Το τελευταίο διάστημα η Τουρκία, υπηρετώντας το δόγμα Νταβούτογλου περί «στρατηγικού βάθους», έχει προσδώσει στα Βαλκάνια βαρύνουσα σημασία για την εξυπηρέτηση των στόχων της εξωτερικής της πολιτικής. Γιατί, όμως, η Άγκυρα να έχει στραφεί προς μία περιοχή που δεν ...βρίσκεται πλέον ψηλά στη διεθνή επικαιρότητα; Οι προτεραιότητες των ΗΠΑ, που παραδοσιακά είχαν ενεργή ανάμειξη στην περιοχή, έχουν εύλογα μετατοπιστεί ανατολικά (Ιράκ, Αφγανιστάν), ενώ οι εγγενείς αδυναμίες της ΕΕ σε συνάρτηση με την οικονομική κρίση έχουν τοποθετήσει τα Βαλκάνια σε δεύτερη μοίρα, επιβραδύνοντας και τους ρυθμούς ένταξης.
Εντούτοις, η δραστηριοποίηση της Τουρκίας θεωρείται μία επιλογή που μπορεί να δρέψει καρπούς μεσο-μακροπρόθεσμα. Και εξηγούμαι: Η θετική εμπλοκή της στην περιοχή καλλιεργεί την εικόνα ενός εποικοδομητικού εταίρου της ΕΕ. Μία χώρα που προχωράει με χαρακτηριστική ευκολία στη δημιουργία τριγωνικής συμμαχίας με Ιράν και Συρία, οφείλει να δημιουργήσει αντίβαρα αξιόπιστου περιφερειακού παίκτη.
Η Άγκυρα επιχειρεί να αναπτύξει το ρόλο ενός έντιμου διαμεσολαβητή και, μάλιστα, εντός ευρωπαϊκού πλαισίου (άρα και χρήσιμου για τις Βρυξέλλες) εκμεταλλευόμενη τις ιστορικές διαφορές που χαρακτηρίζουν τη Βαλκανική. Από τη μία προσπαθεί να παγιώσει τα ερείσματα της (Αλβανία, Κόσσοβο) και από την άλλη να διευρύνει τις συμμαχίες της, διευκολύνοντας την κατανόηση με παραδοσιακούς ανταγωνιστές (Σερβία). Χρησιμοποιεί, κυρίως, τα τουρκικά κεφάλαια για τη διείσδυση στη σερβική αγορά (με τη στήριξη της κυβέρνησης Τάντιτς), ενώ γενικότερη επιδίωξη είναι η ανατροπή της αίσθησης πως κινητήριος δύναμη των ενεργειών της είναι η μουσουλμανική της φύση.
Εντός αυτού του πλαισίου διεκδικεί διαμεσολαβητικό ρόλο μεταξύ Σέρβων και Βόσνιων, αλλά δυνητικά ακόμη και στη διένεξη Σερβίας-Κοσσόβου. Είναι δε χαρακτηριστικό πως η Τουρκία έχει προσεγγίσει το μουσουλμανικό στοιχείο εντός Σερβίας με στόχο να το καταλαγιάσει.
Το κατά πόσο η σερβική πλευρά θα «τσιμπήσει», υπό ποίους όρους και μέχρι ποίου σημείου προφανώς θα κριθεί στο χρόνο. Θέλω να πιστεύω πως αυτό δεν θα εξαρτηθεί αποκλειστικά από την ανάγκη προσέλκυσης κεφαλαίων, ούτε θα αποδειχθεί τόσο κοντόφθαλμη ώστε να μην αντιληφθεί εγκαίρως ότι αποτελεί απλά και μόνο εργαλείο επίδειξης ευρωπαϊκής εταιρικής ευθύνης από πλευράς της κυβέρνησης Ερντογάν.
Σε ότι αφορά στο Αλβανικό στοιχείο (ισχυρή η δυναμική του στα Βαλκάνια), η κατάσταση είναι απλούστερη. Εντατικοποίηση της πολιτικό-στρατιωτικής συνεργασίας με την Αλβανία, ποικιλότροπη στήριξη του ανεξάρτητου Κοσσόβου και συστηματικές συνεννοήσεις με την αλβανική μειοψηφία της FYROM -σε κάποια χρόνια πλειοψηφία. Τόσο η πρόσφατη απόφαση του Αλβανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου που ακύρωσε τη συμφωνία με τη χώρα μας για την οριοθέτηση της ΑΟΖ -στη βάση των τουρκικών επιχειρημάτων- όσο και η διαφαινόμενη πρόθεση της Άγκυρας να στηρίξει ενεργειακά σχέδια που θα διέρχονται της αλβανικής επικράτειας αποτελούν δύο (από τις πολλές) ισχυρές ενδείξεις ενός εμπεδωμένου κλίματος εμπιστοσύνης και συνεργειών.
Κοντολογίς, η Τουρκία βλέπει στα Βαλκάνια παράθυρο ευκαιρίας με διττό στόχο: αφενός να χρησιμοποιήσει την εμπλοκή της ως μέσο για την ανάδειξη της ευρωπαϊκής της ταυτότητας (σε αντιδιαστολή με τα πάρε-δώσε εντός του Ισλάμ, ακόμη και του εξτρεμιστικού), αφετέρου να επεκτείνει, σε μία ιδανική για αυτήν συγκυρία, τα πατήματα της σε βάρος και των ελληνικών θέσεων.
Ωστόσο, οι ασκήσεις over-stretching (υπερ-έκτασης, πέρα από τις πραγματικές δυνατότητες) κατά την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής συνήθως δοκιμάζουν τις αντοχές μίας χώρας οδηγώντας την στη κλίνη του Προκρούστη με τα γνωστά αποτελέσματα.(Κωσταντίνος Φϊλης-aixmi.gr)
Εντούτοις, η δραστηριοποίηση της Τουρκίας θεωρείται μία επιλογή που μπορεί να δρέψει καρπούς μεσο-μακροπρόθεσμα. Και εξηγούμαι: Η θετική εμπλοκή της στην περιοχή καλλιεργεί την εικόνα ενός εποικοδομητικού εταίρου της ΕΕ. Μία χώρα που προχωράει με χαρακτηριστική ευκολία στη δημιουργία τριγωνικής συμμαχίας με Ιράν και Συρία, οφείλει να δημιουργήσει αντίβαρα αξιόπιστου περιφερειακού παίκτη.
Η Άγκυρα επιχειρεί να αναπτύξει το ρόλο ενός έντιμου διαμεσολαβητή και, μάλιστα, εντός ευρωπαϊκού πλαισίου (άρα και χρήσιμου για τις Βρυξέλλες) εκμεταλλευόμενη τις ιστορικές διαφορές που χαρακτηρίζουν τη Βαλκανική. Από τη μία προσπαθεί να παγιώσει τα ερείσματα της (Αλβανία, Κόσσοβο) και από την άλλη να διευρύνει τις συμμαχίες της, διευκολύνοντας την κατανόηση με παραδοσιακούς ανταγωνιστές (Σερβία). Χρησιμοποιεί, κυρίως, τα τουρκικά κεφάλαια για τη διείσδυση στη σερβική αγορά (με τη στήριξη της κυβέρνησης Τάντιτς), ενώ γενικότερη επιδίωξη είναι η ανατροπή της αίσθησης πως κινητήριος δύναμη των ενεργειών της είναι η μουσουλμανική της φύση.
Εντός αυτού του πλαισίου διεκδικεί διαμεσολαβητικό ρόλο μεταξύ Σέρβων και Βόσνιων, αλλά δυνητικά ακόμη και στη διένεξη Σερβίας-Κοσσόβου. Είναι δε χαρακτηριστικό πως η Τουρκία έχει προσεγγίσει το μουσουλμανικό στοιχείο εντός Σερβίας με στόχο να το καταλαγιάσει.
Το κατά πόσο η σερβική πλευρά θα «τσιμπήσει», υπό ποίους όρους και μέχρι ποίου σημείου προφανώς θα κριθεί στο χρόνο. Θέλω να πιστεύω πως αυτό δεν θα εξαρτηθεί αποκλειστικά από την ανάγκη προσέλκυσης κεφαλαίων, ούτε θα αποδειχθεί τόσο κοντόφθαλμη ώστε να μην αντιληφθεί εγκαίρως ότι αποτελεί απλά και μόνο εργαλείο επίδειξης ευρωπαϊκής εταιρικής ευθύνης από πλευράς της κυβέρνησης Ερντογάν.
Σε ότι αφορά στο Αλβανικό στοιχείο (ισχυρή η δυναμική του στα Βαλκάνια), η κατάσταση είναι απλούστερη. Εντατικοποίηση της πολιτικό-στρατιωτικής συνεργασίας με την Αλβανία, ποικιλότροπη στήριξη του ανεξάρτητου Κοσσόβου και συστηματικές συνεννοήσεις με την αλβανική μειοψηφία της FYROM -σε κάποια χρόνια πλειοψηφία. Τόσο η πρόσφατη απόφαση του Αλβανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου που ακύρωσε τη συμφωνία με τη χώρα μας για την οριοθέτηση της ΑΟΖ -στη βάση των τουρκικών επιχειρημάτων- όσο και η διαφαινόμενη πρόθεση της Άγκυρας να στηρίξει ενεργειακά σχέδια που θα διέρχονται της αλβανικής επικράτειας αποτελούν δύο (από τις πολλές) ισχυρές ενδείξεις ενός εμπεδωμένου κλίματος εμπιστοσύνης και συνεργειών.
Κοντολογίς, η Τουρκία βλέπει στα Βαλκάνια παράθυρο ευκαιρίας με διττό στόχο: αφενός να χρησιμοποιήσει την εμπλοκή της ως μέσο για την ανάδειξη της ευρωπαϊκής της ταυτότητας (σε αντιδιαστολή με τα πάρε-δώσε εντός του Ισλάμ, ακόμη και του εξτρεμιστικού), αφετέρου να επεκτείνει, σε μία ιδανική για αυτήν συγκυρία, τα πατήματα της σε βάρος και των ελληνικών θέσεων.
Ωστόσο, οι ασκήσεις over-stretching (υπερ-έκτασης, πέρα από τις πραγματικές δυνατότητες) κατά την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής συνήθως δοκιμάζουν τις αντοχές μίας χώρας οδηγώντας την στη κλίνη του Προκρούστη με τα γνωστά αποτελέσματα.(Κωσταντίνος Φϊλης-aixmi.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου