του κράτους και του παρακράτους της τότε δεξιάς, με τη φανερή σύμπραξη της επίσημης Αστυνομίας. 50 χρόνια μετά, το Στέκι Μεταναστών – Κοινωνικό Κέντρο τιμά τη μνήμη αυτού του αγωνιστή της αριστεράς και των κοινωνικών κινημάτων, μέσα από μία εκδήλωση αφιερωμένη στις μαρτυρίες των αγωνιστών της εποχής.
Οι λόγοι είναι βέβαια φανεροί. Οι αγώνες του Λαμπράκη και των συντρόφων του για κοινωνική δικαιοσύνη, η έμπρακτη κοινωνική αλληλεγγύη που οργάνωσαν για την ανακούφιση των φτωχότερων εργατών της εποχής, η πάλη τους ενάντια στην κυβερνητική και παρακρατική τρομοκρατία και αστυνομοκρατία, οι μάχες που έδωσαν για τα δικαιώματα των πολιτικών κρατουμένων αλλά και όλης της κοινωνίας, όλοι αυτοί οι αγώνες που ξεσήκωσαν το μένος και την εκδικητικότητα του καθεστώτος οδηγώντας μέχρι και στην πολιτική αυτή δολοφονία, μας εμπνέουν και μας καθοδηγούν μέχρι σήμερα, στις δικές μας μάχες ενάντια στην αδικία, την κατάργηση των κοινωνικών και πολιτικών μας δικαιωμάτων, τον εκφασισμό, στα δικά μας εγχειρήματα κοινωνικής αλληλεγγύης, στους δικούς μας αγώνες για μία ζωή με αξιοπρέπεια.
Υπάρχει όμως κι ένας ακόμη λόγος, λιγότερο φανερός, που μας παρακινεί: το Στέκι Μεταναστών -Κοινωνικό Κέντρο έχει την τιμή να στεγάζεται σε ένα ιστορικό κτίριο της πόλης, το παλιό ξενοδοχείο «Κοσμοπολίτ», από όπου ξεκίνησε ο Λαμπράκης για να διασχίσει τα λίγα μέτρα μέχρι την παρακείμενη αίθουσα όπου θα έδινε την τελευταία ομιλία του. Στο δωμάτιο που θα έμενε ο Λαμπράκης το βράδυ της δολοφονίας σήμερα κάνουμε μαθήματα για μετανάστες και πρόβες των θεατρικών και χορευτικών μας ομάδων και αυτό μας δίνει ακόμα μεγαλύτερη δύναμη να συνεχίζουμε.
Η εκδήλωση μνήμης και τιμής θα γίνει την Τετάρτη 22 Μάη, στις 7μ.μ. στο Μνημείο του Λαμπράκη (Ερμού, Βενιζέλου και Σπανδώνη) στην Θεσσαλονίκη.
Θα μιλήσουν αγωνιστές της εποχής, όπως οι Γιάννης Γρηγοριάδης, Αλέκος Γρίμπας, Βασίλης Δεμουρτζίδης, Γρηγόρης Κοκοζίδης, Σπύρος Σακέτας και Κυριάκος Υψηλάντης, οι οποίοι θα μεταφέρουν και τη μαρτυρία τους από τα γεγονότα. Θα μιλήσουν ακόμα οι Τριαντάφυλλος Μηταφίδης και Γιάννης Γκλαρνέτατζης, παρουσιάζοντας το ιστορικό πλαίσιο πριν και μετά τη δολοφονία.
Ακόμα, η Θεατρική Ομάδα του Στεκιού Μεταναστών θα διαβάσει ένα απόσπασμα από το έργο του Δημήτρη Δημητριάδη «Η τιμή της ανταρσίας στη μαύρη αγορά», το οποίο αναφέρεται στα γεγονότα της δολοφονίας – και το οποίο θα ανεβάσει στο 16ο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ. Θα προβληθεί επίσης το ντοκιμαντέρ «100 ώρες του Μάη», των Δήμου Θέου και Φώτου Λαμπρινού.
Τέλος, θα ακολουθήσει μουσική βραδιά με τραγούδια της εξορίας και του «Επιτάφιου», με το Νίκο Καραγκούνη, τον Παναγιώτη Κούλελη και τον Κυριάκο Υψηλάντη.
"50 χρόνια μετά,στα βήματα του Γρηγόρη Λαμπράκη, συνεχίζουμε τον αγώνα
για αλληλεγγύη, δικαιοσύνη, αξιοπρέπεια, Ζωή!"
Στέκι Μεταναστών – Κοινωνικό Κέντρο

Η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη γέφυρα ανάμεσα στον εμφύλιο και τη δικτατορία

Δεν είμαι βέβαιος για το αν οι ελληνικές πολιτικές παρατάξεις είναι σήμερα έτοιμες να αναψηλαφήσουν το πρόσφατο παρελθόν τους, στην απλούστερη έστω εκδοχή του. Εννοώ εκείνη των αναμφισβήτητων συμβάντων όπως ήταν η στυγερή δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη και του χειμαρρώδους δημοκρατικού αγώνα που επακολούθησε. Το ίδιο φοβούμαι ότι ισχύει και για την ιστοριογραφική και γενικότερα την επιστημονική μας κοινότητα που, πρόσφατα, δυστυχώς, έχει δώσει ισχυρά δείγματα ιδεολογικής επαναφόρτισης. Οι λόγοι της αμφιβολίας μου είναι πολλαπλοί, μερικοί είναι και θεμελιώδεις. Κυρίως όμως οφείλονται στην παραδοχή ότι τα γεγονότα είναι εν μέρει «αναμφισβήτητα», αφού δεν υφίστανται μόνον καθ’ εαυτά, έξω απ’ την κοινωνική τους πρόσληψη˙ έξω δηλαδή απ’ τον τρόπο που τα βιώνουν οι πρωταγωνιστές και οι σύγχρονοι, καθώς και τον τρόπο που τα βλέπουν, κάθε φορά, οι μελετητές τους. Και στην περίπτωση αυτή, ούτε οι θιασώτες της εθνικοφροσύνης και του αυταρχισμού, ούτε οι θιασώτες των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων χωρίς όρια, χωρίς υποχωρήσεις, χωρίς πολιτικούς συμβιβασμούς, είναι πρόθυμοι να ξαναδούν τον εαυτό τους στον καθρέφτη. Επειδή όμως μία βαθύτερη ανάλυση αυτών των ζητημάτων ξεπερνά τα όρια και τις προθέσεις αυτού του σημειώματος, θα περιοριστώ σε μερικές προσωπικές σκέψεις πάνω στο ζήτημα της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη και της σημασίας του για την πρόσφατη ελληνική ιστορία. Σκέψεις στηριγμένες σε προσωπικά βιώματα και σε προσωπικές, επίσης, επεξεργασίες της διαδρομής του κομμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα σε μία περίοδο που είχε εμπλακεί σε μία άκρως αντιφατική και αδιέξοδη πολιτική, εκείνη της δημιουργίας ενός σύγχρονου δημοκρατικού κράτους και ταυτόχρονα της ανατροπής του. Παρακολούθησα, τότε, με αμείωτο καθημερινό ενδιαφέρον τον επικό αγώνα των δημοσιογράφων της εποχής (θυμάμαι προχείρως τα ονόματα του μακαρίτη Γιάννη Βούλτεψη και του μάχιμου ακόμη και σήμερα Γιώργου Ρωμαίου), τον ηρωικό αγώνα των δικαστικών (με κυρίαρχη μορφή τον Χρήστο Σαρτζετάκη) για την αυτονόητη, γι’ αυτούς, ανεπηρέαστη εκτέλεση του έργου τους. Μένω ακόμη εντυπωσιασμένος από την αφειδώλευτη, συναισθηματική και πνευματική συμμετοχή, από το πένθος, εκατομμυρίων απλών ανθρώπων για τη δολοφονία του διακεκριμένου πολίτη. Σήμερα όμως διαβλέπω κάτι περισσότερο από όλα αυτά. Βλέπω δηλαδή ότι οι δημοκρατικοί πολίτες της εποχής διαισθάνονταν κάτι δραματικά διαφορετικό. Διαισθάνονταν κάτι αόρατο και ταυτοχρόνως πολύ απλό: ότι ο θάνατος αυτός σηματοδοτούσε τη διαιώνιση των «εκτάκτων μέτρων» της πολιτικής ανωμαλίας και την αναστολή της λήξης του εμφυλίου πολέμου. Το βαθύτερο πολιτικό ένστικτο των εκπαιδευμένων στο καμίνι του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μαζών, τους έλεγε ότι η πράξη αυτή ήταν ένα μήνυμα, ότι ο εμφύλιος δεν είχε ακόμη τελειώσει, ότι οι διώξεις θα συνεχιστούν, και όσες πολιτικές ελευθερίες είχαν αρχίσει να λειτουργούν, ήταν ελευθερίες ελεγχόμενες , υπό όρους που έθετε το μετεμφυλιακό κράτος της Δεξιάς. Ωστόσο, αυτή η πολιτική γραμμή δεν ήταν μονόδρομος και, ασφαλώς, υπήρχαν στο χώρο της Δεξιάς πολιτικές δυνάμεις που ήθελαν την έξοδο από το δόκανο του εμφυλίου, στο οποίο είχε εγκλωβιστεί η ελληνική κοινωνία στο σύνολό της. Δεν ήταν όμως πλειοψηφικές. Επεδίωκαν το πέρασμα σε μία απρόσκοπτη οικονομική ανάπτυξη, σε αυτή τη «νεωτερική» προσδοκία που είχε αρχίσει να μπολιάζει και ένα μεγάλο μέρος της συντηρητικής παράταξης. Εντός του ψυχροπολεμικού πλαισίου ασφαλώς και της ατλαντικής – αντισοβιετικής συμμαχίας, επίσης. Αν παρακάμψουμε την «κατευναστική» πολιτική με τις αναπτυξιακές αποχρώσεις της που εξέφρασαν πολιτικά τα δημοκρατικά κόμματα (Πλαστήρας – Καρτάλης, Σοφοκλής Βενιζέλος και άλλοι) αμέσως μετά τη λήξη του εμφυλίου και ως την εκλογική λαίλαπα Παπάγου, πρέπει να φτάσουμε στην εμφάνιση του πολυεδρικού και ιδιόμορφου Σπύρου Μαρκεζίνη για να βρεθούμε μπροστά σε αναπτυξιακά προτάγματα νέου τύπου. Στο πλαίσιο πάντως των ιδεών του παρόντος σημειώματος θεωρούμε τον Σπύρο Μαρκεζίνη ως πρωτοπόρο του κινήματος οικονομικής ανάπτυξης, εντός της συντηρητικής παράταξης (κόμμα Ελληνικού Συναγερμού) και συνεχιστή του τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ιδρυτή και αρχηγό του κόμματος της ΕΡΕ. Ας προσθέσουμε ακόμη ότι η αποτυχία τους δεν πρέπει να είναι ασύνδετη με το οικείο πολιτικό περιβάλλον τους, και οπωσδήποτε η προσωπική ήττα τους˙ περιθωριοποίηση εντός της χώρας του πρώτου υπερορία του δεύτερου. Κάτι που επαναλήφθηκε άλλωστε αργότερα και σε διαφορετικές συνθήκες με τον Κώστα Σημίτη. Αλλά δεν είναι μόνον αυτό. Είναι ότι οι θεμελιώδεις θεσμοί της χώρας εκείνη την εποχή, ήσαν άμεσα προϊόντα του εθνικού διχασμού και του εμφυλίου του οποίου ήσαν οι νικητές, αυτοί που έφεραν εις πέρας τον αντικομμουνιστικό αγώνα του αστικού κράτους από το 1949 ως το 1974. Εννοώ προφανώς το παλάτι και τον στρατό που όπως φάνηκε στην συνέχεια δεν ήταν διατεθειμένοι να αλλάξουν πορεία, να αποδεχθούν δηλαδή την έξοδό τους από την κεντρική πολιτική σκηνή και να αποδεχθούν τις νέες συνθήκες που δημιουργούσε η δική τους νίκη. Έχω την εντύπωση όμως ότι το δίδυμο: παλάτι – στρατός, δεν ήταν απομονωμένο. Παράλληλοι ισχυροί κρατικοί θεσμοί (Εκκλησία, Δικαιοσύνη, συνδικαλισμός κ.ά.) είχαν βρει στον αντικομμουνιστικό λόγο ένα σκαλοπάτι αναβάθμισης και ένα δίαυλο συμμετοχής στην κρατική εξουσία. Αλλά και τα πλατιά λαϊκά στρώματα (εκτός φυσικά της ΕΑΜογενούς Αριστεράς) έβρισκαν στον αντικομμουνιστικό λόγο και στις πρακτικές καταστολής την πολιτική θαλπωρή, τη ραστώνη της συντηρητικής ένταξης, που είχαν απολέσει στα χρόνια της λαϊκής υπευθυνότητας και της λαϊκής ενεργοποίησης που είχαν αναδυθεί στα χρόνια της Αντίστασης και του Εμφυλίου. Έτσι, οι «εκσυγχρονιστές της Δεξιάς» (ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στις συνθήκες της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη), βρέθηκαν ανάμεσα στην αναπτυξιακή τους, και συνακόλουθα ειρηνευτική ιδεολογία και πολιτική, και την αντίσταση των κυρίαρχων θεσμών (όπως τους περιγράψαμε παραπάνω) που ανυποχώρητα και καθημερινά ενεργούσαν για τη διαιώνιση των εμφυλιοπολεμικών συνθηκών. Ήταν οι θεσμικές, συντεχνιακές και κοινωνικές δυνάμεις, που επιβλήθηκαν πάνω στους «εκσυγχρονιστές της Δεξιάς», διαιώνισαν, με αυξομειώσεις, την ισχύ της αντικομμουνιστικής Δεξιάς ως το 1967 και ηττήθηκαν το 1974, παρασύροντας στην αυτοκαταστροφή τους και την Κύπρο. Αλλά και στο χώρο της Αριστεράς (κομμουνιστικής και κεντρώας/φιλελεύθερης) τα πράγματα ήταν ιδιαιτέρως συγκεχυμένα, αντιφατικά και περίπλοκα και απαιτούν μία νέα επί–σκεψη, μία πράξη αναστοχασμού, που, δυστυχώς, δεν ευδοκιμεί στην σύγχρονη ιστοριογραφία μας. Πράγματι, η Αριστερά, όπως την ορίσαμε παραπάνω (κεντρώα/φιλελεύθερη, ΕΑΜογενής και κομμουνιστική) μπορούμε σήμερα να πούμε ότι υπερεκμεταλλεύθηκε το αποτρόπαιο γεγονός. Με πρωταγωνιστή τη μη κομμουνιστική Αριστερά, αλλά με οργανωτική ραχοκοκαλιά τις οργανώσεις της ΕΔΑ, αναπτύχθηκε ένα γιγαντιαίο δημοκρατικό κίνημα που ξεπέρασε κάθε προσδοκία, φίλων και αντιπάλων. Ήταν ένα ξάφνιασμα για όλους, αλλά τελικά, ένα ξάφνιασμα δεν σημαίνει ότι είναι ανεξήγητο ούτε και ότι μπορεί να μείνει απεριόριστα ανεξέλεγκτο. Πράγματι, οι συνθήκες ήταν πρόσφορες. Ο Γρηγόρης Λαμπράκης δεν ήταν κομμουνιστής και εύκολα τον οικειοποιήθηκε ο χώρος του Κέντρου που είχε αρχίσει να ανασυγκροτείται και να διεκδικεί την εξουσία. Αλλά και για την κομμουνιστική Αριστερά, το ίδιο επιχείρημα ήταν ανακουφιστικό. Της επέτρεπε να υπερασπίζεται τη δράση, και στη συνέχεια τη μνήμη, ενός μη κομμουνιστή αγωνιστή της ειρήνης και του αφοπλισμού και όχι ενός κομματικού στελέχους του ΚΚΕ που είχε δολοφονηθεί ή εκτελεστεί λόγω αυτής ακριβώς της ιδιότητάς του, όπως π.χ. ο Γιάννης Ζεύγος παλαιότερα, ο Νίκος Μπελογιάννης ή ο Νίκος Πλουμπίδης, μερικά χρόνια αργότερα. Άλλωστε το «κίνημα για την ειρήνη και τον αφοπλισμό», παρά την εμφανή σοβιετική καταγωγή του και τους διάφανους δεσμούς του με τη Μόσχα, αναπτυσσόταν σε ολόκληρο τον κόσμο ως ουδέτερη και ακηδεμόνευτη δημοκρατική οργάνωση και όχι ως επαναστατικό κομμουνιστικό κίνημα. Στην Ελλάδα όμως τα πράγματα ήταν διαφορετικά: το «μετωπικό» σχήμα κλασικό πολιτικό εύρημα της μετά–λενινιστικής περιόδου των κομμουνιστικών κομμάτων ήταν διαφανές αλλά και ιδιαιτέρως ορμητικό και οι εμφυλιογενείς συντηρητικές δυνάμεις δεν ήταν διατεθειμένες να υποχωρήσουν από τα κεκτημένα, τα υλικά αγαθά και τα συμβολικά προνόμια της αντικομμουνιστικής εθνικοφροσύνης. Έτσι μέσα σε συνθήκες μισαλλοδοξίας που απέρριπταν ακόμη και τις στοιχειωδώς ορθολογικές δυνάμεις της εκσυγχρονιστικής Δεξιάς, μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη επήλθε και ο πολιτικός θάνατος του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ένας θάνατος που πρέπει να το τονίσουμε, δεν περιείχε την ανάσταση του προσώπου (το 1974) και την ένταξή του στους δημοκρατικούς θεσμούς καθώς και την προσωπική του συμβολή στην αποκατάσταση της πολιτικής ομαλότητας. Ασφαλώς αυτή η κατοπινή του πορεία δεν πρέπει να είναι άσχετη με εκείνο τον πολιτικό θάνατο. Σε αυτή τη διαδικασία της αποδιοργάνωσης του πολιτικού ιστού της χώρας (δολοφονία Λαμπράκη, εκδίωξη Καραμανλή και άλλα), η κομμουνιστική Αριστερά δεν μπόρεσε να αυτοσυγκρατηθεί. Ανοίχτηκε σε έναν καθημερινό αγώνα μαζικής μεγέθυνσης ο οποίος ερμηνεύθηκε από τους αντιπάλους της ως ανατρεπτικός και έλαβε τη βίαιη απάντηση στις 21 Απριλίου 1967. Ίσως όλα αυτά όμως μας θυμίζουν με οδυνηρό τρόπο όσα συνέβησαν δύο δεκαετίες νωρίτερα, δηλαδή στο χρονικό διάστημα των λίγων μηνών από την Απελευθέρωση έως τα Δεκεμβριανά. Τότε η λεκτικές δηλώσεις της ηγεσίας του ΚΚΕ ότι το μαζικό δημοκρατικό (ΕΑΜικό) κίνημα των ατέρμονων διαδηλώσεων δεν συνιστούσε πρόκριμα ή διεκδίκηση αλλαγής του κοινωνικού συστήματος, δεν έπειθαν τους αντιπάλους και δεν απέτρεψαν την αντίθετη ερμηνεία και την αγγλική επέμβαση για την καταστολή του. Έτσι και τώρα, οι πολιτικές εκτιμήσεις των κυρίαρχων πολιτικά και κοινωνικά δυνάμεων, αποτιμούσαν τις πράξεις και όχι τα λόγια. Η σύγκρουση ήταν εγγεγραμμένη στο ίδιο το δίπολο: έγκλημα – δημοκρατικές διεκδικήσεις. Οι συνέπειες είναι γνωστές. Η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη και το μαζικό κίνημα που προκάλεσε, δημιούργησε αντισυσπειρώσεις στο χώρο της συντηρητικής Δεξιάς και λειτούργησε, μαζί με τα συναφή Ιουλιανά του 1965, ως πυλώνας για το πέρασμα από τον εμφύλιο στη δικτατορία και όσα καταστροφικά ακολούθησαν.
Ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος είναι Ιστορικός, ομότιμος Διευθυντής Ερευνών ΕΛΙΕ.

Aφιέρωμα στα 50 χρόνια από τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη



Από το  τεύχος του Ιουνίου 1963 , ΔΡΟΜΟΙ της Ειρήνης , κείμενα -αφιέρωμα στο  Γρηγόρη Λαμπράκη


1. Κείμενο του Γιάννη Ρίτσου
2.Ο Νεκρός - του Νικηφόρου Βρεττάκου

3. Δηλώσεις για τη δολοφονία 


4. Ο Γρηγόρης της κατοχής - του  Γεωργίου Θάνου




23 ΜΑΪΟΥ 1963 ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ ΤΗΝ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΓΡΗΓΟΡΗ ΛΑΜΠΡΑΚΗ, ΔΕΝ ΨΗΦΙΖΩ ΤΟΥΣ ΑΠΟΓΟΝΟΥΣ ΤΗΣ ΕΡΕ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΑΡΑΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΔΕΞΙΑΣ.


Γρηγόρης Λαμπράκης (1912 – 1963)

Γιατρός, αθλητής, πολιτικός, μα πάνω απ’ όλα αγωνιστής της Δημοκρατίας και της Ειρήνης. Γεννήθηκε στην Κερασίτσα Αρκαδίας στις 3 Απριλίου 1912. Μετά το τέλος των εγκύκλιων σπουδών του μετέβη στην Αθήνα και εισήλθε στην Ιατρική. Από τα εφηβικά του χρόνια ασχολήθηκε με τον αθλητισμό και αναδείχθηκε δέκα φορές βαλκανιονίκης στο άλμα εις μήκος, ενώ επί 23 χρόνια (1936-1959) κατείχε το πανελλήνιο ρεκόρ του αγωνίσματος.

Έλαβε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση, κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής. Το 1943 ίδρυσε την «Ένωση των Ελλήνων Αθλητών» και διοργάνωσε αγώνες, από τα έσοδα των οποίων τροφοδοτούσε τα λαϊκά συσσίτια. Μετά την απελευθέρωση ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Ιατρική και το 1950 αναγορεύθηκε υφηγητής στην έδρα της Μαιευτικής και Γυναικολογίας.

Στις εκλογές «της βίας και της νοθείας», όπως έμεινε στην ιστορία η εκλογική διαδικασία της 29ης Οκτωβρίου 1961, πολιτεύθηκε με το ΠΑΜΕ (Πανδημοκρατικό Αγροτικό Μέτωπο Ελλάδος), έναν συνασπισμό αριστερών δυνάμεων με επικεφαλής την ΕΔΑ και εξελέγη βουλευτής Πειραιά. Τον ίδιο χρόνο δραστηριοποιήθηκε στο ειρηνιστικό κίνημα και με δική του πρωτοβουλία ιδρύθηκε η «Ελληνική Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη» (ΕΕΔΥΕ).

Στις 21 Απριλίου 1963 η ΕΕΔΥΕ διοργάνωσε Πορεία Ειρήνης από τον Μαραθώνα στην Αθήνα. Η αστυνομία απαγόρευσε την πορεία και συνέλαβε πολλούς από τους διαδηλωτές, μεταξύ των οποίων και τον Μίκη Θεοδωράκη. Ο Λαμπράκης προστατευόμενος από τη βουλευτική του ασυλία, πραγματοποίησε μόνος την πορεία, κρατώντας ένα μικρό πανό με το σύμβολο της ειρήνης. Αμέσως μετά συνελήφθη από την αστυνομία.

Στις 22 Μαΐου 1963 ο Γρηγόρης Λαμπράκης παρέστη και μίλησε για την ειρήνη στη Θεσσαλονίκη. Μετά το τέλος της εκδήλωσης δέχθηκε δολοφονική επίθεση σε κεντρικό δρόμο της πόλης από τρίκυκλο, στο οποίο επέβαιναν οι ακροδεξιοί Σπύρος Γκοτζαμάνης και Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης. Τραυματίστηκε σοβαρά και πέθανε στις 27 Μαΐου 1963, σε ηλικία 51 ετών. Ο θάνατός του προκάλεσε αγανάκτηση στην κοινή γνώμη, οξύτατη πολιτική κρίση, αλλά και διεθνή κατακραυγή.

Την επομένη ένα πλήθος 500.000 ανθρώπων συγκεντρώ- θηκε στο Α’ Νεκροταφείο για το «Ύστατο Χαίρε». Γρήγορα, η συγκέντρωση μετατράπηκε σε διαδήλωση καταδίκης της δεξιάς κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Παλατιού.

Φυσικοί αυτουργοί της δολοφονίας Λαμπράκη ήταν ο Σπύρος Γκοτζαμάνης και ο Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης, αλλά η δικαστική έρευνα που διεξήγαγαν ο εισαγγελέας Παύλος Δελαπόρτας και ο νεαρός ανακριτής Χρήστος Σαρτζετάκης έφεραν στο φως σχέσεις των αρχών με ένα ακροδεξιό παρακράτος. Ο ανακριτής Σαρτζετάκης απήγγειλε, μάλιστα, κατηγορίες και εναντίον ανώτατων αξιωματικών της Χωροφυλακής. Οι φυσικοί αυτουργοί καταδικάσθηκαν τον Δεκέμβριο του 1966 σε πολυετή φυλάκιση και απελευθερώθηκαν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας.

Η δολοφονία Λαμπράκη επιτάχυνε τις πολιτικές εξελίξεις. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, αφού διερωτήθηκε «Ποιος κυβερνάει αυτό τον τόπο;» εγκατέλειψε την πρωθυπουργία και την πολιτική τον Ιούνιο του 1963 και αποσύρθηκε στο Παρίσι. Χιλιάδες νέοι ίδρυσαν τον πολιτικό οργανισμό «Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη», που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο προοδευτικό κίνημα της δεκαετίας του ’60. Πρώτος γραμματέας της οργάνωσης ανέλαβε ο Μίκης Θεοδωράκης.

Η ζωή και ο θάνατος του Γρηγόρη Λαμπράκη ενέπνευσε τον συγγραφέα Βασίλη Βασιλικό στο περίφημο πολιτικό του μυθιστόρημα με τον τίτλο «Ζ» (Εκδόσεις Λιβάνη). Το 1969 μεταφέρεται με μεγάλη επιτυχία στη μεγάλη οθόνη από τον σκηνοθέτη Κώστα Γαβρά, με πρωταγωνιστές τον Υβ Μοντάν, τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν και την Ειρήνη Παπά.

Ο Γρηγόρης Λαμπράκης με την προσωπικότητα και τη δράση του παραμένει και σήμερα ένα σύμβολο της Δημοκρατίας και του αγωνιζόμενου ανθρώπου κατά της πολιτικής καταπίεσης.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.sansimera.gr/biographies/164#ixzz1vapMB2xy

βιντεο


Δεν υπάρχουν σχόλια: