Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2011 |
Τα τελευταία χρόνια έμενε σε μια «Πολυκατοικία» που όλοι θέλαμε να επισκεφτούμε. Μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα δαγκώθηκε από «Μύγα τσε-τσε», έκανε τη Ζέτα Μακρυπούλια να πει «Μόλις χώρισα», πήγε μια βόλτα στην «Αττική οδό». Στη συνέχεια πέρασε από μια «Εργαζόμενη γυναίκα», ξαναντύθηκε στα χακί για ακόμα μία «Λούφα και παραλλαγή» και κατέληξε στη γνωστή ερώτηση «Να ζει κανείς ή να μη ζει». Τα τελευταία χρόνια ο Γιάννης Τσιμιτσέλης βηματίζει επιτυχημένα ανάμεσα στην τηλεόραση, στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Ναι, βηματίζει με τη σιγουριά κάποιου που όλα του πάνε πρίμα. «Πράγματι, θα έλεγα ότι είμαι τυχερός», παραδέχεται. «Ειδικά αν σκεφτώ ότι συχνά δουλεύω με τους ίδιους ανθρώπους, δηλαδή με ανθρώπους για τους οποίους νιώθω εκτίμηση». Ο Γιάννης δείχνει (και είναι) καλά. Είναι ένα παιδί (ένας νέος άντρας) που ξέρει να χαίρεται την ηλικία του. Από κει και πέρα, φέτος ξαναβιώνει τη θεατρική επιτυχία: στη σκηνή Κάτια Δανδουλάκη και στην παράσταση «Να ζει κανείς ή να μη ζει». Ακονίζει το κωμικό του ταλέντο στο πλευρό του Παύλου Χαϊκάλη και της Κάτιας Δανδουλάκη, συμμετέχει σε μία ακόμα δουλειά που φέρει την υπογραφή του διδύμου Ρέππας-Παπαθανασίου. «Μέσα σε αυτό το χάος», μου είπε, «μέσα σε όλη αυτή τη μίζερη κατάσταση που βιώνουμε, είναι ωραίο να νιώθεις ότι υπάρχει κάτι που μπορεί να σε κάνει να γελάσεις. Και αυτή η παράσταση ευτυχώς τα καταφέρνει να προκαλεί γέλιο». Του ζήτησα να μου αναφέρει μερικούς από τους σταθμούς της καριέρας του και εκείνος μου μίλησε για το «Οξυγόνο» των Ρέππα-Παπαθανασίου και τη «Λούφα και παραλλαγή: Σειρήνες στο Αιγαίο» του Νίκου Περάκη. Μου παρέθεσε ύστερα πολλές άλλες δουλειές, μου μίλησε για δεκάδες θέματα και η κουβέντα συνεχίστηκε όπως άρχισε. Δηλαδή αβίαστα. Ιδού μερικά δείγματά της... Μια δουλειά σαν τις άλλες: «Η δουλειά του ηθοποιού είναι για γερά στομάχια. Και αυτό πρέπει να το έχει κατά νου ο καθένας που μπαίνει σε αυτόν τον χώρο. Γιατί ο χώρος έχει πάρα πολλά πλεονεκτήματα και πάρα πολλά μειονεκτήματα. Για μένα τα πλεονεκτήματα είναι βεβαίως περισσότερα. Τα πράγματα μου πάνε καλά, έχω δουλειά συνέχεια και γι’ αυτό δεν μου επιτρέπεται να μιλάω για μειονεκτήματα». The same old story: «Κάθε φορά που έχουμε καινούργιο ανέβασμα, επικρατεί ένα χάος - δεν ξέρεις από πού μπαίνεις και από πού βγαίνεις. Κάθε φορά ανυπομονώ να φτάσουμε στη δέκατη παράσταση - αυτό είναι το όριο για να αρχίσει να ρολάρει η κατάσταση. Οσο για το φετινό έργο, βασίζεται στον τέλειο συγχρονισμό, πρέπει όλες οι κινήσεις να συντονίζονται τέλεια. Αλλωστε αυτό είναι το βασικό χαρακτηριστικό κάθε φάρσας – απαιτεί ένταση σε συγκεκριμένα σημεία». Respect και άλλες ωραίες λέξεις: «Αυτοί που μου εμπιστεύονται δουλειές δεν το κάνουν επειδή μου χρωστάνε κάτι ή επειδή μου κάνουν το χατίρι. Απλώς πιστεύουν ότι θα φέρω σε πέρας αυτό που θέλουν, ότι θα καταφέρω να τους εκπροσωπήσω. Οπότε εγώ είναι υποχρεωμένος να τα καταφέρω. Από κει και πέρα, είναι για μένα ιδιαιτέρως τιμητικό να δουλεύω για κάποιους ανθρώπους. Σίγουρα χρωστάω πολλά σε πολλούς. Ομως με μερικούς, όπως είναι οι Ρέππας-Παπαθανασίου, θα συνεργαζόμουν και τζάμπα αν μου το ζητούσαν. Σε ό,τι μου ζητούσαν». Πες μου ένα τραγούδι: «Μην τρελαθούμε! Με δύο συμμετοχές («Πάνω στην τρέλα μου» με τη Βανέσα Αδαμοπούλου και «Lipstick» με την Αποστολία Ζώη) δεν έγινα και τραγουδιστής! Ασε που ήταν περισσότερο πρόζα παρά τραγούδι αυτό που έκανα. Στην περίπτωση της Αποστολίας διασκέδασα πάντως τη φάση ακόμη περισσότερο, γιατί είναι φίλη μου, τη γουστάρω σαν τραγουδίστρια και ήθελα να συμβάλω με τον τρόπο μου στην προσπάθειά της». Love is all around: «Ο έρωτας είναι σημαντικός. Εντάξει, ίσως να είναι ό,τι πιο σημαντικό. Ειδικά όταν σου προσφέρει ισορροπία, όταν σε ηρεμεί, όταν φροντίζει και τις άλλες πλευρές της ζωής σου. Διότι όταν είσαι καλά στα ερωτικά σου, μπορείς να είσαι καλά και στα υπόλοιπα. Αν λοιπόν με ρωτήσεις τι απολαμβάνω περισσότερο μέσα σε μια σχέση, θα σου πω την ηρεμία. Και ο λόγος γιʼ αυτό είναι απλός. Αν με τη δουλειά που κάνω, και όλη την ανασφάλεια που από τη φύση του έχει το επάγγελμα, είχα ανασφάλεια και στο σπίτι, δεν θα άντεχα, μάλλον θα τρελαινόμουνα». Τα χρόνια εκείνα τα παλιά: «Από την εφηβεία θυμάμαι μια μεγάλη ανεμελιά και μόνο. Την παρέα με τους κολλητούς στην Πάτρα, τις εκατοντάδες μπίρες, τα κρασιά, την ανάγκη μας να ζούμε τις στιγμές και μόνο, το τώρα και όχι το αύριο. Το μέλλον δεν μας απασχολούσε, δεν το σκεφτόμασταν. Φυσικά ούτε κι εγώ: δεν είμαι ο τύπος που σκέφτεται τι θα γίνει αύριο. Δεν κάνω μακροπρόθεσμα πλάνα και ειδικά τότε δεν έκανα καθόλου. Να φανταστείς ούτε χαρτιά για τις πανελλήνιες δεν συμπλήρωσα. Απλώς σηκώθηκα μια μέρα, κατέβηκα στην Αθήνα και γράφτηκα στη σχολή». A movie star: «Αν έπρεπε να διαλέξω ανάμεσα στην τηλεόραση, στο θέατρο και στον κινηματογράφο, θα διάλεγα το τρίτο. Κι αν έπρεπε να διαλέξω μια ταινία, θα διάλεγα το “Ρέκβιεμ για ένα όνειρο”. Βλέπεις το παλικάρι να παίζει, να κοντράρεται με τον ρόλο, και ζηλεύεις. Δεν μπορείς να κάνεις διαφορετικά». Ενας ακόμη ρόλος: «Μου αρέσουν οι κόντρα ρόλοι, αυτοί που σε ζορίζουν. Αν και δεν έχω κανένα απολύτως πρόβλημα με την ευκολία. Διότι βλέπεις ηθοποιούς να παίζουν με ένα συγκεκριμένο τρόπο και να το κάνουν αβίαστα. Αυτό βέβαια κατακρίνεται· πολλοί πάνε και το ονομάζουν αυτό μανιέρα. Ομως τη λεγόμενη μανιέρα εγώ τη θεωρώ προίκα. Οποιος είναι τόσο μοναδικός στη μανιέρα του, καλώς την έχει». Η πρώτη (επαγγελματική) επαφή: «Το πρώτο που κοιτάζω σε μια πρόταση που μου κάνουν είναι να δω γιατί με σκέφτηκαν, τι ακριβώς θέλουν από μένα. Αμέσως μετά κοιτάζω το σενάριο, τη σκηνοθεσία, την παραγωγή. Φυσικά, κάποια στιγμή ερχόμαστε και στο οικονομικό. Ανάλογα λοιπόν με το μέσο και με το ποιους δουλεύω, ανεβάζω ή ρίχνω το κασέ. Οταν ανακαλύπτω ότι κάποια δουλειά γίνεται μόνο για να βγουν λεφτά, sorry: θα ζητήσω μερίδιο. Αν όμως γίνεται κάτι για το πάθος και το όραμα, τότε θα συμμετάσχω αλλιώς». Me, myself and I: «Οι αλλαγές δεν είναι κάτι που συνειδητοποιείς εύκολα στην πορεία του χρόνου. Εγώ, ας πούμε, δεν καταλαβαίνω ότι μεγαλώνω. Το μόνο που κατανοώ είναι ότι ωριμάζω όσο περνάει ο καιρός. Πιο συγκεκριμένα, όταν ξεκίνησα σε αυτόν τον χώρο, έπαιρνα ό,τι μου έδιναν· ήθελα να δοκιμάσω ό,τι μπορούσα, να μάθω όσα περισσότερα πράγματα γινόταν, ώστε να καταφέρω κάποια στιγμή να ολοκληρωθώ μέσα από αυτή τη δουλειά. Τώρα βλέπεις πάντως τα παιδιά που μπαίνουν στον χώρο να κάνουν και επιλογές του τύπου “α, αυτό δεν το θέλω, δεν μου πάει”. Αυτό το θεωρώ όμως κουτό. Μπορείς να διατηρήσεις την αξιοπρέπειά σου σε οποιαδήποτε δουλειά. Χρειάζεσαι λίγη πίστη, λίγη τύχη και λίγη αυτοκριτική». Μια ιδανική μέρα: «Θα ξυπνήσω στις 5 το πρωί, θα πάω για ψάρεμα, θα πιάσω έναν τόνο 40 κιλά, θα γυρίσω, θα πιω κάνα ουζάκι, θα χουζουρέψω κάνα δίωρο, θα ξυπνήσω, θα πιω κάνα καφεδάκι, θα πάω να δω μια ταινία στο σινεμά, μετά θα πάω για κάνα ποτάκι και μετά ύπνος. Ακούγεται και σαν τέλειες διακοπές, ε;». -Δημήτρης Πάντσος O Γιάννης Τσιμιτσέλης κρατάει έναν βασικό ρόλο στο έργο «Να ζει κανείς ή να μη ζει» του Νικ Γουίτμπι (απόδοση–σκηνοθεσία Μιχάλης Ρέππας και Θανάσης Παπαθανασίου), το οποίο παίζεται στο Θέατρο Κάτια Δανδουλάκη. |
Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2011
Το success story του Γιάννη Τσιμιτσέλη
Ετικέτες,
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου