Πέμπτη 31 Μαΐου 2012

Ομιλία του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελου Βενιζέλου στη Νέα Ιωνία - ΒΙΝΤΕΟ


Πέμπτη 31 Μαίου 2012
Φίλες και φίλοι, η βροχή μας τα χάλασε, αλλά έστω και υπό έκτακτες συνθήκες σ’ αυτό το..
φιλόξενο κλειστό χώρο, χαίρομαι γιατί βρισκόμαστε εδώ στη Νέα Ιωνία, μια πόλη των προσφύγων, μια πόλη ανθρώπων του καθημερινού μόχθου αλλά με την αξιοπρέπειά τους, με την υπερηφάνεια τους. Γιατί τέτοιος είναι ο ελληνικός λαός, αξιοπρεπής, υπερήφανος, ανθεκτικός, αλλά θέλει να νιώθει ότι υπάρχει δικαιοσύνη, ασφάλεια και προοπτική.
Ευχαριστώ πολύ τον αγαπημένο μου φίλο τον Γιάννη Χαραλάμπους για τα θερμά λόγια που είπε, για την αγάπη του, για την εμπιστοσύνη του. Μας συνδέουν κοινοί αγώνες, έχουμε κάνει μαζί μια μεγάλη προσπάθεια πριν από χρόνια για την στήριξη της πραγματικής οικονομίας στο Υπουργείο Ανάπτυξης. Τον παρακολουθώ χρόνια στη διαδρομή του, μια καθαρή, αγωνιστική διαδρομή η οποία τον έφερε ξανά εδώ σε ένα δεύτερο κύκλο στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Είναι ταυτισμένος με τη περιοχή, είναι ταυτισμένος με τη Νέα Ιωνία.
Σας ευχαριστώ, όλες και όλους ,λοιπόν γιατί είστε εδώ στον αγώνα αυτό που δίνουμε για την πατρίδα, όχι μόνο ή κυρίως για την παράταξη. Αλλά εσείς ,δημοκράτες και προοδευτικοί άνθρωποι, άνθρωποι της κεντροαριστεράς, ξέρετε πως ό,τι σημαντικό, ό,τι θετικό έχει γίνει στον τόπο αυτό ιστορικά συνδέεται με την μεγάλη δημοκρατική προοδευτική παράταξη, με το μεγάλο ιστορικό ρεύμα που εξέφρασαν φυσιογνωμίες, ηγέτες, όπως ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Γέρος της Δημοκρατίας, ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Βέβαια, πολλοί πολίτες που ανήκουν συναισθηματικά, ιδεολογικά στο χώρο μας, μας έστειλαν ένα σκληρό μήνυμα στις 6 Μαΐου. Δεν μας ψήφισαν, μας απέρριψαν, εξέφρασαν την διαφωνία τους, την οργή τους, την αγανάκτησή τους. Μας είπαν πως δεν αντέχουν άλλο θυσίες, περικοπές, ύφεση, ανεργία.
Αλίμονο όμως αν πιστέψει κανείς μέσα στη ψυχή του ότι το ΠΑΣΟΚ -και οποιοδήποτε άλλο θα έλεγα δημοκρατικό κόμμα, αλλά ειδικά το ΠΑΣΟΚ με τις ευαισθησίες του και τη διαδρομή του- θα μπορούσε ποτέ να κάνει μια επιλογή, ιδεολογική και πολιτική, εχθρική για τους πολίτες, μια επιλογή υπέρ της ανεργίας, υπέρ της περικοπής των εισοδημάτων, υπέρ της αμφισβήτησης δικαιωμάτων και κεκτημένων που είναι αποτέλεσμα αγώνων. Αν είναι ποτέ δυνατόν να υποθέσει κανείς ότι το ΠΑΣΟΚ μπορούσε να κάνει μια επιλογή αντιαναπτυξιακή, υπέρ της ύφεσης, υπέρ της ανεργίας.
Ποιος θα ήθελε να υποστεί αυτή την πολιτική φθορά, να πληρώσει αυτό το τεράστιο πολιτικό κόστος, να χάσει ένα τόσο μεγάλο μέρος της δύναμής του μέσα σε λίγα χρόνια, μέσα σε δυόμισι χρόνια και να βρισκόμαστε τώρα ξανά στο ξεκίνημα το αναγκαστικό του ΠΑΣΟΚ, στο σημείο από το οποίο ο Ανδρέας ξεκίνησε το 1974 για να κάνει πράξη την Αλλαγή σε λίγα χρόνια το 1981.
Γιατί συνέβη αυτό; Αυτό συνέβη γιατί αναλάβαμε μόνοι μας –κακώς, το έχω πει κατ’ επανάληψη- να σηκώσουμε ένα τεράστιο ιστορικό βάρος, να διαχειριστούμε μια βαθιά πολυεπίπεδη κρίση, δηλαδή να λύσουμε όλα τα προβλήματα της χώρας. Και όταν λέω της χώρας δεν εννοώ του κράτους, εννοώ της οικονομίας, της κοινωνίας, τα οποία υπήρχαν στο υπόστρωμα της δημόσιας ζωής εδώ και δεκαετίες. Πολλά απ’ αυτά, από τότε που γεννήθηκε το ανεξάρτητο ελληνικό κράτος. Άλλα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο κατά τη διάρκεια των μαύρων δεκαετιών του ’50 και του ’60, άλλα προέκυψαν στη δικτατορία και άλλα βεβαίως γεννήθηκαν και γιγαντώθηκαν τα τελευταία 38 χρόνια της μεταπολίτευσης, τα χρόνια τα πιο ευτυχισμένα για τον τόπο, τα πιο δημιουργικά, αλλά ταυτόχρονα και τα πιο αμέριμνα.
Γιατί όταν έπρεπε να κατανοήσουμε δυσκολίες, να λύσουμε προβλήματα, να διορθώσουμε λάθη δεν το κάναμε και δεν το κάναμε ούτε όταν είχαμε τη μεγάλη τομή στην πορεία μας προς την πρόοδο που ήταν η ένταξη της Ελλάδας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση, η ένταξη της Ελλάδας στο ευρώ το 2000. Άλλαξαν τα πάντα τότε. Άλλαξε η λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, έπεσαν τα επιτόκια, ήταν εύκολος ο δανεισμός, οικοδομήσαμε δυστυχώς την ανάπτυξή μας στον δημόσιο και ιδιωτικό δανεισμό, στην κατανάλωση.
Η χώρα χωρίς να το καταλαβαίνει σιγά–σιγά έπαψε να παράγει. Γίναμε μια χώρα βασισμένη σε πολύ μεγάλο βαθμό στις εισαγωγές με ένα κολοσσιαίο έλλειμμα του ισοζυγίου εμπορικών συναλλαγών, του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, ένα έλλειμμα που το 2007, όταν η Ελλάδα μέσα στην «τρελή χαρά» γιόρταζε δήθεν το Έτος Ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, είχε φθάσει το 15% του ΑΕΠ. Δηλαδή είχε ξεπεράσει κάθε προηγούμενο για μια δυτική οικονομία ,για μια κοινωνία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για μια οικονομία η οποία μπορούσε να σταθεί στα πόδια της και να έχει κάποια προοπτική.
Γιατί δεν είναι μόνο το περιβόητο δημοσιονομικό έλλειμμα. Δεν είναι μόνον το γεγονός ότι η φοροδιαφυγή και η παραοικονομία τινάζει στον αέρα τα δημόσια οικονομικά και επιβάλει το νόμο της ζούγκλας ,αντί να λειτουργεί στοιχειώδης κοινωνική δικαιοσύνη και αναδιανομή του πλεονάσματος που παράγει ο ελληνικός λαός, δεν είναι μόνον το χρέος που ήταν ένα αναγκαστικό δάνειο που κάναμε από την επόμενη γενιά, από τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας , ήταν και τα τρία μαζί.
Έλλειμμα παραγωγής, όχι μόνο έλλειψη στην ανταγωνιστικότητα και μειωμένη παραγωγικότητα. Εκτροχιασμός δημοσιονομικός, απουσία φορολογικού συστήματος, μια χύμα κατάσταση, χωρίς στοιχεία λογικής, αναπτυξιακά και κοινωνικά. Και ταυτόχρονα συσσώρευση δημοσίου χρέους που είχε γίνει από ένα σημείο και μετά ανεξέλεγκτο, μη χρηματοδοτούμενο.
Έχουμε και εμείς τις δικές μας ευθύνες για τις οποίες έχουμε μιλήσει. Έχουμε κυβερνήσει τον τόπο πολλά χρόνια. Αλλά ξέρετε, υπάρχει ο καιρός του σπείρειν και ο καιρός του θερίζειν. Δεν είναι όλος ο καιρός ίδιος. Ούτε κατανέμονται οι ευθύνες με βάση τα χρόνια, γιατί μπορείς και σε μια μέρα να κάνεις την ζημιά. Μπορείς και με την αίσθηση ότι κάτι αλλάζει και αλλάζει σε αρνητική κατεύθυνση να προκαλέσεις ζημία. Μπορείς με τον άνεμο μιας απειλής πως  μπορεί η χώρα να μην είναι σταθερή και ασφαλής, να προκαλέσεις πολύ μεγάλη βλάβη, ακόμα και αν η πρόθεσή σου δεν είναι αυτή. Και αν έχεις την ψευδαίσθηση ότι μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση κανείς δεν πρόκειται από ένα σημείο και μετά, να σε αμφισβητήσει ή να σε θίξει, πως έχεις ένα θώρακα, τότε μπορεί πραγματικά να χάσεις τον έλεγχο των καταστάσεων γιατί έχεις έλλειψη προνοητικότητας.
Και αυτή η έλλειψη προνοητικότητας, η αμεριμνησία, φάνηκε το 2008 όταν σε όλες τις δυτικές χώρες ξέσπασε η κρίση, έγινε ολοφάνερη, ως κρίση τραπεζική, χρηματοοικονομική και έπεσαν τα κράτη να στηρίξουν τα τραπεζικά συστήματα μετατρέποντας την τραπεζική κρίση σε κρίση δημοσιονομική, σε κρίση χρέους κυρίως ,σε ορισμένες χώρες και ελλείμματος. Αλλά στην Ελλάδα επικρατούσε η αντίληψη του κ. Καραμανλή και του κ. Αλογοσκούφη, πως είμαστε μια όαση, πως το δικό μας σύστημα δεν είναι εκτεθειμένο σε επικίνδυνα και παράγωγα προϊόντα, πως «μη φοβάστε, θα τα βγάλουμε πέρα».
Φορτώθηκε συνεπώς το ΠΑΣΟΚ μια τεράστια ευθύνη. Άλλα περίμενε ο λαός και άλλα αποφάσισε η κυβέρνηση, γιατί είχαν αλλάξει ριζικά οι συνθήκες. Και δεν ζητήσαμε την συστράτευση όλων των πολιτικών δυνάμεων, δεν ζητήσαμε ξανά πράγματι νωπή και ρητή εντολή του ελληνικού λαού. Θεωρήσαμε ότι μπορούμε να πορευθούμε έτσι. Και αυτό ήταν ένα κολοσσιαίο, ένα τραγικό ιστορικό λάθος.

Χωρίς να λέμε λεπτομέρειες για το τι και πώς συνέβη την περίοδο εκείνη,είχε επικρατήσει η αίσθηση πως πρέπει να αναλάβουμε αυτό το βάρος, γιατί η χώρα θα σωθεί και θα μας το ανταποδώσει μέσα από την ανάπτυξή της, μέσα από την αποκατάσταση των εισοδημάτων, μέσα από την αποκατάσταση του θετικού ρυθμού ανάπτυξης.
Αλλά τα πράγματα είχαν πολύ μεγαλύτερο βάθος. Είχε διαβρωθεί όλο το υπέδαφος και έτσι βρεθήκαμε πραγματικά μέσα σε ένα τούνελ, το οποίο τώρα πρέπει να δούμε πώς μπορεί να μας οδηγήσει ξανά σε ένα ξέφωτο ανάπτυξης, απασχόλησης, προοπτικής και ασφάλειας.
Τι μας λέει ο ελληνικός λαός; Ο ελληνικός λαός μας λέει απλά πράγματα. Μας λέει πως θέλει η χώρα βεβαίως να είναι ευρωπαϊκή, σταθερή, ασφαλής, μέσα στο ευρώ. Δεν νομίζω ότι ισχύει το δίλημμα «ευρώ ή δραχμή». Το απαντάει ο ελληνικός λαός.
Αλλά, ξέρετε καμιά φορά ακόμα και χωρίς να υπάρχει καθαρή πρόθεση, ακόμη και κατά λάθος όταν έχεις να κάνει με πολύπλοκους, μη ορθολογικούς μηχανισμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, μπορεί να βρεθείς σε αδιέξοδο. Γιατί δεν αρκεί να πείσεις την κα Merkel ή να πείσεις τον νέο Γάλλο Πρόεδρο που έχει τόσο φιλική διάθεση απέναντι στην Ελλάδα- διάθεση φιλική που την εκδήλωσε καλώντας με στο Παρίσι την προηγούμενη εβδομάδα- πρέπει να πείσεις και άλλους. Πρέπει να πείσεις τους μικρότερους, πρέπει να πείσεις το Κοινοβούλιο και τα κόμματα στη Φιλανδία, στην Ολλανδία, στην Εσθονία, στη Σλοβακία, στη Σλοβενία, στη Μάλτα. Το σύστημα είναι πραγματικά περίπλοκο και αργεί να πάρει αποφάσεις. Δεν αντιδρά με την ταχύτητα που πρέπει.
Κυκλοφόρησε χθες μια έκθεση της Διεύθυνσης Μελετών της Εθνικής Τράπεζας, που παρουσιάζει την κατάσταση αν η χώρα φύγει από το ευρώ και γυρίσει στο εθνικό της νόμισμα, όχι στην αγαπημένη μας παλιά δραχμή, αλλά σε μία νέα δραχμή πληθωριστική, μια δραχμή της ανεργίας, μια δραχμή της ύφεσης.
Γιατί η ισοτιμία θα είναι τραγική. Σε πραγματικούς όρους θα υπάρξει μια υποτίμηση της τάξεως του 65%, γιατί η ύφεση θα ξεπεράσει το 35% και θα τείνει προς το 40%. Γιατί τα επιτόκια και ο πληθωρισμός θα ξανανέβουν εκεί που τα βρήκαμε το 1993 όταν ξεκίνησε η μεγάλη προσπάθεια για την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ, με πληθωρισμό 14% και επιτόκια 25%. Μόνον που τώρα θα είναι ο πληθωρισμός 25% και βάλε και τα επιτόκια μπορεί να τείνουν προς το 50%.
Αυτή είναι μια ζοφερή κατάσταση, την οποία δε θέλει κανείς να ζήσει και πιστεύω ότι δε θα ζήσει η χώρα, γιατί ο λαός θα κάνει επιλογές που θα αποτρέψουν τον κίνδυνο η χώρα να βρεθεί εκτός ευρώ και εκτός ευρωζώνης.
Αυτή όμως η έκθεση της Εθνικής Τράπεζας, είδα ότι προκάλεσε την αντίδραση κάποιου κόμματος. Γιατί; Έχει κανείς τη μύγα να μυγιαστεί; Αφού όλοι είμαστε, υποτίθεται υπέρ του ευρώ, υπέρ της Ευρώπης, με ασφάλεια, χωρίς να θέτουμε σε κίνδυνο τα κεκτημένα του ελληνικού λαού, το αποτέλεσμα του ιδρώτα και του κόπου που έχουν κάνει οι Έλληνες.
Αυτή την έκθεση πρέπει να τη διαβάσουμε αντίστροφα. Αν κάτι προσφέραμε στη χώρα παρά την οργή, παρά την αγανάκτηση, παρά τη μείωση των μισθών, ακόμη και των συντάξεων, παρά τη μείωση στις τιμές των ακινήτων, εάν κάτι προσφέραμε παρά την ανεργία και την ύφεση η οποία ξεκίνησε το 2007 όχι το 2010, είναι αυτό ότι αποτρέψαμε αυτή την εικόνα, ότι η χώρα δε βιώνει αυτήν την κόλαση.
Θα μου πείτε, πώς μπορείς να συγκρίνεις μια έκθεση, ένα κείμενο, ορισμένες έννοιες, ορισμένους αριθμούς, με το βίωμα του άλλου που είναι άνεργος, ή που κλείνει την επιχείρησή του, ή που βλέπει το παιδί του να έχει σπουδάσει και να μη βρίσκει δουλειά, ή βλέπει να έχει στην τσέπη του πολύ λιγότερα λεφτά από όσα είχε προγραμματίσει. Αυτή όμως είναι η αλήθεια. Η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα είναι σταθερά μέσα στο ευρώ και πρέπει να παραμείνει μέσα στο ευρώ.
Γι’ αυτό εμείς θέτουμε το πραγματικό δίλημμα των εκλογών, το ρεαλιστικό δίλημμα. Υπάρχουν δυο γραμμές που συγκρούονται:
-          Η μια είναι η γραμμή της μονομερούς καταγγελίας της δανειακής σύμβασης. Εμείς θεωρούμε ότι αυτή η γραμμή παίζει με τη φωτιά. Γιατί δεν μπορείς να λες στον άλλον ότι «εγώ σου καταγγέλλω τη δανειακή σύμβαση, εσένα όμως σου επιβάλλω να μου δίνεις αυτά που μου έχεις υποσχεθεί, να μου καταβάλλεις κανονικά τα κονδύλια» για ποιο πράγμα; Για να στηρίζονται οι τράπεζες -όχι οι τραπεζίτες- και άρα οι καταθέσεις του ελληνικού λαού, τα 170 δισεκατομμύρια ευρώ που έχουν απομείνει στις τράπεζες, για να στηριχθεί η ρευστότητα στην αγορά και άρα η απασχόληση, για να ξεμπλοκαριστούν τα μεγάλα έργα, για να  γίνουν επενδύσεις, να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας.
Να δώσουμε μια απάντηση στον μικρό επιχειρηματία που περιμένει να κινηθεί η αγορά, να δώσουμε μια απάντηση στον άνεργο που περιμένει να δημιουργηθεί μια θέση εργασίας, να δώσουμε απάντηση στον μέσης ηλικίας εργαζόμενο που φοβάται ότι αν κλείσει η επιχείρηση ή αν χάσει τη δουλειά του δε θα βρίσκει πουθενά δουλειά να συμπληρώσει τα ένσημά του, να συμπληρώσει τον ασφαλιστικό του βίο.
-          Και η άλλη γραμμή, η γραμμή που προτείνουμε εμείς, η γραμμή της οργανωμένης και θαρραλέας αναθεώρησης των δυσμενών όρων της σύμβασης, αυτών που περιορίζουν το εισόδημα, αυτών που τροφοδοτούν την ύφεση, που ενισχύουν δυστυχώς την ανεργία, αλλά κρατώντας όλα τα θετικά γιατί ναι, υπάρχουν πάρα πολλά θετικά.
Και αυτή η γραμμή, η γραμμή της αναθεώρησης είναι η γραμμή που συσπειρώνει τους ευρωπαίους σοσιαλιστές, είναι η γραμμή που στηρίζουν όλοι οι ομόλογοί μου οι Αρχηγοί των σοσιαλιστικών κομμάτων της Ευρώπης, είναι η γραμμή που στηρίζει ο Πρόεδρος Hollande, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο Martin Schulz.
Είναι η γραμμή που στηρίζουν 50 μεγάλες προσωπικότητες της Ευρώπης, παλιοί Πρωθυπουργοί, Οικονομολόγοι, με σημερινή δήλωσή τους. Είναι η γραμμή που στηρίζουν 20 Νομπελίστες ιδίως από το χώρο της ιατρικής που έκαναν δήλωση υπέρ της Ελλάδας.
Έχουμε συμμάχους, όχι μόνον στα κόμματα και τις κυβερνήσεις σιγά-σιγά, αλλά έχουμε συμμάχους και στην κοινωνία ,στη διεθνή κοινή γνώμη.

Αλλά για να το καταλάβουμε αυτό, πρέπει να απαντήσουμε σε δύο ερωτήματα που είναι πάρα πολύ σημαντικά:
Το πρώτο ερώτημα είναι: Μήπως το θυμηθήκατε αργά αυτό; Μήπως τα λέτε τώρα, επειδή άλλαξε ο συσχετισμός, επειδή το ΠΑΣΟΚ βρέθηκε με δραματικά μειωμένα ποσοστά;
Όχι, φίλες και φίλοι, αυτά που λέμε τώρα δεν είναι τίποτα καινούριο, δεν είναι καμιά ανακάλυψη που κάναμε τις τελευταίες μέρες. Στην πραγματικότητα βγάζουμε στη δημοσιότητα και την επιφάνεια αυτά που λέγαμε επί μήνες ολόκληρους στη σκληρή διαπραγμάτευση με την τρόικα, για το νέο δάνειο, για να μπορέσουμε να πάμε στη μείωση του χρέους, για να μπορέσουμε να στηρίξουμε την οικονομία, για να μπορέσουμε να πάρουμε το χρήμα από το οποίο έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία.
Αυτά που λέγαμε και δεν μπορούσαμε να τα περάσουμε μέσα στο συσχετισμό της διαπραγμάτευσης, έχοντας απέναντί μας σκληρές συντηρητικές κυβερνήσεις, τους ομογάλακτους αδελφούς του κ. Σαμαρά και της Νέας Δημοκρατίας, αυτά είναι που λέμε τώρα.
Οι εταίροι μας στις Βρυξέλες, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην Ουάσινγκτον, οι κυβερνήσεις στο Βερολίνο ή στο Παρίσι, όταν με ακούν να τα λέω αυτά ξέρουν ότι αυτές είναι οι απόψεις μου, αυτά τους είχα πει και  τους έλεγα από τότε που φύγανε από το γραφείο μου, στα τέλη Αυγούστου του 2011, μέχρι που κλείσαμε τη συμφωνία Για να πάρουμε αυτό που έπρεπε να πάρουμε επειγόντως.  Αυτά τους λέγαμε, αυτά τους έλεγα προσωπικά για το τι πρέπει να γίνει, για το πώς πρέπει να χειριστούμε τα πράγματα, στηρίζοντας την ανάπτυξη, χωρίς να στρίβουμε τη βίδα περισσότερο, γιατί από ένα σημείο και μετά η βίδα μπορεί να σπάσει.
Γιατί δεν έγιναν δεκτές όλες μας αυτές οι παρατηρήσεις, οι ενστάσεις, οι αντιπροτάσεις; Καταρχάς αρκετές έγιναν δεκτές. Έπρεπε να κάνουμε σταθμίσεις και συμβιβασμούς. Για παράδειγμα έπρεπε να προφυλάξουμε τον 13ο και 14ο μισθό και έπρεπε κάπου αλλού να υποχωρήσουμε, για παράδειγμα στις συλλογικές συμβάσεις.
Όμως, το κρισιμότερο, που πρέπει να το πούμε καθαρά γιατί έχει μεγάλη σημασία να το κατανοήσει ο πολίτης, είναι πως υπήρχε ένας βαθύτερος πολιτικός λόγος για τη στάση αυτή των εταίρων μας, των ξένων. Δεν είναι απλά και μόνο ότι είναι στην πλειοψηφία τους συντηρητικοί, νεοφιλελεύθεροι. Είναι ότι στην Ελλάδα είχε δημιουργηθεί ένα σκηνικό πολιτικής αστάθειας λόγω της επιμονής της Νέας Δημοκρατίας και του κ. Σαμαρά σε εκλογές.
Όταν μπήκαμε στη δύσκολη διαπραγμάτευση, από το Νοέμβριο και μετά, μπήκαμε πηγαίνοντας ταυτόχρονα και στις εκλογές. Οπότε μέσα σε ένα σκηνικό αστάθειας και αβεβαιότητας αυτοί ήθελαν να κατοχυρώσουν την πιο σκληρή εκδοχή, γιατί δεν ήξεραν τι μπορεί να συμβεί μετά τις εκλογές.
Και βέβαια, ενώ ο κ. Σαμαράς έσερνε το χορό των εκλογών υπήρχαν και άλλοι χορευτές στο χορό αυτό. Ήταν και οι δυνάμεις της δημαγωγίας, του λαϊκισμού, της δήθεν «ριζοσπαστικής αριστεράς», ήταν οι δυνάμεις που τώρα τάσσονται με ευκολία υπέρ της μονομερούς καταγγελίας της σύμβασης.
Και τους ζητάμε πραγματικά να μας πουν επιτέλους ποια είναι η άποψή τους, η οριστική, μετά από σκέψεις, αφού μετά τις εκλογές του Μάη είδαν τα στοιχεία και βρέθηκαν αντιμέτωποι με το ενδεχόμενο να αναλάβουν ευθύνες -γιατί όλες οι πολιτικές δυνάμεις πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη της εθνικής κρίσης- ποια είναι η άποψή τους; Η μονομερής καταγγελία ή η αναθεώρηση των όρων της σύμβασης, οπότε ο μόνος που λέει σωστά τεκμηριωμένα και υπεύθυνα πράγματα είναι το ΠΑΣΟΚ; Αυτή είναι λοιπόν η απάντηση στην ένσταση που μπορεί να προβάλλει κάποιος.
Και η δεύτερη ένσταση είναι αν υπάρχουν θετικά της σύμβασης. Πάρα πολλά θετικά, το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή η Ελλάδα έχει απαλλαγεί από 106 δισεκατομμύρια ευρώ χρέους, 50 ποσοστιαίες μονάδες είναι συγκλονιστικά σημαντικό για την αντοχή του έθνους και για τα βάρη που κουβαλούν οι επόμενες γενιές.
Το γεγονός ότι έχουν μειωθεί δραστικά τα επιτόκια και τώρα η Ελλάδα πληρώνει επιτόκιο 2% όταν η Ισπανία που κλονίζεται πληρώνει 6% και η μεγάλη βιομηχανική Ιταλία πληρώνει 6%, είναι πάρα πολύ σημαντικό για τον πολίτη, γιατί μειώνεται στη πραγματικότητα το δημοσιονομικό έλλειμμα, το οποίο σε πολύ μεγάλο βαθμό, πέρα από το πρωτογενές έλλειμμα, καθορίζεται από τα επιτόκια και από το κόστος εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους.
Άρα, είναι μόνο το δημόσιο χρέος; Όχι, είναι και οι ετήσιοι τόκοι, είναι και τα λεφτά για την στήριξη του τραπεζικού συστήματος -το επαναλαμβάνω, όχι των τραπεζιτών- των καταθέσεων και της ανάπτυξης. Η  δανειακή σύμβαση, οι θετικές όψεις της είναι αυτές που θα μας δώσουν τους μοχλούς για την ανάπτυξη, για την καταπολέμηση της ύφεσης, για την μείωση της ανεργίας. Ο άνεργος, ο μικροεπιχειρηματίας, ο νέος επιστήμονας, ενδιαφέρεται και πρέπει να ενδιαφέρεται άμεσα για την εφαρμογή των θετικών όψεων της δανειακής σύμβασης.
Θα σας μιλήσω μόνο για δυο θέματα:
-          Για το πώς μπορούν να πέσουν λεφτά στην αγορά για ν’ αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της ανεργίας και της ύφεσης και
-          Για το πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα των υπερχρεωμένων νοικοκυριών από τα στεγαστικά δάνεια που είναι δυο μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία, σε κάθε περιοχή, σε κάθε πόλη, σε κάθε σπίτι.
Από πού θα έρθουν τα λεφτά για την ανάπτυξη, χωρίς την οποία δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας, δεν υπάρχει απάντηση στον άνεργο; Αλλά ακόμα και τα λεφτά για την στήριξη του ανέργου, όσο είναι άνεργος, για την κατάρτιση, για τη νεανική επιχειρηματικότητα, για την άμεση πρόσληψη στο Δήμο, για την αυτεπιστασία των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, για την κοινωφελή εργασία. Από τη σύμβαση και από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Πενήντα δισ. ευρώ έχουμε υπολογίσει ότι μπορούν να πέσουν τους επόμενους μήνες στην αγορά για να κινηθεί ο τροχός των επενδύσεων, της ανάπτυξης, για κεφάλαιο κίνησης, για δημιουργία θέσεων εργασίας. Και 55 δισ. ευρώ έργα υποδομών που μπορούν να εκτελεστούν τα επόμενα πέντε χρόνια περιμένουν μπλοκαρισμένα επί χρόνια τώρα γιατί το ελληνικό και το διεθνές τραπεζικό σύστημα δεν μπορεί να στηρίξει αυτές τις συμβάσεις, οι οποίες έχουν  υπογραφεί, ή μπορούν να υπογραφούν.
Ξέρετε ότι μόνον στα προγράμματα των δήμων μπορούμε να έχουμε 120.000 θέσεις εργασίας και μόνο στα μεγάλα έργα μπορούν να ξεμπλοκαριστούν 100.000 θέσεις, μέσα από τις  υπεργολαβίες ,μέσα από τα εργοτάξια, με ό,τι επίπτωση θετική έχει αυτό σε όλη την οικονομία. Στη βιομηχανία, στη βιοτεχνία, στις υπηρεσίες, σε ό,τι συνεπάγεται το να μπει μπροστά ένα μεγάλο έργο το οποίο κινεί ένα τεράστιο δίκτυο από παρελκόμενα και παρεπόμενα έργα.
Ποιος άλλος λέει συγκεκριμένα πράγματα στον άνεργο; Ποιος βλέπει στα μάτια τον άνεργο, ή αυτόν που κινδυνεύει η δουλειά του που είναι στα πρόθυρα να γίνει άνεργος και του λέει ότι «ξέρεις, εγώ με την πολιτική μου θα σου βρω δουλειά, δεν θα σου αυξήσω απλώς το επίδομα ανεργίας», που θέλει λεφτά από τον προϋπολογισμό, δηλαδή θέλει φορολογικά έσοδα ή θέλει νέο δάνειο από τους Ευρωπαΐους, «αλλά θα σου βρω ένα περιβάλλον οικονομικό που θα σου εξασφαλίσει αξιοπρέπεια, δουλειά, μισθό». Ποιος;
Ποιος λέει στον άνεργο όχι αυτά που αφορούν το δίκτυο κοινωνικής προστασίας, που φυσικά τα λέμε πιο οργανωμένα απ’ όλους (πλήρη υγειονομική περίθαλψη, χωρίς αριθμό ενσήμων και χωρίς να υπάρχει μέγιστος χρόνος παραμονής, προγράμματα, όπως τα είπα προηγουμένως, για την στήριξη των νέων, προγράμματα για την στήριξη της τοπικής ανάπτυξης), αλλά την καρδιά του προβλήματος, το να δημιουργηθούν δουλειές.
Ποιος είναι αυτός ο οποίος θα αντικαταστήσει τα 50 δισ. ευρώ που μπορούν να πέσουν στην αγορά το επόμενο  εξάμηνο από μια νεφελώδη άρνηση, ή από μια μονομερή καταγγελία της δανειακής σύμβασης;
Ποιος είναι αυτός ο οποίος θα αντικαταστήσει τα μεγάλα έργα υποδομής από τι; Από έργα που θα κάνει το κράτος; Από δημόσιες επενδύσεις κλασικού τύπου χωρίς Κοινοτικά κονδύλια;
Ποιος τολμά να πει στον αγρότη (παρ’ ό,τι είμαστε σε μια αστική εργατική περιοχή, αλλά η καταγωγή όλων είναι από αγροτικές οικογένειες και η Β΄ Αθηνών επικοινωνεί με όλους τους νομούς της χώρας, με όλες τις περιφέρειες της χώρας), ποιος τολμά να πει στον αγρότη ότι  μπορούν να μπλοκαριστούν τα κονδύλια της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής  και οι επιδοτήσεις; Ποιος τολμά να πει, ότι μπορεί να μπλοκαριστούν τα κονδύλια του ΕΣΠΑ;
Ποιος τολμά να πει στον Έλληνα ότι στην Ουγγαρία, η οποία δεν είναι στην ΟΝΕ, έχει το δικό της νόμισμα, αλλά αθέτησε τις υποχρεώσεις του δικού της προγράμματος στήριξης -γιατί η ουγγρική δεξιά βγήκε στις εκλογές με 2/3 πλειοψηφία, σάρωσε το Σοσιαλιστικό Κόμμα που είχε οδηγήσει την Ουγγαρία στο πρόγραμμα στήριξης και στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο- λέει τώρα η Ευρωπαϊκή Ένωση  ότι «αφού δεν τηρείς τις υποχρεώσεις σου και έχεις χάσει τον έλεγχο, εάν δεν συμμορφωθείς σου κόβω τα κοινοτικά κονδύλια», όπως έχει δικαίωμα να κάνει. Να  κόψει τα κονδύλια των Διαρθρωτικών Ταμείων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εμείς λοιπόν λέμε κάτι συγκεκριμένο, κάτι χειροπιαστό, κάτι που αφορά προσωπικά τον κάθε άνεργο, τον κάθε μικροεπιχειρηματία που θέλει κεφάλαιο κίνησης, για τις τράπεζες, για το Ταμείο Εγγυοδοσίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων για κεφάλαιο κίνησης. Λέμε τι μπορεί να γίνει με πολύ συγκεκριμένο και χειροπιαστό τρόπο. Γιατί χωρίς υγιές τραπεζικό σύστημα, υπό τον έλεγχο του Δημοσίου, στο οποίον περιέρχονται τώρα στην πραγματικότητα όλες οι τράπεζες, δεν μπορεί να κινηθεί η οικονομία, δεν μπορεί να κινηθεί ο μοχλός της ανάπτυξης.
Και το δεύτερο: Τι γίνεται όταν είχες αναλάβει υποχρεώσεις έχοντας δουλειά, έχοντας εισόδημα και βρέθηκες σε άλλη κατάσταση τώρα και έχει ανατραπεί ο σχεδιασμός; Έχουμε κάνει μια μεγάλη προσπάθεια -τα λέγαμε και το πρωί με την ΑΔΕΔΥ, με τον δημοσιοϋπαλληλικό κόσμο- να αντιμετωπίσουμε τα δάνεια στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (το οποίο δεν είναι τράπεζα, είναι  ένα πιστωτικό ίδρυμα στο οποίο έχουμε μεγαλύτερες ευχέρειες νομοθετικής παρέμβασης). Και ψηφίσαμε νόμο, περιορίσαμε την μηνιαία δόση στο 30% του μισθού, αυξήσαμε το χρόνο αποπληρωμής μέχρι και 50 χρόνια και αφήσαμε τη δυνατότητα επαναδιαπραγμάτευσης του επιτοκίου για να πιάνει τόπο αυτό το οποίο κάνουμε.
Αλλά τώρα που οι τράπεζες σταθεροποιούνται, τώρα που μπαίνουν τα λεφτά που είναι λεφτά του ελληνικού λαού στην πραγματικότητα για την στήριξη των καταθέσεων, τώρα μπορούμε με πρωτοβουλία του Δημοσίου να κάνουμε ένα μεγάλο σχέδιο για την ανακούφιση των δανειοληπτών, ιδίως των στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων και των υπερχρεωμένων επαγγελματιών. Είπαμε ότι αυτοί που έχουν χρέη έως 25.000 ευρώ πάνε στη ρύθμιση για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά.

Η πρόταση μας    λέει πάρα πολύ απλά  ότι, σ’ όλες τις τράπεζες, για όλα τα δάνεια, δεν μπορεί η μηνιαία δόση να ξεπερνά το 30% του μηνιαίου εισοδήματός σου.

Λέει ότι εάν χρειαστεί μεγάλη παράταση ακόμα και για 50 χρόνια, αυτή η παράταση θα δοθεί για να μην κινδυνεύεις να χάσεις το σπίτι μέσα στο οποίο μένεις.

Λέει ότι εάν για ένα διάστημα λόγω κρίσης, λόγω ανεργίας, ή λόγω δυσπραγίας δεν μπορείς να πληρώνεις δόσεις για το κεφάλαιο θα πληρώνεις μόνον τόκους.

Αν ούτε τόκους μπορείς να πληρώνεις γιατί δεν έχεις εισόδημα, τότε και οι τόκοι θα κεφαλαιοποιούνται και θα μπαίνουν στο τέλος της περιόδου εξόφλησης, ακόμα και αν αυτοί είναι 50 χρόνια.
Και βεβαίως τα επιτόκια θα κρατηθούν χαμηλά, γιατί οι όροι δανεισμού του δημοσίου μ’ αυτά που έχουμε πετύχει είναι ευνοϊκοί, είναι οι ευνοϊκότεροι που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στις χώρες της δικής μας κατηγορίας.
Η Ελλάδα είναι πρωταθλητής αυτή τη στιγμή στα χαμηλά επιτόκια, όσο και αν φαίνεται αυτό παράδοξο για μια χώρα σε κρίση. Για τον δανεισμό εννοώ του δημοσίου. Οι τράπεζες φυσικά επειδή έχουν το δικό τους άγχος πριν την ανακεφαλαιοποίηση ακολουθούν μια άλλη επιτοκιακή πολιτική έως και σήμερα που μπήκαν τα λεφτά, τα πρώτα 18 δισεκατομμύρια ευρώ, για την στήριξη του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Τα πράγματα είναι δύσκολα. Δεν μπόρεσε να σχηματιστεί κυβέρνηση. Είδατε την στάση των κομμάτων. Γατί δεν έγινε η κυβέρνηση; Τι θα αλλάξει στις 17 Ιουνίου; Στην πραγματικότητα η κυβέρνηση δεν έγινε για πολύ ταπεινούς και μικροκομματικούς λόγους.  Γιατί κάποιοι νόμιζαν και νομίζουν ότι θα ενισχύσουν την εκλογική τους δύναμη και περίμεναν να οδηγηθεί η χώρα ξανά σε εκλογές, να αδρανήσει, να χαθεί χρόνος, να χαθεί η τουριστική περίοδος που επηρεάζει το 20% του AEΠ και μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω ύφεση και σε περαιτέρω αύξηση της ανεργίας.
Δηλαδή όπως είπα και χθες, βγάζουμε τα μάτια μας μόνοι μας σε μια περίοδο εξαιρετικά κρίσιμη για την εθνική οικονομία. Οδηγούμε τα πράγματα στα άκρα γιατί δεν λειτουργεί στη πραγματικότητα ο κρατικός μηχανισμός και ο μηχανισμός είσπραξης φόρων και εισφορών με αποτέλεσμα να πλήττονται οι συνταξιούχοι και οι πιο αδύναμοι ,γιατί αυτοί εξαρτώνται από τις επιδοτήσεις του κρατικού προϋπολογισμού.
Και θα πάμε στις εκλογές στις 17 Ιουνίου για να υπάρξει κυβέρνηση. Μα πιστεύει κανείς στα σοβαρά ότι έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα μπορεί να κυβερνήσει ένα κόμμα με ποσοστά τα οποία είναι εν πάση περιπτώσει χαμηλά ποσοστά τη χώρα;
Η χώρα είναι σε κατάσταση εθνικού κινδύνου. Η χώρα είναι σε κατάσταση οικονομικού πολέμου, διεθνούς οικονομικού πολέμου. Θα κυβερνηθεί με πόσο ,με 17%; Με 20%; Με 25%; Μα εδώ δεν μπορείς ούτε με 51% να κυβερνήσεις τον τόπο. Εδώ θέλει συναινέσεις, συσπειρώσεις, συνεργασίες, μια εθνική επιστράτευση. Θέλει συνθήκες πραγματικά πολεμικές για ν’ αντιμετωπίσεις αυτή την κατάσταση.
Άρα, το ΠΑΣΟΚ δεν είναι αυτό το οποίο θα γίνει, όπως έχω πει κατ’ επανάληψη, η τσόντα του ενός ή του άλλου. Εμείς πιστεύουμε ότι η συνεργασία είναι αναγκαία, όχι απλώς αναπόφευκτη, αλλά πρέπει να έχει κατεύθυνση. Πρέπει να έχει πρόσημο. Πρέπει να είναι μια προοδευτική συνεργασία. Γι’ αυτό μιλάμε για μια κυβέρνηση με κορμό την υπεύθυνη κεντροαριστερά.
Και να σας πω και κάτι, δεν υπάρχει άλλη πολιτική πρόταση. Δεν υπάρχει άλλη πλατφόρμα, άλλη εθνική στρατηγική. Ο τόπος μπορεί να πορευθεί μόνο με την πρόταση που έχουμε παρουσιάσει, όπως την έχουμε παρουσιάσει. Και θα δείτε ότι αυτή θα είναι η πλατφόρμα της εθνικής στρατηγικής για τα επόμενα χρόνια.
Όταν λέω ότι κυβέρνηση δεν γίνεται χωρίς το ΠΑΣΟΚ, δεν εννοώ ότι κυβέρνηση δεν γίνεται χωρίς τα γνωστά στελέχη του ΠΑΣΟΚ στις υπουργικές καρέκλες. Δεν εννοώ αυτό. Δεν θα είναι τα γνωστά στελέχη του ΠΑΣΟΚ στις υπουργικές καρέκλες. Και γιατί ο λαός θέλει αλλαγή, αλλά και γιατί εμείς δεν έχουμε κανέναν λόγο να επωμιζόμαστε βάρος και φθορά μεγαλύτερη από αυτή που μας αναλογεί. Υπάρχουν δυο λόγοι που το επιβάλλουν αυτό. Όμως δεν είναι το ΠΑΣΟΚ αυτό που θα έρθει να συμπληρώσει τις πλειοψηφίες που λείπουν, ή να στηρίξει πολιτικές στις οποίες δεν πιστεύουμε και οι οποίες είναι επικίνδυνες για τον τόπο.
Η πολιτική μας πρόταση είναι αυτή και με τη δύναμη της πρότασής μας, της γνώσης μας και με τη δύναμη της αλήθειας, λέμε ότι ο τόπος δεν κυβερνιέται χωρίς το ΠΑΣΟΚ, χωρίς μια κυβέρνηση με κορμό την υπεύθυνη κεντροαριστερά. Χωρίς την στρατηγική της αναθεώρησης των δυσμενών όρων της σύμβασης, κρατώντας όμως και εφαρμόζοντας το κεκτημένο, τις θετικές όψεις που στηρίζουν την χώρα, την ανάπτυξη, την απασχόληση, που δίνουν απάντηση στην αγωνία του ανέργου, του επιχειρηματία, του συνταξιούχου, του αγρότη.
Αυτό αξίζει να το κάνετε δικό σας μήνυμα. Αυτή την υπόθεση αξίζει να την κάνετε μια δική σας υπόθεση τις μέρες αυτές. Πάρτε αυτό το μήνυμα, αυτή την υπόθεση στα δικά σας χέρια. Για να έχουμε το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό, ένα ισχυρό ΠΑΣΟΚ που λειτουργεί ως εγγυητής της προόδου, της Δημοκρατίας, της ασφαλούς πορείας της χώρας.
Γεια σας λοιπόν και με ένα καλό νικηφόρο αποτέλεσμα στις 17 του Ιούνη. Για την αναγέννηση της παράταξης, για μια δημοκρατική παράταξη σύγχρονη που αξίζει στις ιδέες μας και στα όνειρά μας. Γεια σας.-

Δεν υπάρχουν σχόλια: