Από τον Ξενοφώντα Ι. Κοντιάδη, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
Παρά την προεκλογική πόλωση που επιδιώκεται, ιδίως από τα δύο κόμματα εξουσίας, προκειμένου να αυξήσουν τα ποσοστά συσπείρωσης των ψηφοφόρων τους, οι δημοσκοπήσεις προβλέπουν υψηλό ποσοστό αποχής την ερχόμενη Κυριακή. Αυτό δεν οφείλεται κυρίως στην αποτελμάτωση της πορείας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αλλά κατά βάση στη γενικευμένη δυσθυμία των πολιτών απέναντι στο ελληνικό κομματικό σύστημα και στην πολιτική τάξη. Τούτο αποτυπώνεται, άλλωστε, και στα απρόσμενα υψηλά ποσοστά που καταγράφουν οι Οικολόγοι Πράσινοι, των οποίων οι πολιτικές θέσεις δεν έχουν γίνει ακόμη ευρέως γνωστές στο εκλογικό σώμα, όμως εκπροσωπούνται από στελέχη άφθαρτα, χωρίς προηγούμενη εμπλοκή σε «βρώμικα» παιχνίδια εξουσίας.
Βρισκόμαστε, λοιπόν, μπροστά στο ενδεχόμενο ενός ρεκόρ αποχής, που μάλιστα δεν θα εκφράζει μόνο την αδιαφορία, αλλά σε έντονο βαθμό τη δυσανεξία και την αποδοκιμασία των πολιτών απέναντι σε πρόσωπα και θεσμούς. Αυτή η εκλογική στάση πιθανόν αποτελεί προπομπό μιας ευρύτερης αντι-συστημικής τοποθέτησης διευρυνόμενων τμημάτων της κοινωνίας και ασφαλώς συναρτάται με την παρατεταμένη σκανδαλολογία και τη συρρίκνωση της αξιοπιστίας της πολιτικής τάξης.
Μια τέτοια εξέλιξη δεν αποκλείεται βέβαια να θεωρηθεί θετική από όσους πρεσβεύουν τη ριζική ανατροπή του σημερινού πολιτικού-κομματικού σκηνικού και την ολική ανανέωση του πολιτικού προσωπικού, ωστόσο εγκυμονεί ταυτόχρονα σοβαρούς κινδύνους για την ομαλή λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών. Είναι όλοι οι πολιτικοί σήμερα διεφθαρμένοι και επίορκοι; Εχουν διαβρωθεί οι θεσμοί και η πολιτική τάξη σε τέτοιο βαθμό, ώστε οποιαδήποτε συμμετοχή στα κοινά να θεωρείται εξ ορισμού ύποπτη ή μάταιη; Οσα πολιτικά πρόσωπα κατηγορήθηκαν για εμπλοκή σε σκάνδαλα κρύβουν πράγματι σκοτεινές διαδρομές και συναλλαγές;
Ο τρόπος με τον οποίο λειτούργησε η Βουλή, η κυβέρνηση αλλά και τμήμα της Δικαιοσύνης στο ζήτημα των σκανδάλων πολιτικής διαφθοράς ενίσχυσε τις υποψίες και παρείχε σοβαρά ερείσματα στους υποστηρικτές της άποψης ότι «όλα είναι σάπια». Ο θεσμός της ποινικής ευθύνης των υπουργών αποδείχτηκε διάτρητος. Οι παρεμβάσεις του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου χαρακτηρίστηκαν ως συνταγματικά απαράδεκτες. Η πρόωρη λήξη της δεύτερης Συνόδου της Βουλής εξέθρεψε ποικίλα σενάρια περί συγκάλυψης σκανδάλων. Η πολιτική τάξη λειτούργησε, εν τέλει, κατά τρόπο ώστε να υποσκαφθεί η αξιοπιστία της εν συνόλω. Ολοι πλέον εμφανίζονται δυνάμει ένοχοι, συνένοχοι ή συγκαλύπτοντες. Πώς θα μπορούσε, λοιπόν, να αποκατασταθεί η χαμένη τιμή της πολιτικής τάξης, όταν δίωξη για ποινικά αδικήματα κατά όσων διετέλεσαν μέλη της κυβέρνησης την περίοδο 2004-2007 δεν είναι πλέον επιτρεπτό να ασκηθεί λόγω παραγραφής; Θα μείνει για πάντα αναπόδεικτη και ανεξιχνίαστη η τυχόν εμπλοκή τους, όταν η τιμή τους έχει ίσως θιγεί ανεπανόρθωτα;
Την έσχατη διέξοδο (αυτο)προστασίας τόσο των «ύποπτων» πολιτικών προσώπων όσο και του συνόλου της πολιτικής τάξης προσφέρει το άρθρο 86 παρ. 5 του Συντάγματος, που προβλέπει τη σύσταση από τη Βουλή ειδικής επιτροπής για τον έλεγχο των κατηγοριών, ύστερα από αίτηση των διωχθέντων ή των κληρονόμων τους. Αυτή τη διαδικασία οφείλουν να ακολουθήσουν όσοι έχουν το θάρρος, για να αποκαταστήσουν έστω την έσχατη ώρα τη χαμένη τιμή των πολιτικών.
ΚΡΑΧΤΗΣ
(kraxtis-gr.blogspot.com)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου