Τρίτη 28 Ιουλίου 2009

ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ, Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ

ΣΑΒΒΑΤΟ 8 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2009


Η άποψη της Ι.Μ. Αγίου Διονυσίου για τη διαμάχη με το Δήμο Λιτοχώρου
1. Μικρό ιστορικό.
Τό Μοναστήρι ιδρύθηκε από τόν κτίτορά του Άγιο Διονύσιο τό 1543 ώς Πατριαρχικό καί Σταυροπηγιακό. Λόγω της προσωπικότητας του Αγίου Διονυσίου έγινε σύντομα ευρύτερα γνωστό καί ανέπτυξε μεγάλη πνευματική δραστηριότητα, κατά τό πρότυπο του ίδρυτοΰ του. Αιώνες πρίν, ή φήμη του, ξεπέρασε τά όρια του Έλλαδικοΰ χώρου, φτάνοντας ώς τήν Ρωσία. Παράλληλα τό Μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου έγινε αδιάσπαστο κομμάτι τής μακραίωνης ιστορίας, τής κοινωνίας καί τής παιδείας του τόπου καί συνδέθηκε μέ όλους τούς εθνικούς αγώνες.
Μέ τήν εγκατάσταση του Αγίου Διονυσίου στόν Όλυμπο ή Ελληνική αντίσταση στήν περιοχή αρχίζει νά παίρνει μεγάλες διαστάσεις. Δημιουργείται μιά Ελληνική περιοχή στόν Όλυμπο. Το Μοναστήρι συμμετέχει στήν Επανάσταση του 1821, στήν επανάσταση του Ολύμπου τό 1878 καί στόν Μακεδονικό Αγώνα. Γιά όλα αυτά υπέστη βαρύ τίμημα. Πυρπολήθηκε το 1790 καί τό 1828, από τουρκικά στρατεύματα καί ό ηγούμενος του κρεμάστηκε από τούς Τούρκους μαζί μέ 12 ακόμη μοναχούς στήν κεντρική πλατεία τής Λάρισας. Τό Μοναστήρι δέχεται τό τελευταίο ολέθριο πλήγμα τό 1943 από τά Γερμανικά στρατεύματα Κατοχής, όταν καταστρέφεται σχεδόν όλοκληρωτικά.
Μετά τήν τελευταία καταστροφή του 1943 οί παλιοί μοναχοί, όσοι επέζησαν, διασκορπίζονται. Τό Μοναστήρι διέρχεται μία βαθιά διοικητική κρίση καί κινδυνεύει νά διαλυθεί. Οί νέοι μοναχοί (δύο ή τρείς), απλοί άνθρωποι, προσπαθουν νά διατηρήσουν στήν ζωή τό Μοναστήρι. Τήν περιουσία του Μοναστηριού εΐναι φυσικό νά μή μπορουν νά τήν διαφυλάξουν σωστά.
Τό Μοναστήρι μέ τήν βοήθειά του Αγίου Διονυσίου ανασταίνεται, ανασυγκροτείται καί λειτουργεί καί πάλι ώς Κοινόβιο. Προκύπτει ή ανάγκη νά προστατεύσει τήν περιουσία του, τήν όποία παρέλαβε από τόν Άγιο Διονύσιο καί γιά τήν όποία εΐχε τίτλους από αιώνες.

2. Ή Μοναστηριακή περιουσία.
Ή Μοναστηριακή περιουσία εΐναι ίερό κειμήλιο πού ανήκει στόν Θεό, ίερά παρακαταθήκη πού παρέλαβαν τά Μοναστήρια άπό τούς αγίους κτίτορες καί τούς προηγουμένους πατέρες τους, οί όποίοι μέ προσωπικούς κόπους καί θυσίες τήν δημιούργησαν καί τήν διαφύλαξαν. Γί αυτό οί μοναχοί οφείλουν νά προστατεύσουν τήν περιουσία τών Μοναστηριών τους, στήν όποία εΐναι απλοί διαχειριστές. Από σεβασμό πρός τούς κτίτορες καί τούς προηγουμένους πατέρες. Από σεβασμό πρός τήν θέληση καί επιθυμία τών ευλαβών δωρητών οί όποίοι θέλησαν ή περιουσία τους νά περιέλθει καί νά παραμείνει στό Μοναστήρι. Από υποχρέωση στούς νόμους του κράτους αφου τά Μοναστήρια εΐναι ν.π.δ.δ. Τά υλικά πράγματα δέν εΐναι κακά από τήν φύση τους. Κακία «εΐναι ή εσφαλμένη χρήση τών νοημάτων, τήν όποία ακολουθεί ή κακή χρήση τών πραγμάτων», «καί σέ όλα τά πράγματα ή κακή χρήση εΐναι αμαρτία». Όποιαδήποτε άλλη διδασκαλία καταδικάσθηκε ώς αίρετική από τήν Εκκλησία.
Ή περιουσία εΐναι απαραίτητη γιά νά μπορουν τά Μοναστήρια νά εκπληρώσουν τούς σκοπούς τους, νά ασκουν τό πνευματικό, φιλανθρωπικό, κοινωνικό καί εκπαιδευτικό τους έργο, νά συντηρουν τούς μοναχούς τους, νά κτίζουν, καλλωπίζουν καί αποκαθιστουν τά κτίρια, νά διαφυλάττουν τά κειμήλια τους, νά προστατεύουν τήν ύπαρξη καί λειτουργία τους ελέγχοντας τίς χρήσεις του περιβάλλοντος χώρου τους, νά διακονουν τούς προσκυνητές τους. Στό νέο Μοναστήρι, αποκλειστικά μέ ιδίους πόρους, έγιναν σημαντικά έργα (Εκκλησία, Μουσείο, βιβλιοθήκη, αρχονταρίκι, αίθουσες συγκεντρώσεων) μέ σκοπό νά διαφυλαχθουν τά κειμήλια καί νά έξυπηρετηθουν οί προσκυνητές. Ύπό τήν ευθύνη ίερομονάχου τής Ιεράς Μονής λειτουργεί έδώ καί χρόνια μέ μεγάλη έπιτυχία, μονάδα απεξάρτησης ναρκομανών, οί όποίοι συναντώνται σέ χώρο πού τούς διαθέτει τό Μοναστήρι. Τό σπουδαιότερο έργο, ή αναστήλωση του παλιου Μοναστηριου (έκπόνηση μελετών, πλήρης αναστήλωση τής Εκκλησίας, αποκατάσταση παρεκκλησίων, έργασίες στερεώσεως σέ όλες τίς πτέρυγες, έργα υποδομής κ.λ.π.), προχωράει κυρίως μέ πόρους του Μοναστηριου καί προσωπική έργασία τών μοναχών καί μέ έλάχιστες κρατικές έπιχορηγήσεις. Δυστυχώς ό Δήμος Λιτοχώρου έκτός από κάποια χαλίκια γιά τό στρώσιμο του δρόμου, δέν πρόσφερε τίποτε γιά τήν αναστήλωση του κατεστραμμένου Μοναστηριου.
Τό Μοναστήρι δέν εΐναι καλό νά έπαιτεί συνεχώς καί νά έξαρτάται οικονομικά από τίς προθέσεις τών Ισχυρών. Εξασφαλίζει στά Μοναστήρια τήν έλευθερία τους, ή οικονομική αυτάρκεια. Όσοι θέλουν Μοναστήρια χωρίς περιουσία στήν ουσία δέν θέλουν νά υπάρχουν Μοναστήρια.
Οί πρόσφυγες μετά τήν Μικρασιατική καταστροφή καί οί περισσότεροι ακτήμονες σέ περιουσίες Μοναστηριών αποκαταστάθηκαν. Σέ περιουσίες πού άν δέν ανήκαν σέ Μοναστήρια τό πιό πιθανό εΐναι ότι θά εΐχαν γίνει λεία κάποιων έπιτηδείων. Στό παρελθόν έπανειλημμένα διατέθηκε περιουσία του Μοναστηριου μας σέ ακτήμονες ή γιά άλλους κοινωφελείς σκοπούς χωρίς τό Μοναστήρι νά εισπράξει καμιά αποζημίωση. Ενδεικτικά αναφέρουμε 5.004 στρέμματα στήν Πέλλα, 938,10 στρέμματα στόν Βαρικό καί πολλές άλλες μικρότερες εκτάσεις του Μοναστηριου καί τών Μετοχίων του.

3. Οί τίτλοι τής περιουσίας τού Μοναστηριού.
Οί τίτλοι τής περιουσίας του Μοναστηριου υφίστανται από αιώνες. Ξεκινουν από τήν έποχή του Αγίου Διονυσίου καί ανανεώνονται συνεχώς τά επόμενα χρόνια (1774, 1874, 1890, 1922, 1925, 1933 κ.λ.π.). Τά όρια πού περιγράφονται στούς τίτλους αυτούς έπιβεβαιώνονται από παλιούς κατοίκους του Λιτοχώρου, τόν Δημήτριο Φουντο, τόν Γεώργιο Κάκαλο, τό Νικόλαο Κλιτσινίκο καί τόν Αθανάσιο Νικόπουλο σέ κατάθεση πού δίνουν ένώπιόν του Ειρηνοδίκου Κατερίνης τό 1922.
Τό δάσος τής Μονής καί τά ακριβή όρια του, πού περιλαμβάνουν γνωστά καί αμετάβλητα στό χρόνο θέσεις καί μορφολογικά χαρακτηριστικά (ρέματα, ράχες, κ.λ.π.) όπως περιγράφονται στούς κατά καιρούς έκδοθέντες τίτλους του, τά λοιπά ιδιοκτησιακά έγγραφά του καί τίς μαρτυρικές καταθέσεις (του 1922 καθώς έπίσης καί προηγουμένων έτών) αναγνωρίζονται αμετάκλητα από τίς αποφάσεις 42/1922 καί 10/1925 του Διοικητικου Δικαστηρίου του Υπουργείου Γεωργίας καί μεταγράφονται στό Υποθηκοφυλακείο Κατερίνης. Πλήθος άλλων εγγράφων ξανα-επιβεβαιώνει τό γεγονός αυτό. Πρόσφατα τό Πρωτοδικείο Κατερίνης καί στήν συνέχεια τό Έφετείο Θεσσαλονίκης καί ό Άρειος Πάγος έκριναν τελεσίδικα καί αμετάκλητα υπέρ του Μοναστηριου κάποιες αμφισβητήσεις του Δημοσίου σέ 4.250 στρέμματα δασικής κυρίως έκτάσεως στήν θέση παλαιός Άγιος Δημήτριος (Κουτρες). Εΐναι πέρα από κάθε λογική ή προσπάθεια νά αμφισβητηθουν οί αποφάσεις αυτές, αποκλειστικά καί μόνο έπειδή στή σύνθεση του Πρωτοδικείου συμμετείχε καί ό πρώην Πρωτοδίκης Λ. Στάθης, διότι άν γίνει αυτό, τότε θά πρέπει νά αμφισβητηθουν καί όλες οί αποφάσεις στίς όποίες συμμετείχε κατά τήν διάρκεια τής σταδιοδρομίας του ό ανωτέρω δικαστής. Άλλωστε ό ίδιος ποτέ δέν υπήρξε μέλος του Έφετείου Θεσσαλονίκης ή του Αρείου Πάγου και φυσικά δεν ήταν δυνατόν νά επηρεάσει τίς αποφάσεις αυτές, οί όποίες εΐναι καί οί τελικές αποφάσεις.
Τελευταία κάποιοι προσπαθουν νά αμφισβη¬τήσουν τούς τίτλους του Μοναστηριου. Παρουσιά¬ζουν τήν μετάφραση ενός απ' αυτούς καί ισχυρίζονται ότι εΐναι πλαστή, διότι ό μεταφραστής του, καταδικάσθηκε δήθεν γιά πλαστογραφία τήν δεκαετία του 1920, χωρίς όμως νά παρουσιάζουν κάποιο έγγραφο πού νά αποδεικνύει ότι όντως ό αναφερόμενος μεταφραστής καταδικάσθηκε, γιά όσα του καταλογίζουν. Αλλά ό τίτλος αυτός πού έκδόθηκε τό 1890 δέν εΐναι ό μοναδικός πού υπάρχει. Υπάρχουν όλοι οί τίτλοι πού αναφέρθηκαν προηγουμένως. Ούτε εΐναι ή μοναδική μετάφραση. Τό 2005 μέ πρωτοβουλία του Μοναστηριου μεταφράσθηκε ξανά ό τίτλος από έπίσημη μεταφράστρια. Τό νέο περιεχόμενο τής μεταφράσεως εΐναι ίδιο μέ τό παλιό.
Ψευδώς ισχυρίζονται ότι ή σημερινή έκταση του δάσους του Μοναστηριου εΐναι δήθεν 60.000 στρέμματα καί ότι τό Μοναστήρι δήθεν διεκδικεί, τόν Μύτικα, τήν κορυφή του Ολύμπου καί κατέχει σχεδόν όλον τόν Όλυμπο. Στήν πραγματικότητα τό δάσος του Μοναστηριου εΐναι περίπου 29.000 στρέμματα καί αντιστοιχεί σέ λιγώτερο από τό 3% του όρεινοΰ όγκου του Ολύμπου. Από αυτά 20.500 στρέμματα ευρίσκονται υπό καθεστώς προστασίας (Εθνικός Δρυμός Ολύμπου, περιοχή Natura 2000), όπου έπιτρέπεται έλάχιστη ή καθόλου διαχείρηση.
Μέχρι σήμερα δέν απαγγέλθηκε καμμία κατηγορία έναντίον του Μοναστηριου, όσον αφορά τήν έγκυρότητα ή μή τών τίτλων καί τών λοιπών ιδιοκτησιακών έγγράφων του, πολύ περισσότερο δεν καταδικάσθηκε τό Μοναστήρι γιά κάτι τέτοιο. Άλλωστε όλα τά ανωτέρω έγγραφα, τό Μοναστήρι τά χρησιμοποιεί έδώ καί δεκαετίες, σέ κάθε μορφής καί βαθμου δικαστήρια (Άρειο Πάγο, Συμβούλιο τής Έπικρατείας, Έφετεία, Πρωτοδικεία κ.λ.π.), τά όποία, όλα ανεξαιρέτως, έχουν δεχθεί τήν έγκυρότητά τους. Θά ήταν παραλογισμός νά δεχθεί κανείς ότι δεκάδες δικαστήρια, διαφορετικου βαθ¬μου καί διαφορετικών συνθέσεων καί σέ διαφορετι¬κές έποχές έχουν, όλα ανεξαιρέτως, φερθεί, δήθεν ευνοϊκά στό Μοναστήρι ή ότι δήθεν έχουν εξαπατηθεί από αυτό.
Σέ όλη τήν ίστορία του τό Μοναστήρι, από τήν έποχή του Αγίου Διονυσίου μέχρι σήμερα, αντιμετώπισε στό Λιτόχωρο δύο μερίδες ανθρώπων. Αυτών πού τό πολεμουσαν καί αυτών (τών περισσοτέρων) πού τό αγαπουσαν καί τό σεβόταν βαθιά. Ό ίδιος ό Άγιος Διονύσιος διώχθηκε όταν, σύμφωνα μέ τόν Συναξαριστή τής αρχαίας ακολουθίας του, μερικοί κάτοικοι του Λιτοχώρου τόν διέβαλαν στόν Τουρκο διοικητή τής περιοχής, ότι κτίζει χωρίς τήν άδειά του Μοναστήρι καί ότι έτσι θά έχουν τόπο συγκεντρώσεως οί έπαναστα-τημένοι Έλληνες καί θά κινδυνεύουν δήθεν οί κάτοικοι τής περιοχής. Αναγκάσθηκαν βέβαια νά καλέσουν τόν Άγιο πίσω όταν παρατεταμένη ανομβρία έπληξε τόν τόπο τους μετά τήν φυγή του. Αλλά καί τά επόμενα χρόνια υπήρχαν παρενοχλήσεις καί καταπατήσεις τών κτημάτων του Μοναστηριου από μία μερίδα τών κατοίκων του Λιτοχώρου μέ αποτέλεσμα τό Οικουμενικό Πατριαρχείο νά έπέμβει πολλές φορές, στέλνοντας εξαρχίες καί νά αναγκασθεί νά έκδόσει κάποιες φορές καί αφορισμούς. Σέ μία από αυτές καί μετά τήν απόρριψη «τών παντοίων ειρηνοποιών καί συμβιβαστικών μέτρων πρός λύσιν τής πολυχρονίου ταύτης έριδος καί διαφοράς» πού εΐχαν προταθεί από τόν Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ιωακείμ καί τό Μοναστήρι, τό Οικουμενικό Πατριαρχείο προέβη τό 1877 στόν αφορισμό όσων κατοίκων του Λιτοχώρου καταπατουσαν τά Μοναστηριακά κτήματα.

4. Τό θέμα τών ιδιωτών.
Στήν δασική περιοχή του παλαιου Αγίου Δημητρίου, στήν περιοχή δηλαδή τών 4.250 στρεμμάτων γιά τήν όποία έκδόθηκαν οί πρόσφατες αποφάσεις του Αρείου Πάγου, τά τελευταία χρόνια δημιουργείται θέμα μέ διεκδικήσεις ιδιωτών σέ ακίνητά του Μοναστηριου. Τά ακίνητα αυτά εΐναι διάσπαρτες αγροτικές έκτάσεις συνολικου έμβαδου 200 περίπου στρεμμάτων. Σέ μερικούς από αυτούς τό Μοναστήρι παλαιότερα παραχώρησε προσωρινά μέ ή χωρίς αντάλλαγμα τήν χρήση κάποιων κτημάτων γιά νά μπορέσουν νά ανταπεξέλθουν στίς δυσκολίες πού περνουσαν. Μερικοί τά καλλιέργησαν περιστασιακά. Οί περισσότεροι τά εγκατέλειψαν. Άλλοι τά διεκδικουν. Χαρακτη¬ριστικά αναφέρεται ή περίπτωση του Β.Χ. Μέ ιδιωτικό συμφωνητικό που συντάχθηκε στίς 13 Φεβρουαρίου του 1888 τό Μοναστήρι εΐχε έκμισθώσει στόν πρόγονό του, έπίσης Β. Χ., στή θέση «Βλάχας Βρύση - Κουτρες» ένα χέρσο αγρόκτημα (δύο χωράφια). Μέ τό μισθωτήριο αυτό συμφωνητικό ό τότε μισθωτής Β. Χ., ανέλαβε τήν υποχρέωση, μέ δαπάνη του, «...νά ανοίξει δύο χωράφια δι' ιδίων έξόδων του καί νά τά νέμεται μή δίδων αντισπόρον διά μίαν δεκαετίαν εις τήν μονήν.». Μετά τή δεκαετία συμφωνήθηκε τά χωράφια νά μείνουν στήν κυριότητα του Μοναστηριου, χωρίς νά μπορουν νά μεταβιβασθουν σέ άλλον. Σήμερα έρχεται ό απόγονός του καί ισχυρίζεται ότι κατέχει τό ακίνητο λόγω κληρονομιάς.

5. Ή προτεινόμενη λύση.
Τό Μοναστήρι τά τελευταία χρόνια παρ' όλο πού δικαιώθηκε δικαστικά, χωρίς νά έχει νομική ή άλλη υποχρέωση, προτείνει λύσεις γιά τό θέμα πού προέκυψε, σύμφωνες μέ τήν έκκλησιαστική τάξη καί πράξη.
Σέ όσους μή νόμιμα κατείχαν κτήματα σέ απομακρυσμένες από αυτό περιοχές («Τσαρούχα» κ.λ.π.), τό Μοναστήρι προτίθεται νά τούς παραχωρήσει τά κτήματα αυτά, έστω καί άν δέν έχουν χαρτιά. Γιά τούς υπολοίπους, τών όποίων τά κτήματα βρίσκονται κοντά στό Μοναστήρι, προκειμένου νά έξασφαλισθεί ή ήσυχία του περιβάλλοντος χώρου του, νά τούς παραχωρηθουν αντίστοιχες έκτάσεις σέ άλλο μέρος του αγροκτήματος του Μοναστηριου, Ή παραχώρηση θά γίνει δωρεάν, χωρίς αντάλλαγμα, τηρουμένων τών νομίμων διαδικασιών. Μέ τόν τρόπο αυτό τό Μοναστήρι δείχνει στήν πράξη τό ένδιαφέρον του γιά όλους τους ανωτέρω ιδιώτες, οί όποίοι έτσι θά αποκτήσουν νομίμους τίτλους ιδιοκτησίας.
Όλα αυτά ήδη εΐχαν ανακοινωθεί από τό 2005 στό Νομαρχιακό Συμβούλιο Πιερίας πού εΐχε συγκληθεί ειδικά γιά τό θέμα αυτό, στά Μ.Μ.Ε. (πρόσφατα μάλιστα καί στήν έφημερίδα «Δημότης Λιτοχώρου» πού έκδίδει ό Δήμος Λιτοχώρου) καί μεμονωμένα σέ ένδιαφερόμενους κατοίκους.
Τέλος γιά τίς όποιες διαφορές υπάρχουν μέ τόν Δήμο Λιτοχώρου, προτείνουμε μέσα στά πλαίσια μιάς πολιτισμένης κοινωνίας πού ζουμε, νά γίνουν αμοιβαία σεβαστές οί όποιες τελικές αποφάσεις τών Ελληνικών (ή Ευρωπαϊκών) Δικαστηρίων.

6. Διακονήματα - δραστηριότητες τής Ί. Μονής.
Τό πρόγραμμα τών μοναχών χωρίζεται σέ τρείς ίσες χρονικές περιόδους. Ή πρώτη εΐναι αφιερωμένη στήν προσευχή, ή δεύτερη στήν έργασία (τά διακονήματα), καί ή τρίτη στήν μελέτη καί τήν ανάπαυση. Ό μοναχός μέ τό διακόνημα του έκφράζει έμπρακτα τήν αγάπη του πρός τούς συμμοναστές του. Δέν αποσκοπεί σέ προσωπικά όφέλη αλλά στό καλό του κοινοβίου. Πιστεύει στήν κοινωνική πλευρά τής έργασίας καί όχι στήν ιδιοτελή μορφή της. Ωφελείται πνευματικά καί σωματικά από τήν έργασία του, συντηρεί τό Μοναστήρι του καί συγχρόνως του δίνει τήν δυνατότητα νά μήν εξαρτάται από κανένα οικονομικό παράγοντα. Ή ευλάβεια καταστρέφεται από τήν όκνηρία καί όχι από τήν έργασία. Τό διακόνημα δέν παρεμποδίζει αλλά διευκολύνει τήν προσευχή. Ό Απόστολος Παυλος έργαζόταν χειρωνακτικά ό ίδιος ώς σκηνοποιός, γιά νά έξασφαλίζει τά αναγκαία πρός τό ζείν μή θέλοντας νά έπιβαρύνει κανένα. Απαγόρευση τής έργασίας υπήρχε μόνο από αίρετικές όμάδες όπως οί Μασσαλιανοί.
Τά αρχαία καί νεώτερα έκκλησιαστικά κείμενα αναφέρονται σέ πλήθος διακονημάτων όπως οί «υφάνται, ραφείς, σκυτοτόμοι, σκηνοποιοί, λε-πτουργοί, οικοδόμοι, αλιείς, χαλκείς, βορδονάροιοι, ναυπηγοί, ξυλουργοί, αμπελουργοί» καί ασχολίες όπως ή διαχείριση τών δασών, ή έξορυκτική, ή μεταλλευτική, ή αλατουργία, ή μελισσοκομία, ή κτηνοτροφία υπήρχαν ανέκαθεν στά Μοναστήρια. Έφ' όσον αυτές οί δραστηριότητες πραγματο¬ποιουνται από τά συντεταγμένα όργανα διοική¬σεως τών Μοναστηριών, εΐναι σύμφωνες μέ τήν
Νομοκανονική καί Εκκλησιαστική πράξη. Δέν τίς διαφοροποιεί δέ τό γεγονός ότι αυτές γίνονται μέ κάποιο σύστημα, μέ σύγχρονα τεχνικά μέσα καί έχουν κάποιο νομικό σχήμα, μέ τήν μορφή εταιρειών, προκειμένου νά εΐναι ή λειτουργία τους νόμιμη καί διαφανής καί νά τηρουνται οί φορολογικές καί άλλες υποχρεώσεις.
Τό Κοινόβιο, προσφέρει στόν μοναχό μέ τίς νυχθήμερες καί πολύωρες ακολουθίες, τήν κατ' ιδίαν προσευχή καί τό όλο έν γένει πρόγραμμά του, τό πλαίσιο μέσα στό όποίο ζεί (σύμφωνα μέ τά μέτρα του) τήν συνεχή παρουσία του Θεου. Όλα αυτά αποτελουν μία έγγύηση ότι ό μοναχός καί μέ τήν βοήθεια τών συμμοναστών του, μπορεί νά χρησιμοποιήσει σωστά τά υλικά πράγματα χωρίς νά εγκλωβισθεί σ' αυτά. Μεγαλύτερο κίνδυνο καί παρεκτροπή γιά τόν μοναχό αποτελεί ή αποκλειστική ένασχόλησή του μέ έναν δυτικου τύπου "κοινωνικό μοναχισμό", έναν τυπο μοναχισμου πού εΐναι ξένος μέ τήν Ορθόδοξη Παράδοση, τόν όποίο δυστυχώς κάποιοι μέσα στήν άγνοιά τους τόν προβάλλουν ώς πρότυπο.
Επομένως εΐναι εντελώς αβάσιμα καί κατά τήν γνώμη μάς συκοφαντικά, όσα, κατά καιρούς ακούγονται γιά τά διακονήματα καί τίς δραστη¬ριότητες τής Μονής, ότι δήθεν εΐναι έκτός της έκ-κλησιαστικής τάξεως, ότι δήθεν μετατρέπουν τόν οΐκο του Θεου σέ οΐκο έμπορίου καί όσα παρόμοια λέγονται. Μέ τόν τρόπο αυτό δέν πλήττονται μόνο τά πρόσωπα στά όποία αναφέρονται τά δημοσιεύματα, αλλά καί ό θεσμός του μοναχισμου γενικώτερα, αφου πράξεις καί ένέργειες πού γινόταν ανέκαθεν από τά Μοναστήρια κρίνονται σάν αντίθετες στήν διδασκαλία τής Εκκλησίας.
Άλλωστε εΐναι γνωστό ότι στό Μοναστήρι μας ανέκαθεν οί μοναχοί ασχολουνταν μέ τήν γεωργία καί τήν κτηνοτροφία καί παρήγαγαν τά σχετικά μέ αυτές προϊόντα.

7. Τό Μοναστήρι καί τό φυσικό περιβάλλον.
Ό μοναχός αναχωρεί από τόν κόσμο καί κατα¬φεύγει στήν φύση. Τό φυσικό περιβάλλον γίνεται τό σπίτι του. Ή στενή σχέση πού αναπτύσσει μέ τήν φύση ό μοναχός του δίνει τήν δυνατότητα νά εντάσσει αρμονικά τά μοναστηριακά κτίσματα στό περιβάλλον. Παράλληλα έπειδή αγαπάει καί σέβεται τό φυσικό περιβάλλον στό όποίο ζεί, κατορθώνει καί τίς ανάγκες διαβιώσεως του νά καλύψει καί νά προστατέψει αυτό.
Παράδειγμα δημιουργικής καί αρμονικής συνύπαρξης στόν χώρο του Έθνικοΰ Δρυμου Ολύμπου εΐναι ή παρουσία του Μοναστηριου του Αγίου Διονυσίου γιά 500 περίπου χρόνια, τό όποίο κατόρθωσε καί νά συντηρηθεί καί συγχρόνως νά προστατεύσει καί νά διαφυλάξει τήν ώραιότητα καί μοναδικότητα του χώρου στόν όποίο ευρίσκεται, γιά τόν όποίο όλοι καυχώμαστε σήμερα.
Άν έξετάσει κανείς αεροφωτογραφίες τής περιοχής, θα διαπιστώσει, ότι στήν περιοχή αυτή του Ολύμπου, μόνο τό δάσος πού ευρίσκεται υπό τήν προστασία του Μοναστηριου, φθάνει τόσο κοντά στήν θάλασσα. Σέ αντίστοιχες γειτονικές περιοχές δέν υπάρχουν πλέον δάση.
Επικριθήκαμε από τόν προηγούμενο δήμαρχο Λιτοχώρου τό 2004, ότι αποκλείσαμε τήν μελλοντική ανάπτυξη του Λιτοχώρου πρός τή μεριά του Ολύμπου. Άν εννοείται ανάπτυξη ή αλόγιστη ανοικοδόμηση καί τσιμεντοποίηση πού έγινε σέ άλλες περιοχές στίς παρυφές του Ολύμπου, στήν περιοχή του Λιτοχώρου, οί μελλοντικές γενεές θά μάς ευγνωμονουν πού αποτρέψαμε τέτοιες επεμβάσεις.
Άλλωστε ποτέ δέν εμποδίσαμε κάποιον νά απολαύσει τό φυσικό περιβάλλον του Ολύμπου. Αντίθετα διευκολύναμε μέ κάθε τρόπο τήν εξυπηρέτηση τών επισκεπτών καί ορειβατών του Ολύμπου (π.χ. δωρεά εκτάσεως στό Δημόσιο γιά τήν κατασκευή όρειβατικοΰ καταφυγίου στήν Πετρόστρουγγα). Σταθήκαμε όμως εμπόδιο στίς εμπορικές επιθυμίες κάποιων γιά τήν αλόγιστη ανάπτυξη τής περιοχής του Ολύμπου πού βρίσκεται υπό τήν προστασία του Μοναστηριου. Αυτός ίσως εΐναι καί ένας από τούς βασικούς λόγους πολεμικής κατά του Μοναστηριου.
Παράλληλα είμαστε οί μόνοι πού αντιδράσαμε γιά τήν επέκταση του πεδίου βολής αρμάτων Λιτοχώρου, διότι μέ τήν επέκταση αυτή κινδυνεύει σοβαρά τό μοναδικό φυσικό καί τό πολιτιστικό περιβάλλον του Ολύμπου, καθώς επίσης καί ή ζωή καί ή φυσική ακεραιότητα τών μοναχών, εργατών, επισκεπτών καί ορειβατών του Ολύμπου. Σεβόμαστε καί έκτιμοΰμε βαθιά τό έργο τών Ενόπλων Δυνάμεων, πιστεύουμε όμως ότι αυτό δέν πρέπει νά γίνεται εις βάρος τών φυσικών καί πολιτιστικών θησαυρών τής Πατρίδος μας, τήν στιγμή πού μπορεί νά γίνει τό ίδιο καλά σέ άλλες περιοχές. Γιά τόν λόγο αυτό προσφύγαμε στά αρμόδια δικαστήρια (Συμβούλιο τής Επικρατείας, Ειρηνοδικείο, Εισαγγελικές αρχές κ.λ.π.), προκειμένου νά μήν πραγματοποιηθεί ή έπέκταση του πεδίου βολής. Καί όλα αυτά παρόλο πού άν γίνει ή έπέκταση, θά δικαιούμαστε νά εισπράξουμε ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσό ώς αποζημείωση. Αλλά έκείνο πού μάς ένδιαφέρει, δέν εΐναι τά χρήματα, όσο ή προστασία τής περιοχής πού τήν θεωρουμε τό σπίτι μας καί τόν χώρο πού μάς συνδέει μέ τόν Άγιο Διονύσιο καί τούς προαπελθόντες πατέρες του Μοναστηριου.

8. Ή θέση του Μοναστηριού.
Ή παρουσία του Αγίου Διονυσίου καί του Μοναστηριου του στόν Όλυμπο γιά 500 περίπου χρόνια εΐναι μιά ίστορική πραγματικότητα. Τελευταία τό Μοναστήρι μας έχει γίνει στόχος καί τών ανθρώπων πού προσπαθουν νά αναβιώσουν τό αρχαίο δωδεκάθεο. Θεωρουν ότι δήθεν δέν συνάδει ή παρουσία του Μοναστηριου στόν χώρο του Ολύμπου. Εΐναι βέβαια δικαίωμα του καθενός νά πιστεύει ότι θέλει. Δέν μπορεί όμως κανείς νά αρνείται τήν ίστορία καί τό γεγονός ότι ό Άγιος Διονύσιος καί τό Μοναστήρι του έχουν συνδεθεί άρρηκτα μέ τήν περιοχή του Ολύμπου.
Στό παρελθόν έχουμε αρνηθεί προτάσεις, πού έγιναν μέ διάφορα οικονομικά ανταλάγματα, γιά τήν δημιουργία σέ έκτάσεις του Μοναστηριου, αναπαραστάσεως αρχαίας πόλεως - πνευματικου κέντρου έκ μέρους διαφόρων όργανώσεων καί σύλλόγων πού έκφράζουν δωδεκαθεϊστικές καί νεοειδωλολατρικές αντιλήψεις. Μήπως όλα αυτά έξηγουν καί τήν παρουσία τών όμάδων αυτών στήν πρόσφατη «ειρηνική» διαδήλωση κατά του Μοναστηριου;

9. Επίλογος
Ό Μοναχισμός εΐναι ένα σημείο αντιλεγόμενο. Πολλοί άνθρωποι τόν πολεμουν έπειδή δέν τόν κατανοούν. Άλλοι επειδή αντιλαμβάνονται τόν δυναμισμό του, προσπαθούν νά τόν καταστήσουν ακίνδυνο καί ανενέργητο, νά τόν υποβιβάσουν στήν μορφή ενός φιλανθρωπικού σωματείου ή μιας κοινωνικής οργανώσεως. Άλλοι μέ τήν βαθύτερη αίσθηση πού διαθέτουν τόν πλησιάζουν καί βρίσκουν λύση στά υπαρξιακά προβλήματά τους. Κατανοούν ότι δημιουργεί ελεύθερα πρόσωπα καί όχι ελεγχόμενα άτομα. Γι' αυτό τόν αγαπούν καί τόν σέβονται απεριόριστα.
Σάν μοναχοί έχουμε τήν αίσθηση ότι δέν είμαστε ισάξιοι των παλαιοτέρων αλλά καί των νεωτέρων αξίων μοναχών. Γνωρίζουμε ότι καί εμείς σάν άνθρωποι συχνά σφάλουμε. Ωστόσο προσπαθούμε νά ακολουθούμε τούς Πατέρες μας. Δέν περιμένουμε νά ακούσουμε επαίνους ούτε καταξίωση τοΰ έργου μας. Δέν μας ενοχλεί ή καλόπιστη κριτική. Ό μοναχικός βίος εΐναι ταπείνωση, "άσκηση σώματος καί αφάνεια ψυχής". Δέν έχει ανάγκη από διαφήμιση. Τό έργο τοΰ καθ' ενός "οποίον εστίν τό πΰρ δοκιμάσει" καί «Πάσα φυτεία ήν ουκ εφύτευσεν ό πατήρ μου ό ουράνιος εκριζωθήσεται».
Σέ θέματα όμως πού αφοροΰν τήν ακρίβεια τής πίστεως μας καί τόν θεσμό τοΰ μοναχισμοΰ είμαστε ανυποχώρητοι. Δέν έχουμε ούτε τήν διάθεση ούτε τό δικαίωμα νά θυσιάσουμε στό ελάχιστο, ό,τι κράτησε τό Μοναστήρι μας σέ ζωή εδώ καί πέντε αιώνες. Πρέπει νά γίνει κατανοητό από όλους πώς ό,τι παραλάβαμε από τήν μοναχική παράδοση, τήν παράδοση τοΰ Μοναστηριοΰ μας καί τούς προαπελθόντες πατέρες του καί κυρίως από τόν κτίτορα καί προστάτη μας Άγιο Διονύσιο τό θεωροΰμε αδιαπραγμάτευτο.
Τήν θέση μάς αυτή τήν επιβάλει τό χρέος μας πρός τόν Θεό, τόν Άγιο Διονύσιο καί τίς μελλοντικές γενεές καί όχι κάποια προσωπική αντίθεση ή αντιπαλότητα. Γιά τόν λόγο αυτό τελειώνοντας θά θέλαμε νά απευθύνουμε πρόσκληση γιά συνεργασία πρός τόν Δήμο Λιτοχώρου, τούς φορείς τής περιοχής, αλλά καί όλους τους πολίτες, όχι μόνο γιά τήν έπίλυση τών προβλημάτων πού υπάρχουν αλλά καί γιά δημιουργική συνεργασία μεταξύ μας, γιά τό καλό του τόπου.
ΚΡΑΧΤΗΣ (kraxtis-gr.blogspot.com)

Δεν υπάρχουν σχόλια: