Pages - Menu

Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2011

Τα κοιτάσματα πετρελαίου στο Αιγαίο και η ελληνοτουρκική κρίση του Μαΐου του 1974

Παρασκευή, 4 Φεβρουαρίου 2011

Οι Ελληνικές έρευνες στο Αιγαίο για πετρέλαιο είχαν ξεκινήσει ανεπιτυχώς από τις αρχές της
οι εγκαταστάσεις άντλησης πετρελαίου στην Θάσο σήμερα
δεκαετίας του ΄70, για να ενταθούν μετά τον Μάιο του 1968, όταν υπεγράφει η πρώτη σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της πετρελαϊκής εταιρείας TEXACO για υποθαλάσια έρευνα εντός του Θερμαικού κόλπου. Μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1973 το Ελληνικό Δημόσιο είχε υπογράψει 18 ακόμη συμβάσεις με πετρελαϊκές εταιρίες για έρευνα και άντληση πετρελαίου σε όλο τον χώρο του Αιγαίου. Το Ελληνικό ενδιαφέρον για εύρεση κοιτασμάτων ...πετρελαίου είχε αυξηθεί, καθώς η τιμή του βαρελιού στα τέλη του 1973 είχε αυξηθεί κατακόρυφα. Οι τρεις πρώτες έρευνες που διεξήχθησαν από την εταιρεία Oceanic, απέδειξαν την ύπαρξη κοιτασμάτων πετρελαίου κοντά στις ακτές της Θράκης και της Θάσου. Το μεγαλύτερο κοίτασμα από αυτά ήταν της Θάσου, όπως έδειξαν νέες έρευνες της ίδιας εταιρείας που έγιναν ως τον Απρίλιο του 1974. Το κοίτασμα αυτό (ονομάστηκε ΠΡΙΝΟΣ) υπολογίστηκε σε 200.000.000 βαρέλια που θα μπορούσε να αποδώσει 50.000 βαρέλια ημερησίως για είκοσι χρόνια, με την άντληση του να ξεκινάει εντός του 1975.


o Τούρκος πρέσβης στην Αθήνα το 1974 Καμαρατ Γκιουρούν
Η ελληνική αυτή αδιαμφισβήτητη επιτυχία προκάλεσε την άμεση επέμβαση της Τουρκίας. Συγκεκριμένα, λίγο πριν ξεκινήσουν έρευνες από την Καναδική εταιρεία Calvin Exploration, η Τουρκική Turkish Petroleum GRP απέστειλε επιστολή στην έδρα της Καναδικής εταιρείας απαιτώντας να σταματήσει τις έρευνες στο Αιγαίο χωρίς την άδεια από την Τουρκική κυβέρνηση, εκτοξεύοντας απειλές για "ποινικές διώξεις". Ταυτόχρονα η Τουρκική GRP προσπαθούσε επίσης να συνάψει συμβάσεις με πετρελαικές εταιρείες για έρευνες στο Αιγαίο. Η δεύτερη Τουρκική πρωτοβουλία ήταν μια διπλωματική νότα που επεδόθει στις 3 Απριλίου από τον Τούρκο πρέσβη στην Αθήνα Γκιουρούν, που περιλάμβανε όλες τις ελληνοτουρκικές διαφορές στο Αιγαίο (η μάλλον όλες τις Τουρκικές αξιώσεις στο Αιγαίο) με κορυφαίο το θέμα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας στην περιοχή, που εμμέσως αφορούσε και το πλούσιο υπέδαφος του Αιγαίου. Η βασική Τουρκική θέση ήταν πως "η Τουρκία δεν θα ανεχόταν την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας των Ελληνικών νησιών σε 12 μίλια, ακόμη και αν προβλεπόταν ασφαλή διέλευση στα πλοία της, καθώς αυτό θα μετέβαλλε το Αιγαίο σε κλειστή Ελληνική λίμνη". Μάλιστα η ηγεσία της Τουρκίας προειδοποιούσε πως θα θεωρούσε ως άκυρη κάθε πιθανή σχετική Ελληνική πρωτοβουλία, και θα την παραβίαζε ακόμη και μονομερώς.Υπενθυμίζουμε πως η υφαλοκρηπίδα των 12 ν. μιλίων προβλεπόταν από την διεθνή συμφωνία της Γενεύης το 1958.

Το στρατιωτικό καθεστώς Ιωαννίδη και ο "πρωθυπουργός" Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος αρνήθηκαν να απαντήσουν επίσημα στην νότα, σε μια αποτυχημένη προσπάθεια ψυχολογικής επιβολής στον αντίπαλο. Μάλιστα ο Ανδρουτσόπουλος σε ομιλία του στην Θεσσαλονίκη αναφέρθηκε αρχικά στα πετρελαϊκά κοιτάσματα που είχαν ήδη βρεθεί ενώ μετά μίλησε απειλητικά για την Τουρκία, αναφέροντας πως η Ελλάδα είναι υπέρ της ειρήνης αλλά θα υπερασπίσει
Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος
τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Η ομιλία αυτή συνέπιπτε με την παραλαβή αεροπλάνων FANTOMS που έδιναν στην Ελλάδα σε εκείνη την χρονική στιγμή ισορροπία η και υπεροπλία από αέρος στο Αιγαίο.

Η ομιλία αυτή εξόργισε περαιτέρω την Τουρκική στρατιωτική ηγεσία με αποτέλεσμα στις 29 Μαΐου το χαρτογραφικό Τουρκικό σκάφος "Τσανταρλί" να εξέλθει από τον Βόσπορο κατευθυνόμενο προς το Αιγαίο για να διεξάγει υποθαλάσσιες έρευνες σύμφωνα  με επίσημες Τουρκικές ανακοινώσεις. Το "Τσανταρλί", το οποίο συνοδευόταν από Τουρκικά πολεμικά πλοία, δεν διέθετε εξοπλισμό για τέτοιου είδους έρευνες, αλλά προφανώς ήταν μια Τουρκική πρωτοβουλία για να δοκιμαστούν τα Ελληνικά αντανακλαστικά και να διαπιστωθεί ως που μπορούν να φτάσουν οι Έλληνες. Η Ελληνική αντίδραση υπήρξε άμεση. Ο Ελληνικός στόλος εξήλθε στο Αιγαίο για να εμποδίσει το πλου του χαρτογραφικού σκάφους στο Βόρειο Αιγαίο. Μεταξύ Χίου και Ψαρών οι δύο νηοπομπές συναντήθηκαν, η ένταση ήταν αυξημένη και ένα θερμό επεισόδιο που μπορούσε να οδηγήσει και σε πόλεμο, φαινόταν προ των θυρών.

Η ένταση εκτονώθηκε χάρις την παρέμβαση των Ηνωμένων Πολιτειών και του Αμερικανού πρέσβη Τάσκα ο οποίος πέτυχε να αποσυρθεί προσωρινά το Τουρκικό χαρτογραφικό (για να "ξεκινήσουν διμερείς διαπραγματεύσεις"), το οποίο κατέφυγε στο κοντινό λιμάνι της Σμύρνης. Πάγια πολιτική των ΗΠΑ σε εκείνα τα χρόνια του "Ψυχρού Πολέμου" ήταν να αποφευχθεί κάθε ρήξη στους κόλπους του ΝΑΤΟ υπό οποιοδήποτε κόστος. Οι συνομιλίες που ακολούθησαν μεταξύ των 2 χωρών την πρώτη εβδομάδα του Ιουνίου απέβησαν άκαρπες, καθώς η Ελληνική πλευρά (πρέσβης Ιωάννης Τζούνης) αρνιόταν επίμονα να συζητήσει τα "θέματα" (τις διεκδικήσεις δηλαδή) που έθετε η Τουρκική πλευρά, αν πρώτα δεν γινόταν αποδεκτό πως οι συζητήσεις θα γίνονταν με γνώμονα το Διεθνές Δίκαιο και τις Διεθνείς Συμβάσεις.

Μπουλέντ Ετσεβίτ με Τούρκους στρατιωτικούς το 1974
Ταυτόχρονα, μετά από επίμονες σχετικές πληροφορίες, ο Γενικός διευθυντής του υπ. Εξωτερικών κάλεσε τους πρέσβεις της Ολλανδίας και της Ιαπωνίας στην Ελλάδα και τους προειδοποίησε για τις επιπτώσεις που θα μπορούσαν να υπάρξουν από την συμμετοχή εταιριών των Χωρών τους σε έρευνες για πετρέλαιο στο Αιγαίο για λογαριασμό της Τουρκίας.

Το τελικό αδιέξοδο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις διαπιστώθηκε στην συνάντηση κορυφής των πρωθυπουργών Ανδρουτσόπουλου - Ετσεβίτ στις Βρυξέλλες στις 26 Ιουνίου 1974. Ο Ανδρουτσόπουλος αρνήθηκε να γίνουν νέοι μηχανισμοί διαπραγμάτευσης και ξεχωριστές διμερείς επιτροπές για κάθε "θέμα" όπως πρότεινε η Τουρκική πλευρά, φοβούμενος πως ήταν ένας έμμεσος τρόπος για να συρθεί η Ελλάδα σε διαπραγματεύσεις επί θεμάτων τα οποία δεν αποδεχόταν ως διαφορές. Το αδιέξοδο αυτό έμελλε να λάβει τραγικές διαστάσεις με την Κυπριακή κρίση που απείχε μόνο λίγες εβδομάδες...

Επίλογος

Αυτή η ανασκόπηση της σύντομης ελληνοτουρκικής κρίσης του Απριλίου - Ιουνίου του 1974, εκτός του ότι διαπραγματεύεται γεγονότα όχι ευρέως γνωστά, έχει έναν βασικό σκοπό που προσφάτως αναδείχθηκε δυναμικά στην επικαιρότητα από τον δημοσιογράφο Κώστα Χαρδαβέλα. Βασική μου λοιπόν θέση είναι ότι η Τουρκική προσπάθεια αμφισβήτησης της υφαλοκρηπίδας των 12 ναυτικών μιλίων των Ελληνικών νησιών, δεν είχε άλλο στόχο από το να εμποδίσει την Ελλάδα να εκμεταλλευθεί μονομερώς το πλούσιο υπέδαφος του Αιγαίου.

Αν σκεφτεί κανείς πως η Ελλάδα δεν έχει προβεί σε εκμετάλλευση του υπεδάφους του Αιγαίου για 36 χρόνια αλλά ούτε καν σε σχετικές έρευνες, είναι προφανές ότι η Τουρκία έχει πετύχει τους σκοπούς τους και η συνεχής αναβλητικότης και ο ψοφοδεησμός των Ελλήνων φέρνει την, πολυπόθητη για τους Τούρκους, συνεκμετάλλευση συνεχώς πιο κοντά.

Τελειώνοντας θα κάνω κάτι που δεν συνηθίζω γενικότερα και δεν έχω κάνει ποτέ ως τώρα. Θα αναφέρω μια πληροφορία εκτός κειμένου και γραπτών πηγών και για αυτό μη αποδείξιμη, που γνωρίζω από εγκυρότατη κρατική πηγή την οποία φυσικά δεν μπορώ να αποκαλύψω. Οι (λίγοι αλλά καλοί θέλω να πιστεύω) τακτικοί αναγνώστες μου γνωρίζουν αν είμαι η όχι σοβαρός, οπότε ας ζυγίσουν αυτοί αν λέω αλήθεια η όχι. Σύμφωνα με την πηγή αυτή, η αξία του Ελληνικού θαλασσίου υπεδάφους στο τόξο από την Κέρκυρα ως την Κρήτη (σε περιοχή ΜΗ ΔΙΕΚΔΙΚΟΥΜΕΝΗ από τους Τούρκους) είναι 500 δις $. Γιατί άραγε δεν γίνεται εκμετάλλευση ενός τέτοιου πλούτου; Μήπως ώστε την κρίσιμη στιγμή να γίνει κάποιος συμψιφισμός με διογκωμένα κρατικά χρέη;
Ι. Β. Δ.
Πηγές

Κώστας Κόλμερ, η Ιστορία του ορυκτού πλούτου του Αιγαίου (συνέντευξη στον Κ. Χαρδαβέλα)
Μια ιστορική αναδρομή για τα πετρέλαια του Αιγαίου με αφετηρία το 1903
Το πετρέλαιο και η Ελληνική Εθνική κυριαρχία 
Το κοίτασμα του Πρίνου στην Θάσο 
Αδαμαντίου Ανδρουτσοπούλου, Η μαρτυρία ενός πρωθυπουργού, εκδόσεις "το οικονομικόν"
http://www.istorikathemata.com/2011/02/1974.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου