και υπουργός των Οικονομικών έκλεισαν χθες την τριλογία απελπισμένων μονολόγων με την παρουσία τους ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ.
Κατά την χθεσινή εκδοχή της ανώφελης απεραντολογίας, ο κ. Παπανδρέου κάλεσε τους βουλευτές του να συμβάλουν στην προσπάθεια για «συντριπτική απάντηση» σε όσους επιθυμούν είτε κρυφά είτε φανερά τη χρεοκοπία της Ελλάδας και να διαψεύσουν (και πάλι) τις Κασσάνδρες.
«Ξέρω ότι κανένας από εσάς δεν θα επιτρέψει να θέσουμε σε κίνδυνο την εφαρμογή της συμφωνίας της 21ης Ιουλίου», τους είπε, εκθειάζοντας για άλλη μια φορά την «εξαιρετικά σημαντική δουλειά» της κυβέρνησης και καταφεύγοντας στο γνωστό πλέον και τετριμμένο «κατηγορούν τους πυροσβέστες που σβήνουν τη φωτιά αγνοώντας τα αίτια».
«Η σπατάλη, η ρεμούλα, ο νόμος του ισχυρού τελείωσε», επανέλαβε σε μια ακόμη έκρηξη ρητορείας, ενώ προφανώς δεν είναι αυτό το θέμα μας.
Και όπως ήταν φυσικό, την σκυτάλη στη ρητορεία πήρε μετά ο καθ’ ύλην αρμόδιος, Ευάγγελος Βενιζέλος, που για άλλη μια φορά περιέγραψε τον «ασύμμετρο, οικονομικό και νομισματικό πόλεμο», χάνοντας ξανά χρόνο διαψεύδοντας φήμες, με όργανο τις οποίες η Ελλάδα «ωθείται στην εστία της κρίσης», προκειμένου «να τη χρησιμοποιήσουν ως αφορμή και πρόσχημα για μια οργανωμένη σπέκουλα που στοχεύει στην καρδιά του ευρώ και της ευρωζώνης»!
Η γραμμή που προσπαθεί να περάσει η κ. Βενιζέλος – όχι για να «αθωώσει» την Ελλάδα, διότι αν ήταν αυτός ο σκοπός θα είχε φροντίσει όλα αυτά να τα πει εκτός συνόρων, απευθύνοντάς τα προς τους πραγματικούς παραλήπτες, πρόσωπο με πρόσωπο – είναι, για καθαρά εσωτερική προπαγανδιστική κατανάλωση, πως «η ελληνική κρίση είναι μια πολύ μικρή παράμετρος της κρίσης της ευρωζώνης και της πολύ ευρύτερης κρίσης του διεθνούς νομισματικού και οικονομικού συστήματος».
Και ενώ κατηγορεί ο ίδιος τους κινδυνολόγους, τελικά κινδυνολόγησε ο ίδιος για να συγκρατήσει την κοινοβουλευτική ομάδα του κυβερνώντος (λέμε τώρα) κόμματος.
Όπως είπε, «πρόκειται για έναν νομισματικό πόλεμο, ο οποίος αν κερδηθεί οι πιο πολλοί θα θυμούνται μόνον τις θυσίες που έχουν υποστεί και θα μας καταλογίζουν το γεγονός ότι περικόψαμε μισθούς, συντάξεις ή ότι επιβάλαμε φόρους. Εάν χαθεί η χώρα θα αλλάξει πρόσωπο, θα χάσει δεκαετίες δουλειάς και προόδου, το συσσωρευμένο εθνικό κεφάλαιο θα απαξιωθεί και τότε δεν θα μιλάμε για πολιτικό κόστος, γιατί θα είναι πάρα πολύ μεγάλο το ιστορικό και εθνικό κόστος».
Και έσπευσε να προσθέσει ότι «δεν πρόκειται για μία στρατηγική του φόβου, δεν πρόκειται για κινδυνολογία και εκβιαστικά διλήμματα, πρόκειται δυστυχώς για μία πάρα πολύ σκληρή πραγματικότητα που δεν την διαμορφώνουμε μόνοι μας, αλλά την διαμορφώνουν οι διεθνείς συσχετισμοί».
Είναι προφανές πως με τα λόγια προβλήματα δεν λύνονται. Αν οι λέξεις (μόνο των τελευταίων τριών ημερών) αποτιμώνταν σε σεντς, τότε το οικονομικό πρόβλημα της χώρας θα είχε λυθεί εκατό φορές.
Το τραγικό είναι πως η κυβερνητική πολυλογία δείχνει να πείθει την Κομισιόν, η οποία εξέδωσε χθες μια εκτός τόπου και χρόνου έκθεση, στην οποία, αφού κάνει μια επισκόπηση των εξελίξεων στην Ελλάδα από τον Μάιο του 2010 (σ.σ. ψήφιση Μνημονίου) υπογραμμίζει ότι μετά από ένα ισχυρό ξεκίνημα (πού το είδε;) το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων σημείωσε επιβράδυνση στα τέλη του 2010 και τις αρχές του 2011.
Και καταλήγει η Κομισιόν στο παράδοξο συμπέρασμα πως «η ανεπαρκής πολιτική συναίνεση που διαπιστώθηκε για την προώθηση των μεταρρυθμίσεων επηρέασαν την εφαρμογή του προγράμματος».
Αυτό δείχνει πως η Κομισιόν δεν γνωρίζει τι πραγματικά γίνεται στην Ελλάδα – ή παριστάνει ότι δεν γνωρίζει - αναζητώντας τους υπευθύνους μεταξύ της αντιπολίτευσης (που ουδόλως έχει ενοχλήσει την κυβέρνηση στις «μεταρρυθμίσεις» της) και κάνοντας ότι δεν βλέπει την πραγματικότητα.
Μια πραγματικότητα που, σε αντίθεση με την Κομισιόν, είδε η γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung, που σε χθεσινό άρθρο της διαπιστώνει την πικρή πραγματικότητα:
«Ο Έλληνας πρωθυπουργός», γράφει η εφημερίδα, «έχει κάνει τεράστιες περικοπές αλλά μόνο εκεί που ήταν απλό να γίνει: Στους συνταξιούχους και στους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα».
Και συνεχίζει: «Ο διστακτικός Παπανδρέου δεν τόλμησε μακροπρόθεσμες δομικές μεταρρυθμίσεις. Ως εκ τούτου, δεν κάνει τη δουλειά του ακριβώς στο σημείο εκείνο που βρίσκεται η βάση για τις μεταρρυθμίσεις που είναι απαραίτητες στο μέλλον για την κατεστραμμένη χώρα».
Αυτή είναι η αλήθεια που δεν θέλει να δει η Κομισιόν. Και είναι απορίας άξιον τι είδους ενημέρωση λαμβάνει από το Γραφείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Αθήνα, το οποίο οφείλει να στείλει το μήνυμα στις Βρυξέλλες πως η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ απλώς δεν θέλησε να συγκρουστεί με τον στρατό των «πελατών» του, όχι τόσο στον στενό δημόσιο τομέα, αλλά στις ΔΕΚΟ.
Αυτή τη στιγμή, το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται αντιμέτωπο με τα «σπλάχνα» του και μένει να δούμε ποιος θα κερδίσει.
Χθες, η ΓΣΕΕ αποχώρησε από την επιτροπή για την αναβάθμιση του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας, καθώς όπως λέει στην επιστολή παραίτησης, διαπίστωσε ότι η συζήτηση «επικεντρώνεται αποκλειστικά και μόνο στη νομιμοποίηση της περαιτέρω αποδυνάμωσης του θεσμού της επέκτασης των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και της γενίκευσης των ειδικών επιχειρησιακών ΣΣΕ».
Την ίδια ώρα, τόσο η ΓΣΕΕ όσο και η ΑΔΕΔΥ εξαπέλυσαν σκληρή επίθεση κατά της κυβέρνησης για το νέο χαράτσι στα ακίνητα, χρησιμοποιώντας εκφράσεις που ο κ. Παπανδρέου (αλλά ούτε και οι ίδιοι) ούτε καν μπορούσε να διανοηθεί εκείνο το φθινόπωρο του 2007, όταν οι πρόεδροι των δύο μεγάλων συνδικαλιστικών οργανώσεων στέκονταν ανοιχτά στο πλευρό του στην εσωκομματική μάχη.
Μιλούν για χειροπιαστή και πλήρη χρεοκοπία της κυβερνητικής πολιτικής και καταγγέλλουν ότι κυβέρνηση και τρόικα βύθισαν τη χώρα στην ύφεση.
Το κερασάκι στην τούρτα αυτής της διαμάχης, που αποτελεί και την ρίζα του προβλήματος, ήταν η δήλωση του προέδρου της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ Ν. Φωτόπουλου ότι η Επιχείρηση δεν θα μετατραπεί σε φοροεισπρακτικό μηχανισμό, ζητώντας να μην κόβεται το ρεύμα όσων δεν πληρώνουν, σε διαφορετική περίπτωση δεν θα επιτρέψει την έκδοση τέτοιων λογαριασμών και θα δώσει εντολή στους εργαζόμενους να μην κόβουν την παροχή ρεύματος.
Το ανέκδοτο ήλθε με την απάντηση του υπουργού Περιβάλλοντος και πρώην «τσάρου» (λέμε τώρα) Γ. Παπακωνσταντίνου.
Ο άνθρωπος έγινε έξω φρενών, χαρακτήρισε την ανακοίνωση της ΓΕΝΟΠ «απαράδεκτη» και εκστόμισε το περίφημο: «Ας γίνει επιτέλους σαφές ότι αποφάσεις για τη λειτουργία της ΔΕΗ, λαμβάνονται από τη διοίκησή της και όχι από την ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ. Η εποχή της συνδιοίκησης έχει περάσει ανεπιστρεπτί»!
Αλήθεια, τι λέτε; Τι λέτε, κ. Παπακωνσταντίνου; Εσείς δεν ήσασταν που (επί Ν.Δ.) κάνατε «ντου» μαζί με τον κ. Φωτόπουλο στο γραφείο του τότε διοικητή της ΔΕΗ; Τότε ήταν καλή η συνδιοίκηση; Εσείς δεν είπατε στην περίφημη συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ της 26ης Νοεμβρίου 2010 ότι «οι συνδικαλιστές και οι ΔΕΚΟ είναι σπλάχνα από τα σπλάχνα του ΠΑΣΟΚ»;
Αν τότε ήταν καλή η συνδιοίκηση, τότε σήμερα θα την λουστείτε. Και αν είναι «σπλάχνα από τα σπλάχνα σας», τότε θα τα υποστείτε όλα αυτά και πολλά ακόμη.
Είναι δε απορίας άξιον, για ποιο λόγο η Νέα Δημοκρατία αναμιγνύεται (και εκδίδει ανακοινώσεις) επί ενός καθαρά εσωτερικού και… ανατομικού θέματος που δεν την αφορά καθόλου.
Έτσι κι’ αλλιώς, η Κομισιόν αυτά δεν τα βλέπει και επομένως την θεωρεί υπεύθυνη για τις ανύπαρκτες μεταρρυθμίσεις.
Όσο για την ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ επανήλθε με ανακοίνωσή της, δίνοντας στη δημοσιότητα τα χρέη υπουργείων και λοιπών φορέων του Δημοσίου (135 εκ ευρώ) προς τη ΔΕΗ, υπογραμμίζοντας:
«Αυτοί που αποφάσισαν το ρόλο του σερίφη για τη ΔΕΗ για να λεηλατήσουν τον ελληνικό λαό εξαιτίας του ότι οι πολιτικές τους εδώ και ενάμισι χρόνο απέτυχαν παταγωδώς να φροντίσουν πρώτα να πληρώσουν αυτά που της χρωστάνε»!
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, φθάσαμε χθες, μετά από την ανακοίνωση ενός ακόμη φόρου, να πληροφορούμεθα δια στόματος υφυπουργού Οικονομικών Φ. Σαχινίδη (Μέγκα) ότι τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου φθάνουν μόνο ως τα μέσα Οκτωβρίου.
Και επομένως, αν δεν εκταμιευτεί η έκτη δόση, όπως επανειλημμένα – και χθες δια στόματος Σόιμπλε– απειλεί η Ευρώπη, το μαγαζί κλείνει.
Η αλήθεια είναι ότι το μαγαζί έχει προ πολλού κλείσει, αλλά οι μαγαζάτορες επιμένουν σε ρητορείες.
Διαφορετικά, δεν θα μας άφηνε παγερά αδιάφορους το γεγονός ότι (χθες) το κόστος ασφάλισης για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα έναντι αθέτησης πληρωμών (CDS) έφθασε στο επίπεδο-ρεκόρ των 3.950 μονάδων βάσης.
Κατόπιν όλων αυτών, με το να κατηγορεί ο κ. Λοβέρδος τον κ. Βενιζέλο για «μπλόφα που δεν του βγήκε» και όλοι οι άλλοι τον κ. Λοβέρδο για όσα είπε για τους δημοσίους υπαλλήλους, το πρόβλημα της χώρας δεν λύνεται! Σε μια αγωνιώδη προσπάθεια να πείσουν τους ίδιους τους εαυτούς τους για την ανάγκη να συγκρουστούν με τα συμφέροντα και να προχωρήσουν επιτέλους στις μεταρρυθμίσεις, πρωθυπουργός...
Κατά την χθεσινή εκδοχή της ανώφελης απεραντολογίας, ο κ. Παπανδρέου κάλεσε τους βουλευτές του να συμβάλουν στην προσπάθεια για «συντριπτική απάντηση» σε όσους επιθυμούν είτε κρυφά είτε φανερά τη χρεοκοπία της Ελλάδας και να διαψεύσουν (και πάλι) τις Κασσάνδρες.
«Ξέρω ότι κανένας από εσάς δεν θα επιτρέψει να θέσουμε σε κίνδυνο την εφαρμογή της συμφωνίας της 21ης Ιουλίου», τους είπε, εκθειάζοντας για άλλη μια φορά την «εξαιρετικά σημαντική δουλειά» της κυβέρνησης και καταφεύγοντας στο γνωστό πλέον και τετριμμένο «κατηγορούν τους πυροσβέστες που σβήνουν τη φωτιά αγνοώντας τα αίτια».
«Η σπατάλη, η ρεμούλα, ο νόμος του ισχυρού τελείωσε», επανέλαβε σε μια ακόμη έκρηξη ρητορείας, ενώ προφανώς δεν είναι αυτό το θέμα μας.
Και όπως ήταν φυσικό, την σκυτάλη στη ρητορεία πήρε μετά ο καθ’ ύλην αρμόδιος, Ευάγγελος Βενιζέλος, που για άλλη μια φορά περιέγραψε τον «ασύμμετρο, οικονομικό και νομισματικό πόλεμο», χάνοντας ξανά χρόνο διαψεύδοντας φήμες, με όργανο τις οποίες η Ελλάδα «ωθείται στην εστία της κρίσης», προκειμένου «να τη χρησιμοποιήσουν ως αφορμή και πρόσχημα για μια οργανωμένη σπέκουλα που στοχεύει στην καρδιά του ευρώ και της ευρωζώνης»!
Η γραμμή που προσπαθεί να περάσει η κ. Βενιζέλος – όχι για να «αθωώσει» την Ελλάδα, διότι αν ήταν αυτός ο σκοπός θα είχε φροντίσει όλα αυτά να τα πει εκτός συνόρων, απευθύνοντάς τα προς τους πραγματικούς παραλήπτες, πρόσωπο με πρόσωπο – είναι, για καθαρά εσωτερική προπαγανδιστική κατανάλωση, πως «η ελληνική κρίση είναι μια πολύ μικρή παράμετρος της κρίσης της ευρωζώνης και της πολύ ευρύτερης κρίσης του διεθνούς νομισματικού και οικονομικού συστήματος».
Και ενώ κατηγορεί ο ίδιος τους κινδυνολόγους, τελικά κινδυνολόγησε ο ίδιος για να συγκρατήσει την κοινοβουλευτική ομάδα του κυβερνώντος (λέμε τώρα) κόμματος.
Όπως είπε, «πρόκειται για έναν νομισματικό πόλεμο, ο οποίος αν κερδηθεί οι πιο πολλοί θα θυμούνται μόνον τις θυσίες που έχουν υποστεί και θα μας καταλογίζουν το γεγονός ότι περικόψαμε μισθούς, συντάξεις ή ότι επιβάλαμε φόρους. Εάν χαθεί η χώρα θα αλλάξει πρόσωπο, θα χάσει δεκαετίες δουλειάς και προόδου, το συσσωρευμένο εθνικό κεφάλαιο θα απαξιωθεί και τότε δεν θα μιλάμε για πολιτικό κόστος, γιατί θα είναι πάρα πολύ μεγάλο το ιστορικό και εθνικό κόστος».
Και έσπευσε να προσθέσει ότι «δεν πρόκειται για μία στρατηγική του φόβου, δεν πρόκειται για κινδυνολογία και εκβιαστικά διλήμματα, πρόκειται δυστυχώς για μία πάρα πολύ σκληρή πραγματικότητα που δεν την διαμορφώνουμε μόνοι μας, αλλά την διαμορφώνουν οι διεθνείς συσχετισμοί».
Είναι προφανές πως με τα λόγια προβλήματα δεν λύνονται. Αν οι λέξεις (μόνο των τελευταίων τριών ημερών) αποτιμώνταν σε σεντς, τότε το οικονομικό πρόβλημα της χώρας θα είχε λυθεί εκατό φορές.
Το τραγικό είναι πως η κυβερνητική πολυλογία δείχνει να πείθει την Κομισιόν, η οποία εξέδωσε χθες μια εκτός τόπου και χρόνου έκθεση, στην οποία, αφού κάνει μια επισκόπηση των εξελίξεων στην Ελλάδα από τον Μάιο του 2010 (σ.σ. ψήφιση Μνημονίου) υπογραμμίζει ότι μετά από ένα ισχυρό ξεκίνημα (πού το είδε;) το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων σημείωσε επιβράδυνση στα τέλη του 2010 και τις αρχές του 2011.
Και καταλήγει η Κομισιόν στο παράδοξο συμπέρασμα πως «η ανεπαρκής πολιτική συναίνεση που διαπιστώθηκε για την προώθηση των μεταρρυθμίσεων επηρέασαν την εφαρμογή του προγράμματος».
Αυτό δείχνει πως η Κομισιόν δεν γνωρίζει τι πραγματικά γίνεται στην Ελλάδα – ή παριστάνει ότι δεν γνωρίζει - αναζητώντας τους υπευθύνους μεταξύ της αντιπολίτευσης (που ουδόλως έχει ενοχλήσει την κυβέρνηση στις «μεταρρυθμίσεις» της) και κάνοντας ότι δεν βλέπει την πραγματικότητα.
Μια πραγματικότητα που, σε αντίθεση με την Κομισιόν, είδε η γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung, που σε χθεσινό άρθρο της διαπιστώνει την πικρή πραγματικότητα:
«Ο Έλληνας πρωθυπουργός», γράφει η εφημερίδα, «έχει κάνει τεράστιες περικοπές αλλά μόνο εκεί που ήταν απλό να γίνει: Στους συνταξιούχους και στους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα».
Και συνεχίζει: «Ο διστακτικός Παπανδρέου δεν τόλμησε μακροπρόθεσμες δομικές μεταρρυθμίσεις. Ως εκ τούτου, δεν κάνει τη δουλειά του ακριβώς στο σημείο εκείνο που βρίσκεται η βάση για τις μεταρρυθμίσεις που είναι απαραίτητες στο μέλλον για την κατεστραμμένη χώρα».
Αυτή είναι η αλήθεια που δεν θέλει να δει η Κομισιόν. Και είναι απορίας άξιον τι είδους ενημέρωση λαμβάνει από το Γραφείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Αθήνα, το οποίο οφείλει να στείλει το μήνυμα στις Βρυξέλλες πως η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ απλώς δεν θέλησε να συγκρουστεί με τον στρατό των «πελατών» του, όχι τόσο στον στενό δημόσιο τομέα, αλλά στις ΔΕΚΟ.
Αυτή τη στιγμή, το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται αντιμέτωπο με τα «σπλάχνα» του και μένει να δούμε ποιος θα κερδίσει.
Χθες, η ΓΣΕΕ αποχώρησε από την επιτροπή για την αναβάθμιση του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας, καθώς όπως λέει στην επιστολή παραίτησης, διαπίστωσε ότι η συζήτηση «επικεντρώνεται αποκλειστικά και μόνο στη νομιμοποίηση της περαιτέρω αποδυνάμωσης του θεσμού της επέκτασης των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και της γενίκευσης των ειδικών επιχειρησιακών ΣΣΕ».
Την ίδια ώρα, τόσο η ΓΣΕΕ όσο και η ΑΔΕΔΥ εξαπέλυσαν σκληρή επίθεση κατά της κυβέρνησης για το νέο χαράτσι στα ακίνητα, χρησιμοποιώντας εκφράσεις που ο κ. Παπανδρέου (αλλά ούτε και οι ίδιοι) ούτε καν μπορούσε να διανοηθεί εκείνο το φθινόπωρο του 2007, όταν οι πρόεδροι των δύο μεγάλων συνδικαλιστικών οργανώσεων στέκονταν ανοιχτά στο πλευρό του στην εσωκομματική μάχη.
Μιλούν για χειροπιαστή και πλήρη χρεοκοπία της κυβερνητικής πολιτικής και καταγγέλλουν ότι κυβέρνηση και τρόικα βύθισαν τη χώρα στην ύφεση.
Το κερασάκι στην τούρτα αυτής της διαμάχης, που αποτελεί και την ρίζα του προβλήματος, ήταν η δήλωση του προέδρου της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ Ν. Φωτόπουλου ότι η Επιχείρηση δεν θα μετατραπεί σε φοροεισπρακτικό μηχανισμό, ζητώντας να μην κόβεται το ρεύμα όσων δεν πληρώνουν, σε διαφορετική περίπτωση δεν θα επιτρέψει την έκδοση τέτοιων λογαριασμών και θα δώσει εντολή στους εργαζόμενους να μην κόβουν την παροχή ρεύματος.
Το ανέκδοτο ήλθε με την απάντηση του υπουργού Περιβάλλοντος και πρώην «τσάρου» (λέμε τώρα) Γ. Παπακωνσταντίνου.
Ο άνθρωπος έγινε έξω φρενών, χαρακτήρισε την ανακοίνωση της ΓΕΝΟΠ «απαράδεκτη» και εκστόμισε το περίφημο: «Ας γίνει επιτέλους σαφές ότι αποφάσεις για τη λειτουργία της ΔΕΗ, λαμβάνονται από τη διοίκησή της και όχι από την ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ. Η εποχή της συνδιοίκησης έχει περάσει ανεπιστρεπτί»!
Αλήθεια, τι λέτε; Τι λέτε, κ. Παπακωνσταντίνου; Εσείς δεν ήσασταν που (επί Ν.Δ.) κάνατε «ντου» μαζί με τον κ. Φωτόπουλο στο γραφείο του τότε διοικητή της ΔΕΗ; Τότε ήταν καλή η συνδιοίκηση; Εσείς δεν είπατε στην περίφημη συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ της 26ης Νοεμβρίου 2010 ότι «οι συνδικαλιστές και οι ΔΕΚΟ είναι σπλάχνα από τα σπλάχνα του ΠΑΣΟΚ»;
Αν τότε ήταν καλή η συνδιοίκηση, τότε σήμερα θα την λουστείτε. Και αν είναι «σπλάχνα από τα σπλάχνα σας», τότε θα τα υποστείτε όλα αυτά και πολλά ακόμη.
Είναι δε απορίας άξιον, για ποιο λόγο η Νέα Δημοκρατία αναμιγνύεται (και εκδίδει ανακοινώσεις) επί ενός καθαρά εσωτερικού και… ανατομικού θέματος που δεν την αφορά καθόλου.
Έτσι κι’ αλλιώς, η Κομισιόν αυτά δεν τα βλέπει και επομένως την θεωρεί υπεύθυνη για τις ανύπαρκτες μεταρρυθμίσεις.
Όσο για την ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ επανήλθε με ανακοίνωσή της, δίνοντας στη δημοσιότητα τα χρέη υπουργείων και λοιπών φορέων του Δημοσίου (135 εκ ευρώ) προς τη ΔΕΗ, υπογραμμίζοντας:
«Αυτοί που αποφάσισαν το ρόλο του σερίφη για τη ΔΕΗ για να λεηλατήσουν τον ελληνικό λαό εξαιτίας του ότι οι πολιτικές τους εδώ και ενάμισι χρόνο απέτυχαν παταγωδώς να φροντίσουν πρώτα να πληρώσουν αυτά που της χρωστάνε»!
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, φθάσαμε χθες, μετά από την ανακοίνωση ενός ακόμη φόρου, να πληροφορούμεθα δια στόματος υφυπουργού Οικονομικών Φ. Σαχινίδη (Μέγκα) ότι τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου φθάνουν μόνο ως τα μέσα Οκτωβρίου.
Και επομένως, αν δεν εκταμιευτεί η έκτη δόση, όπως επανειλημμένα – και χθες δια στόματος Σόιμπλε– απειλεί η Ευρώπη, το μαγαζί κλείνει.
Η αλήθεια είναι ότι το μαγαζί έχει προ πολλού κλείσει, αλλά οι μαγαζάτορες επιμένουν σε ρητορείες.
Διαφορετικά, δεν θα μας άφηνε παγερά αδιάφορους το γεγονός ότι (χθες) το κόστος ασφάλισης για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα έναντι αθέτησης πληρωμών (CDS) έφθασε στο επίπεδο-ρεκόρ των 3.950 μονάδων βάσης.
Κατόπιν όλων αυτών, με το να κατηγορεί ο κ. Λοβέρδος τον κ. Βενιζέλο για «μπλόφα που δεν του βγήκε» και όλοι οι άλλοι τον κ. Λοβέρδο για όσα είπε για τους δημοσίους υπαλλήλους, το πρόβλημα της χώρας δεν λύνεται! Σε μια αγωνιώδη προσπάθεια να πείσουν τους ίδιους τους εαυτούς τους για την ανάγκη να συγκρουστούν με τα συμφέροντα και να προχωρήσουν επιτέλους στις μεταρρυθμίσεις, πρωθυπουργός...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου