Παρασκευή 4 Μαρτίου 2011

Θ. Παπαγεωργίου: «Η χώρα χρειάζεται αισιοδοξία, θετική προσέγγιση, βεβαιότητα για το μέλλον»

Παρασκευή 04 Μαρτίου 2011
Με ρεαλιστικό και μεστό λόγο, αντικειμενική αποτύπωση της κρίσιμης οικονομικής συγκυρίας, αλλά και διατυπώνοντας συγκεκριμένες προτάσεις για την έξοδο από την σημερινή κρίση  μίλησε ο κ. Παπαγεωργίου στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση επί των σχεδίων νόμων: «Α. Κύρωση του Απολογισμού του Κράτους οικονομικού έτους 2009 και Β. Κύρωση του Ισολογισμού του.... Κράτους οικονομικού έτους 2009».
 
Μιλώντας για την κρίσιμη περίοδο αναμονής της Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε. στις 25-3-2011 και τα αποτελέσματά της τα οποία θα κρίνουν την πορεία της χώρας ο κ. Παπαγεωργίου είπε:
  «Είναι όντως κρισιμότατη η περίοδος την οποία περνά η χώρα μας, όμως, έχουμε –θεωρώ- θεοποιήσει την 25η Μαρτίου. Η 25η Μαρτίου και οι αποφάσεις όντως θα καθορίσουν τις συμπεριφορές των αγορών και εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση φανεί κατώτερη των δυνατοτήτων ή των ευθυνών ή των προσδοκιών, όντως οι αγορές θα αντιδράσουν και τότε το πρόβλημα, ιδιαίτερα σε χώρες υπερχρεωμένες όπως είμαστε εμείς, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία, θα είναι χειρότερο.
  Ωστόσο, η 25η Μαρτίου δεν είναι το τέλος του κόσμου. Έχουμε εμπειρία πια για το πώς λειτουργεί η Ευρωπαϊκή Ένωση. Λειτουργεί με μέσους όρους και υπό αυτή την έννοια είδαμε τις τελευταίες μέρες διάφορες απόψεις, απόψεις της κυρίας Μέρκελ και των Γερμανών, απόψεις που κατέθεσε ο κ. Ρομπάι και ο κ. Μπαρόζο χθες, που είναι πολύ πιο κοντά στις δικές μας προσδοκίες και στις δικές μας απόψεις.

  Υπό αυτή την έννοια θεωρώ ότι η επόμενη μέρα, η 26η Μαρτίου ό,τι και αν μας βγάλει ως τελικό αποτέλεσμα, δεν θα είναι η καταστροφή για τη χώρα μας. Αντίθετα, θεωρώ ότι μπορούμε ως χώρα να αντιπαλέψουμε αυτές τις δύσκολες συνθήκες με βάση τη στρατηγική, με βάση το πρόγραμμα και με βάση τους χειρισμούς που κάναμε  μέχρι σήμερα».
 
  Για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και ανάγκη δημιουργία κλίματος αισιοδοξίας ο κ. Παπαγεωργίου απευθυνόμενος στον αρμόδιο υπουργό Οικονομικών, επεσήμανε:
 
  «Κύριε Υπουργέ, πιστεύω ότι πέρα από το πλαίσιο της μακροοικονομικής εξυγίανσης, η χώρα ετούτη την περίοδο, επειδή ζει σε συνθήκες νευρικότητας, ζει σε συνθήκες απαισιοδοξίας, χρειάζεται και ένα νέο κλίμα, χρειάζεται μια βεβαιότητα για το μέλλον, επειδή δεν χάνονται όλα σε μία μέρα ή σε ένα χρονικό διάστημα ενός μηνός.
  Χρειάζεται θετική προσέγγιση του μέλλοντος, χρειάζεται αισιοδοξία, χρειάζεται βεβαιότητα. Και πιστεύω ότι η βεβαιότητα θα δημιουργηθεί, εάν απαντήσουμε σε τρία ερωτήματα:
  Το πρώτο ερώτημα αφορά –και είναι μια απάντηση η οποία δεν μπορεί να δοθεί άμεσα, αλλά πρέπει να τη συζητήσουμε σε αυτή την Αίθουσα- το γιατί οι αγορές, ενώ πήραμε όσα θεωρούνται απαραίτητα μέτρα, διαρθρωτικά μέτρα, δεν αντιδρούν θετικά και αντί να μειωθούν τα spreads, έχουμε αυτή τη νευρικότητα, έχουμε αυτή τη στάση των αγορών απέναντι στη χώρα μας. Είναι ένα μεγάλο ερώτημα.
  Η γνώμη μου είναι, ότι δεν αντιδρούν οι αγορές σε αυτή την συνταγή που μας είπε και η Τρόικα για τις διαρθρωτικές αλλαγές, το άνοιγμα των επαγγελμάτων, την απελευθέρωση των αγορών, γιατί δεν βλέπουν άμεση προοπτική για το χρέος της χώρας, δεν βλέπουν άμεση προοπτική για το τι θα προκύψει από τη διαχείριση του δημόσιου χρέους της χώρας μας. Αυτή είναι, νομίζω, η απάντηση.
  Έρχομαι στο δεύτερο ερώτημα. Τι θα γίνει με το χρέος; Είναι αλήθεια ότι είναι μια πρακτική παγκόσμια, είναι ένα απαύγασμα μιας εμπειρίας χρόνων, οι ρυθμίσεις υπερχρεωμένων χωρών, επιχειρήσεων, οργανισμών με έναν τρόπο μεσομακροθεσμοποίησης του χρέους και χαμηλού επιτοκίου. Είναι απαραίτητο τούτες τις μέρες όλες οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας να απαιτήσουν και να καταθέσουν σε όλα τα φόρα, σε όλους τους οργανισμούς, σε όλα τα κόμματα που συμμετέχουν, την πρότασή τους για να γίνει ρύθμιση του χρέους για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά και με ένα επιτόκιο καλό, γιατί ένα επιτόκιο, κύριε Υπουργέ, 2% για παράδειγμα, που είναι το επιτόκιο με το οποίο δανείζεται η Γερμανία, έστω 2,5% και μέχρι 3%, είναι ένα επιτόκιο που θα μας δώσει διαφορετικές δόσεις από αυτές τις δόσεις, τις οποίες καλούμαστε να πληρώσουμε μέχρι το 2014 ή το 2015. Διότι δεν είναι δυνατόν η χώρα μας να πληρώσει 21,5 δις τόκους μέχρι το 2015, αυτό το λίπος το τεράστιο. Αυτή τη μεγάλη δόση μπορεί να την πληρώσει η χώρα, η οποία αντιστοιχεί στο 10% του ΑΕΠ.;
  Βέβαια, υπάρχουν κάποιοι που λένε ότι και την περίοδο 1996-1997-1998 πληρώναμε τόκους της τάξης του 10% του ΑΕΠ. Μα, τότε ήταν άλλες οι συνθήκες. Τότε είχαμε ρυθμούς ανάπτυξης 5%. Τότε μπορούσαμε να καταφύγουμε στην υποτίμηση. Τότε μπορούσαμε να δούμε τη σταθερότητα που είχε το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό περιβάλλον.
  Σήμερα σε αυτές τις συνθήκες δεν μπορεί να πληρωθεί αυτό το δάνειο. Και ενώ υπάρχει απόφαση του Συμβουλίου Υπουργών που λέει «ναι» στην ρύθμιση αυτή, έχει σημασία τι είδους ρύθμιση θα γίνει. Έχει σημασία αν θα είναι 5%, ή 6%, αν θα είναι 2% το επιτόκιο, γιατί μέσα από τέτοια ρύθμιση υπάρχει και η μείωση όχι μόνο των δόσεων, αλλά του συνολικού δανεισμού. Και βέβαια οι μειωμένες δόσεις αντί να είναι 20% του ΑΕΠ να είναι 10% για να απελευθερώνουν πόρους για την ανάπτυξη. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα που πρέπει να κερδίσουμε στη συζήτηση που θα γίνει στις 25 Mαρτίου.
  Αλλά, νομίζω –και πρέπει να το τονίσουμε προς όλες τις κατευθύνσεις- ότι δεν είναι μόνο η ρύθμιση του χρέους αυτού του τύπου για δέκα χρόνια ή για δεκαπέντε με χαμηλό επιτόκιο. Γιατί το λέω; Η χώρα μας σήμερα εξαιτίας της επείγουσας ανάγκης, έχει στην ουσία βραχυπροθεσμοποιήσει όλο το δάνειο. Δηλαδή, πήραμε 110 δισεκατομμύρια δάνειο και πρέπει να τα πληρώσουμε σε τρία χρόνια. Γίνεται αυτό; Δεν γίνεται. Πρέπει να πάει πίσω το δάνειο. Δεν μπορεί να πληρωθούν αυτά τα δάνεια σε αυτούς τους χρόνους. Πρέπει όλοι να το καταλάβουν. Και το έχουν καταλάβει.
  Είναι πολύ εντυπωσιακή η συζήτηση που γίνεται στη Γερμανία από την Επιτροπή Σοφών. Είναι εντυπωσιακή η συζήτηση που γίνεται σε διάφορες εφημερίδες στη Γερμανία. Βέβαια, η Γερμανία είναι μπλοκαρισμένη, είναι αυτή που δίνει τη νότα των εξελίξεων, αλλά δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση και αυτή η διελκυστίνδα. Τώρα πρέπει να ρυθμιστεί το χρέος.
  Κύριε Υπουργέ, υπάρχουν και άλλες μέθοδοι και ήθελα να σας θέσω τα εξής ερωτήματα αναφορικά με το πώς διαχειριζόμαστε το χρέος: Γιατί δεν απαντάει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αγόρασε ή όχι ομόλογα ελληνικά από τη δευτερογενή αγορά στο 70%-80% της ονομαστικής αξίας; Τι θα κάνει με αυτά τα ομόλογα; Γιατί δεν μας βοηθάει να κάνουμε το περίφημο «κούρεμα»;
  Δεύτερον, κύριε Υπουργέ, υπάρχουν στη δευτερογενή αγορά αυτή τη στιγμή και πωλούνται καθημερινά ελληνικά ομόλογα; Έγινε χθες στην Ελλάδα από ελληνική τράπεζα πώληση ελληνικού ομολόγου, δεν ξέρω σε ποια τιμή; Το ξέρω μάλλον, αλλά καλό είναι να μην την αναφέρω.
  Λέω, λοιπόν. Κάποιοι στη δευτερογενή αγορά δεν περιμένουν τη λήξη του δανείου και θέλουν να το πουλήσουν στο 70%, γιατί το Ταμείο Αναχρηματοδότησης, αφ’ ης στιγμής υποστασιοποιήθηκε δεν μπορεί και δεν πρέπει να αγοράσει αυτά τα ομόλογα. Είναι εντυπωσιακή αυτή η συζήτηση. Είναι τρελή αυτή η συζήτηση που γίνεται στην Ευρώπη. Δηλαδή, μπορούν όλοι τα ομόλογα στη δευτερογενή αγορά να τα αγοράζουν και να τα πουλάνε στο 70%, εκτός του δημοσίου που τα έχει εκδώσει. Εάν θέλει κάποιος να πουλήσει –επαναλαμβάνω, ελληνική τράπεζα, όπως έγινε χθες στην Ελλάδα- γιατί να μην τα αγοράσει το ταμείο που φτιάχτηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να μειωθεί το χρέος, να γίνει το «κούρεμα» με αυτόν τον τρόπο που πραγματικά γίνεται; Διότι οι αγορές, κύριε Υπουργέ, έχουν προεξοφλήσει και λένε για το 70% της ονομαστικής αξίας που είναι στη δευτερογενή τα ομόλογα, άρα στην ουσία το χρέος είναι αντί τριακόσια πενήντα, κοντά στα διακόσια πενήντα, διακόσια είκοσι.
  Το τρίτο που θέλω να πω, κύριε Υπουργέ, είναι ότι πρέπει να καταλάβει σε αυτή τη συζήτηση η Ευρωπαϊκή Ένωση –και πρέπει να συμβάλουν όλα τα κόμματα- ότι το δεύτερο εξάμηνο του 2012 που θέλουμε να μπούμε στις αγορές, εάν δεν μπορέσουμε και τότε –και αυτό θα εξαρτηθεί από το τι χειρισμοί θα γίνουν στο δανεισμό της χώρας- το ταμείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να μπορεί να μας χρηματοδοτήσει με νέα δάνεια. Εάν δεν παρθούν αυτές οι αποφάσεις, δεν θα υπάρχει σταθερό πλαίσιο κίνησης, όχι της ελληνικής οικονομίας, γιατί οι 26 του μηνός είναι ημερομηνία κρίσιμη υπό την έννοια ότι αν δουν ότι δεν αποφασίζουν οι Ευρωπαίοι για τα δημοσιονομικά, τότε η επίθεση στο ευρώ θα είναι πολύ πιο μεγάλη και η αμφισβήτηση περί της ικανότητας της Ευρώπης θα είναι τεράστια.
  Έρχομαι σε ένα άλλο ερώτημα, κύριε Υπουργέ. Οι μεταρρυθμίσεις που κάναμε θεοποιήθηκαν στη χώρα μας. Εγώ είμαι υπέρ των μεταρρυθμίσεων, είναι σωστές οι μεταρρυθμίσεις, όμως, θα αποδώσουν αργότερα. Το άνοιγμα των επαγγελμάτων και τα υπόλοιπα θα αποδώσουν αργότερα.
  Θα σας βάλω και το εξής ερώτημα: Γιατί η χώρα την περασμένη δεκαετία έτρεχε με 5% αύξηση του Α.Ε.Π. με αγκυλώσεις στην αγορά; Δεν εμπόδιζε τότε το άνοιγμα των επαγγελμάτων; Άρα, μην καταφεύγουμε σε θεοποιήσεις. Δεν αναφέρομαι στην Κυβέρνηση. Λέω, λοιπόν, ότι οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν είναι σωστές, έπρεπε να γίνουν εδώ και χρόνια. Έγιναν τώρα. Θα αποδώσουν, αλλά δεν αποδίδουν άμεσα. Αυτό γιατί; Αυτό το ερώτημα αφορά το τι γίνεται με την ανάπτυξη της οικονομίας. Οι μεταρρυθμίσεις μην προσδοκούμε να λύσουν το πρόβλημα, δηλαδή να μπουν περισσότεροι δικηγόροι, περισσότερη απασχόληση, άρα αύξηση του Α.Ε.Π. κ.λπ.. Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα.
  Κύριε Υπουργέ, η αποκρατικοποίηση είναι μία μέθοδος. Όμως, θεωρώ ότι δεν θα αποδώσουν αυτά τα οποία αναμένει η Κυβέρνηση, πέρα από τη συζήτηση που έγινε πριν από μια εβδομάδα, η οποία ήταν παράλογη, ήταν σχιζοφρενική, για το αν θα πρέπει να πουληθούν. Τι θα πει «δεν πρέπει να πουληθούν»; Δεν πρέπει να πουληθούν μικρής αξίας κτίσματα στο κέντρο της Αθήνας, διαμερίσματα που έγιναν από δωρεές δωρητών της χώρας;
  Αυτά είναι παράλογα πράγματα! Είναι απαύγασμα μιας εμπειρίας που έχουν τα νοικοκυριά, οι τράπεζες, οι επιχειρήσεις. Έχουν ένα «νεκρό» περιουσιακό στοιχείο και το πουλάνε. Βέβαια η παγκόσμια τάση λέει ότι δεν πουλάς μεγάλης αξίας ακίνητα. Αντίθετα, χρησιμοποιείς άλλα εργαλεία, ιδιαίτερα χρηματοοικονομικά, το leasing, το lease back, για να τα κάνεις αξιοποιήσιμα μακροχρόνια. Έχεις μια έκταση παραλιακή; Τη δίνεις για εξήντα - εβδομήντα χρόνια. Βέβαια, αυτή είναι η τάση. Όμως δεν μπορούμε να ανοίγουμε μια συζήτηση και να λέμε ότι δεν πουλάμε σ’ αυτή τη χώρα.
  Και λέω και τούτο, κύριε Υπουργέ.  Όποιος τολμήσει να πουλήσει σήμερα θα διαπράξει έγκλημα στη χώρα. Η κεφαλαιοποίηση στο Χρηματιστήριο είναι 5 δισεκατομμύρια. Αν πουλήσεις μετοχές της «Εθνικής» είναι ξεπούλημα. Βγάζουν οι τράπεζες εκατομμύρια ακίνητα μεγάλης αξίας καθημερινά και δεν τα παίρνει κανένας. Τι συζήτηση κάνουμε σ’ αυτή τη χώρα; Ότι θα λύσει άμεσα το πρόβλημα;
  Και το τελευταίο που θέλω να πω είναι το εξής. Ανάπτυξη: Κύριε Υπουργέ, πρέπει το Υπουργείο –και το κάνει ο κ. Χρυσοχοΐδης εν τινι μέτρω- να πιάσει τις μεγάλες επιχειρήσεις στη χώρα, να δει πού θα «κουμπώσει» το ΕΣΠΑ και τα κονδύλια τα οποία θα διαθέσουμε για να πάμε σε ανάπτυξη. Οι ιδιώτες δεν θα κάνουν την ανάπτυξη. Πιστέψτε μας. Δεν τις χρηματοδοτούν οι τράπεζες, δεν ρισκάρουν σ’ αυτές τις συνθήκες της αστάθειας και της αβεβαιότητας. Νομίζω ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις, οι κρατικές, ή οι μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις, σε συμφωνίες με την Κυβέρνηση, μπορούν να προχωρήσουν. Το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων πρέπει να ενισχυθεί και εάν κάνουμε τη ρύθμιση και απελευθερωθούν πόροι, νομίζω ότι μπορεί να είναι η απάντηση.
  Πρέπει, λοιπόν, να πάμε σε επενδύσεις μεγάλης κλίμακας, για να δώσουμε ρυθμούς, για να «γυρίσει» η οικονομία. Γιατί σε μια οικονομία που μαστίζεται από την ύφεση -που πέρυσι είχε μείωση 4,5% του ΑΕΠ και φέτος προϋπολογίζουμε ότι θα έχει 3%- δεν μπορεί η ύφεση αυτή να θεραπευτεί, να αντιμετωπιστεί με μικροεπενδύσεις και γενικά με ευχές και ευχέλαια».        

Δεν υπάρχουν σχόλια: