Πέμπτη 10 Μαρτίου 2011
«Η Ευρώπη οφείλει με σαφήνεια να θέσει κανόνες έναντι των οίκων αξιολόγησης», σημειώνει ο κ. Γ. Παπανδρέου σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Le Monde. Υπογραμμίζει δε... ότι η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους δεν βρίσκεται στην ατζέντα Ελλάδας και Ευρώπης. Λίγες ώρες πριν τη αποψινή συνάντησή του με τον πρόεδρο της Γαλλίας, κ. Νικολά Σαρκοζί, τονίζει ότι το πρόσφατο κρούσμα, με την υποβάθμιση της Ελλάδας από την Moody's αποτελεί «ισχυρή ένδειξη. ώστε η Ευρώπη να λάβει τις απαραίτητες αποφάσεις, για να καθησυχάσει τις αγορές και να αποδείξει σε αυτές ότι γίνεται ορθή διαχείριση του χρέους εντός της Ε.Ε. και των κρατών-μελών».
Εν όψει των συνόδων κορυφής και της διαπραγμάτευσης γύρω από το σύμφωνο ανταγωνιστικότητας, ο κ. Παπανδρέου τονίζει: «δεν μπορούμε να επιτρέψουμε την αποτυχία. Οφείλουμε να πάρουμε θαρραλέα μέτρα, ικανά να θέσουν τέλος σε αυτό τον κύκλο αστάθειας. Οι χρηματαγορές έχουν συνειδητοποιήσει ότι μία τέτοιου είδους αποτυχία θα μπορούσε να οδηγήσει σε επαναφορά της κρίσης».
Δηλώνει πάντως ο Πρωθυπουργός αισιόδοξος και τονίζει ότι «διαθέτουμε την πολιτική βούληση και τα τεχνικά εργαλεία, ώστε να βρούμε μια βιώσιμη λύση».
Οπως σημειώνει, «η μείωση της απόκλισης της ανταγωνιστικότητας μεταξύ των χωρών μας, καθώς και η οικονομική σύγκλιση, αποτελούν σημαντικές συνισταμένες για την επίτευξη της ανάπτυξης σε μεσοπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο ορίζοντα, καθώς και για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Ωστόσο, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας δεν αρκεί, για να αντιμετωπίσει με τρόπο άμεσο την κρίση. Κάθε άλλη προσέγγιση, πέραν της συλλογικής λύσης, θα μπορούσε να αποδειχτεί ανεπαρκής».
Καλεί δε ο κ. Παπανδρέου την Ευρώπη «να χρησιμοποιήσει όλα τα εργαλεία που διαθέτει, δηλαδή να καταστήσει πιο ευέλικτο το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και να εξετάσει την ιδέα των ευρωομολόγων και του φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών».
Ως προς τα ενδεχόμενα αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, ο κ. Παπανδρέου υπογραμμίζει: «η αναδιάρθρωση θα γινόταν εις βάρος της αξιοπιστίας της χώρας μας και της υγείας του εθνικού και ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος. Θα οδηγούσε στην κατάρρευση των ελληνικών τραπεζών και θα προκαλούσε μια χιονοστιβάδα κερδοσκοπικών επιθέσεων σε μεγάλο αριθμό άλλων ευρωπαϊκών κρατών. Επιπλέον, μια αναδιάρθρωση θα σήμαινε την άμεση και ουσιαστική οικονομική ζημία των συνταξιοδοτικών Ταμείων στην Ελλάδα, τα οποία έχουν επενδύσει τις οικονομίες των συμπολιτών μας σε κρατικά ομόλογα. Πρόκειται για ένα τίμημα πολύ βαρύ. Ένα τέτοιο σενάριο δεν είναι προς το συμφέρον της ελληνικής οικονομίας, των ελληνικών τραπεζών, των Ελλήνων πολιτών, αλλά ούτε και της ευρωπαϊκής οικονομίας. Με λίγα λόγια, η αναδιάρθρωση δεν βρίσκεται στην ατζέντα της Ελλάδας και της Ευρώπης».
Ο κ. Παπανδρέου δηλώνει πως η Ελλάδα έχει ανάγκη την αλληλεγγύη των Ευρωπαίων εταίρων και συμπληρώνει πως «εάν οι αγορές δεν ανταποκριθούν θετικά στις προσπάθειές μας, το βάρος για τον Ελληνικό λαό θα γίνει ακόμη μεγαλύτερο. Αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίο η Ε.Ε. οφείλει να λάβει αποφάσεις, για να στηρίξει τις προσπάθειες των Ελλήνων και να σταθεροποιήσει την Ευρωζώνη».
Επαναλαμβάνει δε τις ελληνικές θέσεις εν όψει των συνόδων του Μαρτίου και σημειώνει: «Η παράταση της αποπληρωμής και η μείωση των επιτοκίων δανεισμού, που έχουν καθοριστεί από την Ε.Ε. και το ΔΝΤ, θα ήταν αποφασιστικοί παράγοντες, για να εγγυηθούν ότι θα συνεχίσουμε να επιτυγχάνουμε στους στόχους μας σε μακροπρόθεσμη βάση. Υπάρχει ένα σημαντικό περιθώριο ελιγμών, προκειμένου να χαλαρώσουν οι όροι αυτού του προγράμματος στήριξης».
Το ενδεχόμενο να μην υπάρξει ανταπόκριση από την Ευρώπη στην ελληνική προσπάθεια επανεξέτασης των όρων σχολιάζεται από τον πρωθυπουργό με την επισήμανση: «δεν θα ήταν πρόβλημα μόνο για την Ελλάδα, αλλά για ολόκληρη την Ευρωζώνη. Οι αγορές θα αντιδρούσαν άμεσα. Οι δύο Σύνοδοι Κορυφής του Μαρτίου αποτελούν μία από τις τελευταίες ευκαιρίες για την Ευρώπη, για να αντιμετωπίσει τις αγορές».
Το αλαλούμ που προκλήθηκε με αφορμή την πρόσφατη συνέντευξης της τρόικας και τις αναφορές στην αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, αποδίδεται από τον Πρωθυπουργό σε «προβλήματα στην επικοινωνία».
«Δεν τίθεται κανένα ζήτημα κυριαρχίας. Η Ελληνική Κυβέρνηση, με δική της θέληση, ανέλαβε δεσμεύσεις στο δρόμο των μεταρρυθμίσεων – συχνά, ξεπερνώντας τους στόχους που είχαν θέσει οι δανειστές μας. Και η Ελλάδα, συνεργάζεται πολύ στενά με την Ε.Ε., το ΔΝΤ και την ΕΚΤ», καταλήγει ο κ. Παπανδρέου.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης
ALAIN SALLES: Ο οίκος αξιολόγησης Moody s υποβάθμισε πρόσφατα την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας. Ποια είναι η αντίδρασή σας;
Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΈΟΥ: Έχουμε κάνει σημαντικές θυσίες και αλλαγές. Εφαρμόζουμε, σε συνεργασία με την Ε.Ε. και το ΔΝΤ, ένα φιλόδοξο σχέδιο δημοσιονομικής εξυγίανσης και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Βρισκόμαστε στον ορθό δρόμο. Είναι εξαιρετικά αρνητικό να βλέπουμε ότι ο εν λόγω οίκος αξιολόγησης δεν συνειδητοποιεί αυτή την πραγματικότητα. Αυτό αποδεικνύει ότι η Ευρώπη οφείλει με σαφήνεια να θέσει κανόνες έναντι των οίκων αξιολόγησης. Επιπλέον, είναι μια ισχυρή ένδειξη. ώστε η Ευρώπη να λάβει τις απαραίτητες αποφάσεις, για να καθησυχάσει τις αγορές και να αποδείξει σε αυτές ότι γίνεται ορθή διαχείριση του χρέους εντός της Ε.Ε. και των κρατών-μελών.
ALAIN SALLES: Τι αναμένετε από το σύμφωνο ανταγωνιστικότητας;
Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΈΟΥ: Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε την αποτυχία. Οφείλουμε να πάρουμε θαρραλέα μέτρα, ικανά να θέσουν τέλος σε αυτό τον κύκλο αστάθειας. Οι χρηματαγορές έχουν συνειδητοποιήσει ότι μία τέτοιου είδους αποτυχία θα μπορούσε να οδηγήσει σε επαναφορά της κρίσης. Είμαι αισιόδοξος, όμως. Διαθέτουμε την πολιτική βούληση και τα τεχνικά εργαλεία, ώστε να βρούμε μια βιώσιμη λύση. Η μείωση της απόκλισης της ανταγωνιστικότητας μεταξύ των χωρών μας, καθώς και η οικονομική σύγκλιση, αποτελούν σημαντικές συνισταμένες για την επίτευξη της
ανάπτυξης σε μεσοπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο ορίζοντα, καθώς και για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Ωστόσο, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας δεν αρκεί, για να αντιμετωπίσει με τρόπο άμεσο την κρίση. Κάθε άλλη προσέγγιση,πέραν της συλλογικής λύσης, θα μπορούσε να αποδειχτεί ανεπαρκής. Η Ευρώπη οφείλει να χρησιμοποιήσει όλα τα εργαλεία που διαθέτει, δηλαδή να καταστήσει πιο ευέλικτο το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και να εξετάσει την ιδέα των ευρωομολόγων και του φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών.
ALAIN SALLES: Έχετε επαναλάβει αρκετές φορές ότι δεν προβέπεται μια αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Ωστόσο, μεγάλος αριθμός οικονομικών αναλυτών, τη θεωρούν αναπόφευκτη. Ποιες θα ήταν οι συνέπειες;
Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΈΟΥ: Η αναδιάρθρωση θα γινόταν εις βάρος της αξιοπιστίας της χώρας μας και της υγείας του εθνικού και ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος. Θα οδηγούσε στην κατάρρευση των ελληνικών τραπεζών και θα προκαλούσε μιαχιονοστοιβάδα κερδοσκοπικών επιθέσεων σε μεγάλο αριθμό άλλων ευρωπαϊκών κρατών. Επιπλέον, μια αναδιάρθρωση θα σήμαινε την άμεση και ουσιαστική οικονομική ζημία των συνταξιοδοτικών Ταμείων στην Ελλάδα, τα οποία έχουν επενδύσει τις οικονομίες των συμπολιτών μας σε κρατικά ομόλογα. Πρόκειται για ένα τίμημα πολύ βαρύ. Ένα τέτοιο σενάριο δεν είναι προς το συμφέρον της ελληνικής οικονομίας, των ελληνικών τραπεζών, των Ελλήνων πολιτών, αλλά ούτε και της ευρωπαϊκής οικονομίας. Με λίγα λόγια, η αναδιάρθρωση δεν βρίσκεται στην ατζέντα της Ελλάδας και της Ευρώπης.
ALAIN SALLES : Αντιμετωπίζετε, ωστόσο, δυσκολίες στο να πείσετε ότι θα επιτύχετε το στοίχημα που έχετε βάλει, κυρίως σε ό,τι αφορά στην αύξηση των εσόδων.
Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΈΟΥ: Η Ελλάδα έχει ξεκινήσει ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων άνευ προηγουμένου, που απαιτεί σε μεγάλο βαθμό θυσίες από τον Ελληνικό λαό. Το 2010, μειώσαμε το έλλειμμά μας κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες και προβλέπουμε επιστροφή στην ανάπτυξη από τα τέλη του 2011 ή εντός του 2012. Έχουμε ξεκινήσει μια φορολογική μεταρρύθμιση, για να καταπολεμήσουμε τη φοροδιαφυγή και τη διαφθορά. Αυτό όμως θα χρειαστεί χρόνο.
Βάζουμε σε τάξη τα του οίκου μας, έχουμε όμως ανάγκη από την αλληλεγγύη των Ευρωπαίων εταίρων μας. Εάν οι αγορές δεν ανταποκριθούν θετικά στις προσπάθειές μας, το βάρος για τον Ελληνικό λαό θα γίνει ακόμη μεγαλύτερο. Αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίο η Ε.Ε. οφείλει να λάβει αποφάσεις, για να στηρίξει τις προσπάθειες των Ελλήνων και να σταθεροποιήσει την Ευρωζώνη.
Η παράταση της αποπληρωμής και η μείωση των επιτοκίων δανεισμού, που έχουν καθοριστεί από την Ε.Ε. και το ΔΝΤ, θα ήταν αποφασιστικοί παράγοντες, για να εγγυηθούν ότι θα συνεχίσουμε να επιτυγχάνουμε στους στόχους μας σε μακροπρόθεσμη βάση. Υπάρχει ένα σημαντικό περιθώριο ελιγμών, προκειμένου να χαλαρώσουν οι όροι αυτού του προγράμματος στήριξης .
ALAIN SALLES: Τι θα συμβεί σε περίπτωση που η Ε.Ε. δεν επανεξετάσει τους όρους αυτούς;
Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΈΟΥ: Δεν θα ήταν πρόβλημα μόνο για την Ελλάδα, αλλά για ολόκληρη την Ευρωζώνη. Οι αγορές θα αντιδρούσαν άμεσα. Οι δύο Σύνοδοι Κορυφής του Μαρτίου αποτελούν μία από τις τελευταίες ευκαιρίες για την Ευρώπη, για να αντιμετωπίσ ει τις αγορές.
ALAIN SALLES: Διαμαρτυρηθήκατε, έπειτα από την τελευταία επίσκεψη της «τρόικα», η οποία ανακοίνωσε ένα πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων ύψους 50δισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο εν συνεχεία επιβεβαιώθηκε από την Κυβέρνησή σας. Ποιος κυβερνά την Ελλάδα;
Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΈΟΥ: Πραγματοποιούμε ένα μεγάλο αριθμό αλλαγών, μέσα σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Είναι φυσικό να δημιουργούνται προβλήματα στην επικοινωνία. Όμως, δεν τίθεται κανένα ζήτημα κυριαρχίας. Η Ελληνική Κυβέρνηση, με δική της θέληση, ανέλαβε δεσμεύσεις στο δρόμο των μεταρρυθμίσεων - συχνά, ξεπερνώντας τους στόχους που είχαν θέσει οι δανειστές μας. Και η Ελλάδα, συνεργάζεται πολύ στενά με την Ε.Ε., το ΔΝΤ και την ΕΚΤ.(ΒΗΜΑ)
Εν όψει των συνόδων κορυφής και της διαπραγμάτευσης γύρω από το σύμφωνο ανταγωνιστικότητας, ο κ. Παπανδρέου τονίζει: «δεν μπορούμε να επιτρέψουμε την αποτυχία. Οφείλουμε να πάρουμε θαρραλέα μέτρα, ικανά να θέσουν τέλος σε αυτό τον κύκλο αστάθειας. Οι χρηματαγορές έχουν συνειδητοποιήσει ότι μία τέτοιου είδους αποτυχία θα μπορούσε να οδηγήσει σε επαναφορά της κρίσης».
Δηλώνει πάντως ο Πρωθυπουργός αισιόδοξος και τονίζει ότι «διαθέτουμε την πολιτική βούληση και τα τεχνικά εργαλεία, ώστε να βρούμε μια βιώσιμη λύση».
Οπως σημειώνει, «η μείωση της απόκλισης της ανταγωνιστικότητας μεταξύ των χωρών μας, καθώς και η οικονομική σύγκλιση, αποτελούν σημαντικές συνισταμένες για την επίτευξη της ανάπτυξης σε μεσοπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο ορίζοντα, καθώς και για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Ωστόσο, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας δεν αρκεί, για να αντιμετωπίσει με τρόπο άμεσο την κρίση. Κάθε άλλη προσέγγιση, πέραν της συλλογικής λύσης, θα μπορούσε να αποδειχτεί ανεπαρκής».
Καλεί δε ο κ. Παπανδρέου την Ευρώπη «να χρησιμοποιήσει όλα τα εργαλεία που διαθέτει, δηλαδή να καταστήσει πιο ευέλικτο το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και να εξετάσει την ιδέα των ευρωομολόγων και του φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών».
Ως προς τα ενδεχόμενα αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, ο κ. Παπανδρέου υπογραμμίζει: «η αναδιάρθρωση θα γινόταν εις βάρος της αξιοπιστίας της χώρας μας και της υγείας του εθνικού και ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος. Θα οδηγούσε στην κατάρρευση των ελληνικών τραπεζών και θα προκαλούσε μια χιονοστιβάδα κερδοσκοπικών επιθέσεων σε μεγάλο αριθμό άλλων ευρωπαϊκών κρατών. Επιπλέον, μια αναδιάρθρωση θα σήμαινε την άμεση και ουσιαστική οικονομική ζημία των συνταξιοδοτικών Ταμείων στην Ελλάδα, τα οποία έχουν επενδύσει τις οικονομίες των συμπολιτών μας σε κρατικά ομόλογα. Πρόκειται για ένα τίμημα πολύ βαρύ. Ένα τέτοιο σενάριο δεν είναι προς το συμφέρον της ελληνικής οικονομίας, των ελληνικών τραπεζών, των Ελλήνων πολιτών, αλλά ούτε και της ευρωπαϊκής οικονομίας. Με λίγα λόγια, η αναδιάρθρωση δεν βρίσκεται στην ατζέντα της Ελλάδας και της Ευρώπης».
Ο κ. Παπανδρέου δηλώνει πως η Ελλάδα έχει ανάγκη την αλληλεγγύη των Ευρωπαίων εταίρων και συμπληρώνει πως «εάν οι αγορές δεν ανταποκριθούν θετικά στις προσπάθειές μας, το βάρος για τον Ελληνικό λαό θα γίνει ακόμη μεγαλύτερο. Αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίο η Ε.Ε. οφείλει να λάβει αποφάσεις, για να στηρίξει τις προσπάθειες των Ελλήνων και να σταθεροποιήσει την Ευρωζώνη».
Επαναλαμβάνει δε τις ελληνικές θέσεις εν όψει των συνόδων του Μαρτίου και σημειώνει: «Η παράταση της αποπληρωμής και η μείωση των επιτοκίων δανεισμού, που έχουν καθοριστεί από την Ε.Ε. και το ΔΝΤ, θα ήταν αποφασιστικοί παράγοντες, για να εγγυηθούν ότι θα συνεχίσουμε να επιτυγχάνουμε στους στόχους μας σε μακροπρόθεσμη βάση. Υπάρχει ένα σημαντικό περιθώριο ελιγμών, προκειμένου να χαλαρώσουν οι όροι αυτού του προγράμματος στήριξης».
Το ενδεχόμενο να μην υπάρξει ανταπόκριση από την Ευρώπη στην ελληνική προσπάθεια επανεξέτασης των όρων σχολιάζεται από τον πρωθυπουργό με την επισήμανση: «δεν θα ήταν πρόβλημα μόνο για την Ελλάδα, αλλά για ολόκληρη την Ευρωζώνη. Οι αγορές θα αντιδρούσαν άμεσα. Οι δύο Σύνοδοι Κορυφής του Μαρτίου αποτελούν μία από τις τελευταίες ευκαιρίες για την Ευρώπη, για να αντιμετωπίσει τις αγορές».
Το αλαλούμ που προκλήθηκε με αφορμή την πρόσφατη συνέντευξης της τρόικας και τις αναφορές στην αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, αποδίδεται από τον Πρωθυπουργό σε «προβλήματα στην επικοινωνία».
«Δεν τίθεται κανένα ζήτημα κυριαρχίας. Η Ελληνική Κυβέρνηση, με δική της θέληση, ανέλαβε δεσμεύσεις στο δρόμο των μεταρρυθμίσεων – συχνά, ξεπερνώντας τους στόχους που είχαν θέσει οι δανειστές μας. Και η Ελλάδα, συνεργάζεται πολύ στενά με την Ε.Ε., το ΔΝΤ και την ΕΚΤ», καταλήγει ο κ. Παπανδρέου.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης
ALAIN SALLES: Ο οίκος αξιολόγησης Moody s υποβάθμισε πρόσφατα την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας. Ποια είναι η αντίδρασή σας;
Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΈΟΥ: Έχουμε κάνει σημαντικές θυσίες και αλλαγές. Εφαρμόζουμε, σε συνεργασία με την Ε.Ε. και το ΔΝΤ, ένα φιλόδοξο σχέδιο δημοσιονομικής εξυγίανσης και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Βρισκόμαστε στον ορθό δρόμο. Είναι εξαιρετικά αρνητικό να βλέπουμε ότι ο εν λόγω οίκος αξιολόγησης δεν συνειδητοποιεί αυτή την πραγματικότητα. Αυτό αποδεικνύει ότι η Ευρώπη οφείλει με σαφήνεια να θέσει κανόνες έναντι των οίκων αξιολόγησης. Επιπλέον, είναι μια ισχυρή ένδειξη. ώστε η Ευρώπη να λάβει τις απαραίτητες αποφάσεις, για να καθησυχάσει τις αγορές και να αποδείξει σε αυτές ότι γίνεται ορθή διαχείριση του χρέους εντός της Ε.Ε. και των κρατών-μελών.
ALAIN SALLES: Τι αναμένετε από το σύμφωνο ανταγωνιστικότητας;
Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΈΟΥ: Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε την αποτυχία. Οφείλουμε να πάρουμε θαρραλέα μέτρα, ικανά να θέσουν τέλος σε αυτό τον κύκλο αστάθειας. Οι χρηματαγορές έχουν συνειδητοποιήσει ότι μία τέτοιου είδους αποτυχία θα μπορούσε να οδηγήσει σε επαναφορά της κρίσης. Είμαι αισιόδοξος, όμως. Διαθέτουμε την πολιτική βούληση και τα τεχνικά εργαλεία, ώστε να βρούμε μια βιώσιμη λύση. Η μείωση της απόκλισης της ανταγωνιστικότητας μεταξύ των χωρών μας, καθώς και η οικονομική σύγκλιση, αποτελούν σημαντικές συνισταμένες για την επίτευξη της
ανάπτυξης σε μεσοπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο ορίζοντα, καθώς και για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Ωστόσο, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας δεν αρκεί, για να αντιμετωπίσει με τρόπο άμεσο την κρίση. Κάθε άλλη προσέγγιση,πέραν της συλλογικής λύσης, θα μπορούσε να αποδειχτεί ανεπαρκής. Η Ευρώπη οφείλει να χρησιμοποιήσει όλα τα εργαλεία που διαθέτει, δηλαδή να καταστήσει πιο ευέλικτο το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και να εξετάσει την ιδέα των ευρωομολόγων και του φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών.
ALAIN SALLES: Έχετε επαναλάβει αρκετές φορές ότι δεν προβέπεται μια αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Ωστόσο, μεγάλος αριθμός οικονομικών αναλυτών, τη θεωρούν αναπόφευκτη. Ποιες θα ήταν οι συνέπειες;
Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΈΟΥ: Η αναδιάρθρωση θα γινόταν εις βάρος της αξιοπιστίας της χώρας μας και της υγείας του εθνικού και ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος. Θα οδηγούσε στην κατάρρευση των ελληνικών τραπεζών και θα προκαλούσε μιαχιονοστοιβάδα κερδοσκοπικών επιθέσεων σε μεγάλο αριθμό άλλων ευρωπαϊκών κρατών. Επιπλέον, μια αναδιάρθρωση θα σήμαινε την άμεση και ουσιαστική οικονομική ζημία των συνταξιοδοτικών Ταμείων στην Ελλάδα, τα οποία έχουν επενδύσει τις οικονομίες των συμπολιτών μας σε κρατικά ομόλογα. Πρόκειται για ένα τίμημα πολύ βαρύ. Ένα τέτοιο σενάριο δεν είναι προς το συμφέρον της ελληνικής οικονομίας, των ελληνικών τραπεζών, των Ελλήνων πολιτών, αλλά ούτε και της ευρωπαϊκής οικονομίας. Με λίγα λόγια, η αναδιάρθρωση δεν βρίσκεται στην ατζέντα της Ελλάδας και της Ευρώπης.
ALAIN SALLES : Αντιμετωπίζετε, ωστόσο, δυσκολίες στο να πείσετε ότι θα επιτύχετε το στοίχημα που έχετε βάλει, κυρίως σε ό,τι αφορά στην αύξηση των εσόδων.
Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΈΟΥ: Η Ελλάδα έχει ξεκινήσει ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων άνευ προηγουμένου, που απαιτεί σε μεγάλο βαθμό θυσίες από τον Ελληνικό λαό. Το 2010, μειώσαμε το έλλειμμά μας κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες και προβλέπουμε επιστροφή στην ανάπτυξη από τα τέλη του 2011 ή εντός του 2012. Έχουμε ξεκινήσει μια φορολογική μεταρρύθμιση, για να καταπολεμήσουμε τη φοροδιαφυγή και τη διαφθορά. Αυτό όμως θα χρειαστεί χρόνο.
Βάζουμε σε τάξη τα του οίκου μας, έχουμε όμως ανάγκη από την αλληλεγγύη των Ευρωπαίων εταίρων μας. Εάν οι αγορές δεν ανταποκριθούν θετικά στις προσπάθειές μας, το βάρος για τον Ελληνικό λαό θα γίνει ακόμη μεγαλύτερο. Αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίο η Ε.Ε. οφείλει να λάβει αποφάσεις, για να στηρίξει τις προσπάθειες των Ελλήνων και να σταθεροποιήσει την Ευρωζώνη.
Η παράταση της αποπληρωμής και η μείωση των επιτοκίων δανεισμού, που έχουν καθοριστεί από την Ε.Ε. και το ΔΝΤ, θα ήταν αποφασιστικοί παράγοντες, για να εγγυηθούν ότι θα συνεχίσουμε να επιτυγχάνουμε στους στόχους μας σε μακροπρόθεσμη βάση. Υπάρχει ένα σημαντικό περιθώριο ελιγμών, προκειμένου να χαλαρώσουν οι όροι αυτού του προγράμματος στήριξης .
ALAIN SALLES: Τι θα συμβεί σε περίπτωση που η Ε.Ε. δεν επανεξετάσει τους όρους αυτούς;
Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΈΟΥ: Δεν θα ήταν πρόβλημα μόνο για την Ελλάδα, αλλά για ολόκληρη την Ευρωζώνη. Οι αγορές θα αντιδρούσαν άμεσα. Οι δύο Σύνοδοι Κορυφής του Μαρτίου αποτελούν μία από τις τελευταίες ευκαιρίες για την Ευρώπη, για να αντιμετωπίσ ει τις αγορές.
ALAIN SALLES: Διαμαρτυρηθήκατε, έπειτα από την τελευταία επίσκεψη της «τρόικα», η οποία ανακοίνωσε ένα πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων ύψους 50δισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο εν συνεχεία επιβεβαιώθηκε από την Κυβέρνησή σας. Ποιος κυβερνά την Ελλάδα;
Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΈΟΥ: Πραγματοποιούμε ένα μεγάλο αριθμό αλλαγών, μέσα σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Είναι φυσικό να δημιουργούνται προβλήματα στην επικοινωνία. Όμως, δεν τίθεται κανένα ζήτημα κυριαρχίας. Η Ελληνική Κυβέρνηση, με δική της θέληση, ανέλαβε δεσμεύσεις στο δρόμο των μεταρρυθμίσεων - συχνά, ξεπερνώντας τους στόχους που είχαν θέσει οι δανειστές μας. Και η Ελλάδα, συνεργάζεται πολύ στενά με την Ε.Ε., το ΔΝΤ και την ΕΚΤ.(ΒΗΜΑ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου